Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025
Ήλθεν η παραμονή και δεν εφάνη. Η μεγάλη σκούνα δεν επρόβαλεν ανάμεσ' απ' τα δυο νησιά να εισέλθη εις τον λιμένα. Τι έγεινε; Μήπως εφουρτουνιάσθη ο καπετάν Στέφος κ' επόδισε πουθενά; Θα ήτο απίστευτον. Όλοι ανησύχησαν μόνον η Σινιώρα, η καπετάνισσα, δεν εξέφρασε καμμίαν ανησυχίαν. Είχε νυκτώσει. Έβαλε τα παιδιά της να κοιμηθούν. Κοντά τα μεσάνυχτα άνοιξε το παράθυρον. Τρικυμία εμαίνετο έξω.
Και εις μεν τον πατέρα του δεν είπε τίποτε περί των σκοπών του ο Κινύρας, διότι εγνώριζεν ότι ο Σκίνθαρος θα τον ημπόδιζεν. Η δε απαγωγή έγεινε όπως την είχον σχεδιάσει. Όταν ενύκτωσε—εγώ δε ήμουν απών, διότι είχα αποκοιμηθή εις το συμπόσιον — παρέλαβαν την Ελένην και χωρίς να εννοηθούν από κανένα εισήλθον εις πλοίον και ανεχώρησαν.
Εν δε τω νέω αυτών καταυλισμώ τοσούτον, ως φαίνεται, ηυχαριστήθησαν οι μετανάσται, ώστε ουδέποτε υπερέβαινον τα όρια αυτού, ούδ' επεχείρησαν ως οι Ηρακλείδαι κάθοδον εις την αρχαίαν αυτών έδραν, την απολέσασαν παν δι' αυτούς θέλγητρον, αφού έγεινε καθαρά.
Ταύτα, φίλτατε, ολίγα εκ πολλών και ως δείγματα έγραψα και προς χάριν σου, φίλου τον οποίον υπέρ πάντας θαυμάζω και διά την σοφίαν και διά την αγάπην προς την αλήθειαν και διά την πραότητα του χαρακτήρος, την μετριοπάθειαν και την γαλήνην του βίου και την ευμένειαν προς τους πλησιάζοντας αυτόν, αλλά—και τούτο θα σου είνε περισσότερον ευχάριστον—και εκδικούμενος διά τον Επίκουρον, σοφόν αληθώς ιερόν και θείον, όστις μόνος διέγνωσε τα αληθή και τα αγαθά και τα μετέδωκεν εις τους άλλους και έγεινε λυτρωτής των ακροασθέντων την διδασκαλίαν του.
Εκεί μπήκα σ' έναν αφεντικό. Σε λίγον καιρό ο αφεντικός μου κατηγορήθηκε ότι ήταν ενάντιος του βασιλειά κι' έγεινε εξορία μαζύ με την φαμίλλια του. Όλοι οι δούλοι του τον παράτησαν, και μοναχά εγώ πήγα κοντά του, γιατί είταν καλός και με αγαπούσε. Μας πήγανε σ' έναν πολύ άγριον τόπο, κι' εκεί μας πούλησαν στους κουρσάρους της Μπαρμπαριάς, και μας πήγαν δεμένους στην πατρίδα τους.
Απομεσήμερο έγεινε. Ώρα που μαζεύεται ο κόσμος στην Αγορά. Ώρα που πιάνει ο καθένας τη θέση που κληρονόμησε από γονιό και παππού, και καθίζει να δη τριγύρω του τα ίδια τα πρόσωπα, να στηλώση τα μάτια του στους ίδιους τους τοίχους, τα ίδια λόγια να πη, τις ίδιες ξυπνάδες νακούση· να πιη τον καφέ του από το ίδιο φελτζάνι, και το ίδιο το μαρκούτσι να πάρη στο χέρι.
Η συνάντησις του Ηρακλείου μετά του Ζιεβήλ έγεινε πλησίον της σημερινής Ρωσικής πόλεως Τιφλίδος, η οποία κατείχετο τότε υπό των Περσών. Όταν οι Χάζαροι και ο αρχηγός των είδαν τον Ηράκλειον, ο μεν αρχηγός εφίλησε τον τράχηλον του αυτοκράτορος και τον επροσκύνησεν, όλος δε ο στρατός των Χαζάρων έπεσε πρηνής κατά γης.
Η ερώτησις αύτη έγεινε με φωνήν μάλλον ευπροσήγορον, και η Λίγεια εσκίρτησεν εξ ελπίδος. — Αυγούστα, είπε, τείνουσα τας χείρας, ο Καίσαρ θέλει να με δώση ως δούλην εις τον Βινίκιον. Αλλά θα μεσολαβήσης δι' εμέ και θα με αποδώσης εις την Πομπωνίαν . . . — Λοιπόν ο Πετρώνιος παρεκίνησε τον Καίσαρα να σε αναλάβη από τον Άουλον δια να σε παραδώση εις τον Βινίκιον;
— Τι θάμμασμα που έγεινε πίσω στην Καναπίτσα! . . . Δεκαοχτώ τουλουμοτύρια, το φόρτωμα ενός καϊκιού, που έπεσε εψές όξου, τα ερρούφηξεν ο αφαλός της θάλασσας και τα ξέρασε πίσω το μάτι της λίμνης . . . Θα φάμε χέλια παχειά φέτος, παιδά . . . Από βδομάδα, σαν αφήση τ' αφεντικό, θ' αρχίσω να τα ψαρεύω . . . . Έπεσαν στα τυριά, φάγανε κι' α — δε φάγανε . . . του διαβόλου τα χέλια, βρε!
ΜΙΚ. Ήκουσα και άλλοτε κάτι τέτοιο• ένας νέος που ελέγετο Αλεκτρυών έγεινε φίλος του Άρεως και διεσκέδαζε μαζή του και τον είχε σύντροφον εις τους έρωτάς του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν