Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025


Αφίνομεν την Ραιδεστόν, χαιρετίζομεν την Καλόλημνον ως πάπιαν εν μέσω της Προποντίδος παίζουσαν και ούτως εν χαρά πλέον με τα πανιά γιαλό-γιαλό από τον Άγιον Στέφανον ς' τους δύο Τσεκμετζέδες παραπλέοντες αράξαμεν μίαν αυγήν από κάτω από τα Ψωμαθειά της Πόλεως. Βόμβος αόριστος, ως ανέμου μακρυνού βόμβος, έφθανε προς ημάς, η βοή της μυριοποθήτου Βασιλευούσης.

Ο παπάς ήτανε κι' αυτός χλωμός, χαλασμένος, συλλογισμένος, παίζοντας ανήσυχα το κομπολόγι του, ένα μακρύ κομπολόγι από εληοκούκουτσα του Όρους των Ελαιών, χάρισμα του φίλου του του Μελαχροινού, που έφθανε ως το πάτωμα. Απ' τη βραδειά που είχε πάει να κοινωνήση τον πεθερό του Αλυφαντή, ο παπάς έπεσε στα ρούχα. Δυνατή θέρμη τον τάραξε, όλη τη νύχτα, είδε κ' έπαθε να συνεφέρη.

Μου έφθανε τον θάνατον να κλαύσω του Τυβάλτη, ή εάν πρέπη συντροφιάν η συμφορά να έχη, κ' η πίκρα συνοδείαν της να έχη κι’ άλλην πίκραν, πώς, όταν έλεγεν αυτή, νεκρός είν' ο Τυβάλτης, δεν είπε: κι’ ο πατέρας σου κατόπιν, ή δεν είπε: κ' η μάνα σου, ή και οι δυο. Αυτό καϋμός θα ήτο, αλλά καϋμός υποφερτός. Αλλά εις του Τυβάλτη τον θάνατον, να έρχεται κατόπιν, κι’ ο Ρωμαίος εξωρισμένος!

Αυτά δε και τα τρία εκτυπώματα, τα αργυρά και επίχρυσα, τα οποία τόσον πλουσίως εστόλιζαν την θαυματουργόν εικόνα, η Βγένα η καπετάνισσα τα παρήγγειλεν εις τον άριστον χρυσοχόον του χωρίου, τον Αποστόλην τον Χρυσοφόν, με τ' όνομα, όστις, κατ' απαίτησιν δεισιδαίμονα της Κυρά Βγένας, νύκτα μεσάνυκτα τα ειργάσθη, εις τρεις νύκτας συνεχείς, τόσας ώρας καθ' εκάστην δουλεύων αυτά όσον έφθανε να καώσι τα σαράντα κεράκια, όσα ήναπτεν εν τω οίκω της η Βγένα, η καπετάνισσα, γύρω-γύρωτον κοιτώνα της, εμπρόςτα εικονίσματα δεομένη εν συνοδεία μυστηριώδει του χρυσοχόου του γείτονος, του οποίου το μικρόν σφυρίον ηκούετο κρουόμενον επί του αργύρου, ως να εκράτει το ίσον εις τας δεήσεις της προσευχομένης γυναικός.

Ο γέρων παπ' Ακάκιος ήτο, έλεγαν, αυστηρός πνευματικός, πλην είχε το σπάνιον χάρισμα της διακρίσεως των λογισμών, κ' έφθανε μέχρι προορατικότητος. Αι γυναίκες εβεβαίουν ότι ήτο σωστός κρυφιογνώστης, και σου έλεγε τι είχες μέσα σου. Και πολλάκις εξωμολόγει τον μετανοοούντα πολύ περισσότερον ή όσον αυτός ήθελε να εξομολογηθή.

Τέλος περί την μίαν μετά τα μεσάνυχτα έφθασεν ήρεμα και εν άκρα σιωπή το ζεύγος των νεονύμφων. Ο Κουμπής, έχων τόσην επιρροήν πάντοτε, αλλά πολλαπλασιαζομένην τώρα ως εκ της παρουσίας του Τουρκικού στόλου, είχε προδιαθέσει τους προεστούς και την πολιτοφυλακήν, λέγων ότι είχε σπουδαίαν υπόθεσιν επάνω στην φεργάδα, και ότι θα έφθανε πολύ αργά την νύκτα.

Είχε λόγου χάριν μίαν βρύσιν, όπου βράδυ βράδυ εμαζεύοντο η κοπελιές με τα σταμνιά των, βιαστικές, διότι τας εκάλουν εις τον εσπερινόν μία καμπάνα και δύο ή τρία σήμαντρα. Η καμπάνα εκείνη ήτο βέβαια του Αγίου Γεωργίου, που την είχαν κρεμασμένη σένα ξύλο, στην πόρτα δίπλα. Τώρα που εμεγάλωσε θα έφθανε κιαυτός να σημάνη.

Ήτο δε τόσον μεγάλος, ώστε μέρος αυτού εσύρετο εις την ποδιάν του και έφθανε μέχρι του εδάφους. Ο Αλέξανδρος εκράτει εις την μασχάλην του και έκρυπτε την κεφαλήν του όφεως, ο οποίος δεν έφερεν αντίστασιν, διότι, ως ελέχθη, ήτο πολύ ανεκτικός και ήμερος, και παρουσίαζε την εξ υφάσματος κεφαλήν ως την κεφαλήν τάχα του πραγματικού όφεως.

ΜΑΚΒΕΘ μόνος Αίμα πολύ εχύθη τους περασμένους τους καιρούς, προτού να ημερώσουν τον κόσμον νόμοι δίκαιοι, και από τότε πάλιν έγειναν φόνοι, που κανείς αν τους ακούση φρίττει! Ήτο καιρός που έφθανε να χύσης τα μυαλά του, κι' απέθνησκε ο άνθρωπος, — 'τελείοναν τα πάντα. Και τώρα, — ανασταίνονται κ' εβγαίνουν απ' τους τάφους κι' απ' τα σκαμνιά μας μάς σκουντούν!

Εκείθεν δε το βλέμμα, ακολουθούν σειράν διαδοχικήν λόφων και κοιλάδων ορεινών, έφθανε κάτω μακράν, όπου παραπέτασμα βουνών υψηλότερον εσχίζετο, σχηματίζον το Φαράγγι, εις το στόμα του οποίου διεγέλα μία ιδέα θαλάσσης, μία λεπτοτάτη ταινία του Λυβικού πελάγους.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν