Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Κάμψας την βορείαν άκρανρίπτει το βλέμμα του προς νότον, αλλ' ουδαμού διακρίνει την λέμβον. Ουδόλως εταράχθη, υποθέσας ότι, μικρά ως ήτο, θ' απεκρύπτετο υπό τινος βράχου. Ουχ ήτον εκραύγασε: — Καπετάν-Παρμάκη! — Καπετάν-Παρμάκη! Απήντησεν η ηχώ, πένθιμος, οδυνηρά, μονήρης.

Όλαι αι οδοί συναντώσι το εσωτερικόν τείχος, και εις την άκραν εκάστης υπάρχει μικρά πύλη· ώστε όσαι πύλαι είναι, τόσαι και αι οδοί. Ήσαν δε και αυταί χάλκιναι και ηνοίγοντο επί του ποταμού. Το εξωτερικόν τείχος είναι ο θώραξ της πόλεως· ο εσωτερικός τοίχος, μόλις αδυνατώτερος, είναι στενώτερος.

Βέβαια εγώ νομίζω, ω αγαπημένοι φίλοι, να θαυμάζετε με άκραν έκπληξιν, πώς αφού υπέμεινα τόσους κινδύνους, και υπέφερα τόσας κακοπαθείας, απεφάσισα να ταξειδεύσω πάλιν και έκτην φοράν διά να δοκιμάσω την τύχην και να συναπαντήσω άλλας νέας δυστυχίας, και εγώ μάλιστα θαυμάζω περισσότερον όταν στοχάζωμαι τόσους κινδύνους και τόσα φοβερά συμβάντα και μετά ταύτα όλα, πάλιν απόφασις ταξειδιών· βέβαια εξ ανάγκης έπρεπε να ήτο ο αστέρας, ήγουν ο πλανήτης των γενεθλίων που μου επροξενούσε τόσην επιθυμίαν ταξειδιών, τον οποίον δεν εδυνόμουν να αποφύγω· αλλ' ας είνε ό,τι και αν ήτον το ελκυστικόν αίτιον, αφού επέρασεν ένας χρόνος άρχισα να ετοιμασθώ διά νέον πάλιν ταξείδιον· παραβλέποντας τας παρακλήσεις των συγγενών και των φίλων, οι οποίοι παντοίω τρόπω αγωνίζοντο να με εμποδίσουν.

Μα αλλοί εις εμέ! πόσον γελιούνται οι άνθρωποι· διότι οπόταν στοχάζονται να περάσουν διά πολύν καιρόν χαίροντες την ευτυχίαν τους, και την άκραν τους ευχαρίστησιν, τότε συμβαίνει κάθε εναντίον· και τες περισσότερες φορές η μεγάλη χαρά και ευχαρίστησις, μεταβάλλεται εις άκραν θλίψιν και πόνον.

Εκράτει το δόρυ με την δεξιάν, και οι οφθαλμοί αυτής εφαίνοντο δεινοί την όψιν. Έστη εγγύς εμού κοιμωμένου. Με ήγγισε με την άκραν του δόρατός της, και με αφύπνισεν. Εθαύμασα και μετετράπην.

Τα κύματα εξαγριούνται σχάζοντα ως να καχλάζωσιν επί πυράς ηφαιστείου, και, το κινδυνωδέστερον, είνε ανάγκη τώρα να παρακάμψωσι μίαν πλήρη υφάλων άκραν, όπισθεν της οποίας έκειτο το Μετόχιον της Μονής. Τότε εις τας περιπλόκους αυτάς στιγμάς, ο Μανώλης, λησμονήσας να λασκάρη την σκόταν του πανίου, εδέχθη όλην την ορμήν του ανέμου, όστις το διέρρηξεν εις δύο, άχρηστον πλέον ράκος.

Ο όμιλος των προσφύγων εσκορπίσθη, και ετρέξαμεν όλοι εις του λόφου τας υπωρείας, όπως προφυλαχθώμεν υπό των βράχων τας εξοχάς. Οι τέσσαρες ναύται μόνοι έμειναν εις την άκραν της θαλάσσης, και υψώσαντες τα όπλα εσκόπευσαν και επυροβόλησαν διά μιας και οι τέσσαρες. Οι Τούρκοι άνωθεν δεν ανταπεκρίθησαν εις τον χαιρετισμόν τούτον.

Ο Κωνσταντής ο Περηφανάκιας, συνάδελφος του Στάθη βοσκός, εξέφερε γνώμην ότι έπρεπε να πάρουν μέγα χονδρόν άγκιστρον, ωσάν αρπάγην, να το δέσουν εις την άκραν του σχοινίου, και εις το άγκιστρον επάνω να περάσουν κλαδιά και χόρτα και βλαστάρια, και διά του δολώματος τούτου να εφελκύσουν τας δυο αίγας, ώστε, ενώ αύται θα εμασούσαν την ορεκτικήν τρυφεράν βοσκήν, το οξύ ακονημένον άγκιστρον θα ήτο πιθανόν να χωθή μέσα εις το κατωσάγωνον της μιας και της άλλης γίδας, και τότε, αιματωμένας μεν, αλλά σωσμένος, θα τας ετραβούσαν επάνω.

Εντός χαλάσματος ολίγον κατωτέρω ην το χειμαδιό. Από την ανατολικήν άκραν του στενού, ενώ οι ποιμένες εθερμαίνοντο, εφαίνετο μέρος του πελάγους ευρύ. — Νά το ακόμα το καράβι, είπεν αίφνης υπεγερθείς ο έτερος των ποιμένων. Τώδωκετα πρίμα.

Την ερχομένην ημέραν διατρίβοντας ένθεν κακείθεν εις το νησί άφοβα, βλέπω εις την άκραν από ένα ποταμάκι ένα γεροντάκι· επλησίασα προς αυτό, του ωμίλησα και το εχαιρέτησα, αλλά δεν με απεκρίθη, παρά μόνον με την κλίσιν της κεφαλής, και ενόμισα, ότι είχε ναυαγήση ωσάν και εγώ.

Λέξη Της Ημέρας

καρποφόροι

Άλλοι Ψάχνουν