Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
Ο Καλίφης καθώς εβγήκεν απ' εκεί άρχισε να στοχάζεται και λέγη· μου φαίνεται και εμένα πώς αυτός ο Αμπτούλ να υπερβαίνη εις την μεγαλοπρέπειαν τους βασιλείς, μα εις την γενναιότητα όχι.
Ολόγυρα κρέμονταν από σιδερένια καρφιά κι από πουρναρένια παλούκια μπηγμένα μέσα στους τοίχους σχισμένα και καταλερωμένα ράσα, δυο μεγάλες λαγύνες απ' ασπρόχωμα, μια φοβερή πλόσκα χαλκωματένια γιομάτη από λάδι και τότε γλήγωρα καλαλισμένη, δώδεκα αραδιαστές σκορδαρμάθες περασμένες απάνω σε καπνισμένη δοκάρα κ' ένα ζευγάρι δεκανίκια από κρανιά.
Ήταν κι' οι δυο γεροντοκόρες, μα πολύ γρηές, γιαγιάδες των ανεκπλήρωτων πόθων, από κείνες της αγαπημένες αδερφές που απελπίζονται μαζί, γερνάνε μαζί και φοβούνται μήπως ο Χάρος αφήση τη μια μοναχή — γι' αυτό κρατιούνται απ' το χέρι.
Κι' απ' όξω απ' το παλάτι του, ολόυρα 'ς το περιαύλι, Οπού το ζώνουν πάρθενα, παληά, βαθειά τα λόγγα, Μαρμαρωμένα μένουνε, βουβά από χίλια χρόνια Πανώρηα βασιλόπουλα.
Ένα είδος Ελληνισμός τις χρωμάτιζε, άλλες βαθύτερα, άλλες ανοιχτότερα. Κάθε πράμα Ελληνικό είτανε στα μέρη εκείνα του συρμού, καθώς σήμερα σε μερικούς τόπους κάθε πράμα Γαλλικό, και κάτι παραπάνω, αφού σε πολλές απ' αυτές τις χώρες οι κάτοικοι είταν κ' Έλληνες. Καθώς είδαμε όμως, δίχως και με βαθιόρριζα Ελληνικά φρονήματα. Δέντρα ξαναφυτεμένα σε ξένα κλίματα.
Πρώτες στο κάρο χύθηκαν μαδώντας τα μαλλιά τους 710 η μάννα κι' η γυναίκα του, και το νεκρό κεφάλι κρατούσαν· κι' έκλαιγε ο λαός τριγύρω πυκνωμένος. Εκεί όλη μέρα το νεκρό ως να βουτήξει ο ήλιος με δάκρια θάκλαιγαν πικρά μπροστά στο καστροπόρτι, μόνε απ' τ' αμάξι φώναξε σ' όλους τριγύρω ο γέρος 715 «Κάντε μου τόπο να διαβούν τ' αμάξια, και κατόπι χορταίνετε όλοι κλάψιμο όταν τον πάω στον πύργο.»
Κάθε κρότος Που όξω απ' το πύργο ακούεται, το χέρι εκείνο φέρνει Μέσ' 'ς της μπαρούτης το σωρό, και το χορό του φέρνει... Όξω απ τον πύργο αλαλαγμός· ήρθ' ο οχτρός, πλακώνει Μέσ' 'ς της μπαρούτης το σωρό το χέρι εκειό σιμώνει, Το χέρι εκειό με το δαυλί, το χέρι του Καψάλη. Με μιας αστράφτει και βροντά.
Θέλω να φύγη απ' εδώ αμέσως ο Ρωμαίος· ειδέ, αν μείνη κ' ευρεθή, θα ήν' υστερινή του η ώρα οπού ευρεθή! — Το πτώμα του Τυβάλτη σηκώσατέ το απ' εδώ, κι’ ας γείνη όπως λέγω. Όποιος φονέα συγχωρεί, τον φόνον προστατεύει! Θάλαμος εν τη οικία του Καπουλέτου. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Πίσω 'ς του Φοίβου την σκηνήν γυρίσετε τρεχάτα, ω άλογά του σεις γοργά, φλογοκαλιγωμένα!
Κι απ' όλα το χερώτερο, που οι Ρωμαίοι, που τόσους χρόνους αψηφούσαν τη νέα θρησκεία και την άφιναν απείραγη, βλέποντας άξαφνα τέτοια δύναμη να ξαπλώνεται σε Ασία κ' Ευρώπη, τέτοιον κύκλο μέσα στον κύκλο τους, δεν μπορούσαν πια να κάθουνται και να τη βλέπουν αδιάφορα τη Χριστιανική την πλημμύρα.
Είπε, κ' επροπορεύθηκε, κ' εκείνοι ακολουθούσαν. και ο κήρυκας απ' το καρφί την ηχηρήν κιθάρα 105 κρεμά, και τον Δημόδοκον χεροδηγεί και φέρει από το δώμα εις την οδόν, 'που οι πρώτοι των Φαιάκων όλοι επορεύονταν, να ιδούν τους θαυμαστούς αγώναις.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν