United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δε Λακεδαιμόνιοι τότε ετέλουν εορτήν τινα· και, άμα έμαθον την είδησιν ταύτην, δεν ανησύχησαν, νομίζοντες ότι επί τη εμφανίσει των ο εχθρός δεν ήθελε δυνηθή να υπομείνη την επίθεσίν των ή ότι ευκόλως ήθελαν καταλάβει την θέσιν διά της βίας· ημποδίζοντο δε άλλοις, διότι ο στρατός αυτών ήτο ακόμη εις τας Αθήνας.

Εκεί ήτο και η μητέρα του, νήθουσα υπό την ιτέαν, εις την σκιάν της οποίας ανεπαύοντο οι αλωνίζοντες. Η απροσδόκητος άφιξις του Μανώλη, αλλά προ πάντων η ταραχή η οποία εφαίνετο εις το πρόσωπόν του, ανησύχησαν τους γονείς του. Η Ρηγινιώ διέκοψε την εργασίαν της, ο δε Σαϊτονικολής, αφήσας και αυτός το «θρινάκι», επλησίασε. — Είντά 'νε, Μανώλη; Είντα γυρεύγεις επαδά κάτω;

Εκείνοι οίτινες δεν ενόμισαν μολυσμόν το ν' αρχίσωσι την εορτήν των διά της σφαγής του Μεσσίου των, μεγάλως ανησύχησαν μήπως η αγιότης της επιούσης, ήτις ήρχιζεν από της δύσεως του ηλίου, εκτεθή εις κίνδυνον διά των σωμάτων κρεμαμένων επί του σταυρού. Παρεκάλεσαν τον Πιλάτον ίνα συντριβώσιν αυτών τα σκέλη, και αρθώσι τα σώματα.

Ανησύχησαν όλοι κι' άρχισαν με κλάμματα να την κουνούν, για ν' ανοίξη και να ιδούν για ύστερη φορά τα μάτια της, και ν' ακούσουν για ύστερη φορά τα ευλογημένα της τα λόγια. Η δόλια η Μάννα άνοιξε για ύστερη φορά τα μεγάλα τα μάτια, και κύτταξε όλους με την αράδα, σα να τους μετρούσε έναν έναν, και τους έδωκε την ευχή της ολωνών. — «Νάχετε όλοι την ευχή μου! Σας την δίδω με όλην μου την καρδιά!

Ήλθεν η παραμονή και δεν εφάνη. Η μεγάλη σκούνα δεν επρόβαλεν ανάμεσ' απ' τα δυο νησιά να εισέλθη εις τον λιμένα. Τι έγεινε; Μήπως εφουρτουνιάσθη ο καπετάν Στέφος κ' επόδισε πουθενά; Θα ήτο απίστευτον. Όλοι ανησύχησαν μόνον η Σινιώρα, η καπετάνισσα, δεν εξέφρασε καμμίαν ανησυχίαν. Είχε νυκτώσει. Έβαλε τα παιδιά της να κοιμηθούν. Κοντά τα μεσάνυχτα άνοιξε το παράθυρον. Τρικυμία εμαίνετο έξω.