United States or Papua New Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρέπει να έμεινε κάτω και να δίνη προσταγές στην κουζίνα. Θα πήγε να βάλη γνώση του μάγερα, να μην το παρακάμνη στο μέτρημα. Αρετές γυρεύει από το μάγερα, που μήτε σ' αγαπητικό της δεν μπορεί να τις ανακάλυψε. Κ' ίσως μήτε στον άντρα της, αν, καθώς υποψιάστηκα, εμπορεύεται κι αυτός στα πολιτικά. Κοίταξε ως τόσο τι όμορφα τάχει συγυρισμένα τα έπιπλά της.

ΜΥΡΤ. Τι ευτυχισμένη θα είνε 'κείνη που θ' αποκτήση αγαπητικό σαν και σένα, Δωρίων. Θα της φέρνης κρομμύδια της Κύπρου και τυρί του Γυθίου, όταν θα επιστρέφης από τα ταξείδια σου. Κοχλίς και Παρθενίς. ΚΟΧΛΙΣ. Γιατί κλαις, Παρθενί, και από πού έρχεσαι με τους αυλούς σπασμένους;

Αλλά τώρα που έγεινα πανί με πανί, επήρες αγαπητικό τον Βιθυνόν έμπορον κι' εμένα με αφήνεις έξω να κλαίω 'μπρός στην πόρτα σου την ώρα που εκείνον τον έχεις στην αγκαλιά σου και τον φιλείς και περνάτε την νύκτα μαζή και λες μάλιστα ότι είσαι και γκαστρωμένη απ' αυτόν. ΜΥΡΤΑΛΗ. Μούρχεται να σκάσω, Δωρίων, όταν σ' ακούω να λες ότι μου έστελνες πολλά και ότι εφτώχυνες εξ αιτίας μου.

Ένα δειλινό, που ο χειμωνιάτικος ήλιος έκαιγε σα να ήτανε καλοκαίρι κ' οι αύρες της θάλασσας σκορπούσανε ανοιξιάτικες μυρωδιές, η Παυλίνα με τον καινούργιο της αγαπητικό γυρίζανε, σαν πάντα, φορτωμένοι κυκλάμινα κι' αγριοβιολέττες, απ' το μακρυνό τους περίπατο.

Το ξέρω συ πως μ' αγαπάς, και τώρα ίσως θ' απορής πούρθες στην πόρτα να με βρης. Έλα κοντά, και δώσε μου το στόμα το γλυκό σου. ΝΕΑΝΙΑΣ Α μπα: φοβάμαι, μάτια μου τον αγαπητικό σου. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν; ΝΕΑΝΙΑΣ Α, τον ενδοξότερο απ' όλους τους ζωγράφους. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν; ΝΕΑΝΙΑΣ Που στολίζει τα σταμνιά που βάζουνε στους τάφους! Κρύψου λοιπόν να μη σε ιδή στην πόρτα, πως κατέβης

Μα εκείνη περιγελούσε τον έρωτά του κ' έλεγε πως δε θέλει αγαπητικό, που δεν είναι μήτε τράγος, μήτε άνθρωπος ολάκαιρος. Την κυνηγάει να την πιάση ο Πάνας με τη βία· η Σήριγγα όμως έφευγε και τον Πάνα και τη βία· κ' ενώ έτρεχε κι απόσταινε, σε νεροκάλαμα κρύβεται, σε βάλτο χάνεται. Κ' η όμορφη τότε κόρη είναι σήμερα σουραύλι γλυκόλαλο.

Τούτη, βλέποντας το Δάφνη κάθε μέρα να περνάη τα γίδια το πρωί για τη βοσκή, τη νύχτα για τη στάνη, επιθύμησε να τον κάνη αγαπητικό της, αφού τον ξεγελάση με χαρίσματα· και κάποτε παραφυλάξαντάς τονε μονάχο και σουραύλι του εχάρισε και κερήθρες και ταγάρι από λαφοτόμαρο· μα δεν ετολμούσε να του ειπή τίποτα, επειδή εμάντευε την αγάπη της Χλόης, γιατί τον έβλεπε πολύ προσκολλημένο στην κόρη.

Να ακούω από τα βουνά, εις την βοήν του χειμάρρου, τον υπόκωφον στεναγμόν των πνευμάτων από τα σπήλαιά των, και τους θανασίμους αλολυγμούς της κόρης που θρηνολογεί κοντά στις τέσσαρες πέτρες που σκεπάζουν τον αγαπητικό της, σκεπασμένες με βρύον και ανθηρή χλόη.

Δε βάσταξε να τόνε βλέπη να κλαίη και πάλι τα πόδια να του γλυκοφιλή, επειδή ήτανε παλληκάρι μεγαλόκαρδο κ' ήξερεν από αγάπης πόνο, παρά τούδινε το λόγο του πως θα τόνε ζητήση, από τον πατέρα του και πως θα τόνε φέρη στην πολιτεία δικόνε του σκλάβο κ' εκείνου αγαπητικό.

Κι όμως ποιος δε θα λυπότανε αγαπητικό, που θάπρεπε να φοβάται εκείνον που αγαπάει; Μα εγώ αγαπάω στο κορμί του σκλάβου την ομορφιά την ελεύθερη.