Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Διαδοχικώς άλλαι μορφαί ανθρώπων και πραγμάτων των περασμένων εποχών περνούν εις τον ρεμβασμόν μου. Και εις την γραμμήν των φώτων της παραλίας βλέπω τους πυρσούς των βιγλών του Φαλήρου, όταν ειδοποίουν τους κατοίκους των Αθηνών διά την εμφάνισιν πειρατικών πλοίων. Οι Αθηναίοι, βλέποντες τα σήματα του κινδύνου, φεύγουν έντρομοι προς τα όρη, όπου ίσως άλλοι λησταί τους περιμένουν.

Και το βασιλόπουλο ξεκίνησε πάλι, διάβηκε όρη και βουνά, διάβηκε θάλασσες και ποτάμια κ' έφτασε ένα δειλινό στο μαγεμένο περιβόλι. Τα δένδρα σαν το είδαν από μακρυά, μετανόησαν που το είχανε προδώσει με το βουητό τους, το λυπηθήκανε και τούδειξαν μακρυά, στην κορυφή του βουνού, το σιδερένιο πύργο, που ήταν κλεισμένη η βασιλοπούλα.

Ο Ροδανός ορμά πέραν κάτω από τα υψηλά χιονοσκεπή της Σαβοΐας όρη. Εδώ, ουχί μακράν της εις την λίμνην εκβολής του κείται εν τη λίμνη νήσος μικρά· είναι τόσον μικρά, ώστε αν την βλέπη κανείς από την ακτήν, φαίνεται ως φορείον μέσα εις τα νερά.

Αφού ωμίλησεν ούτω έπεμψεν άνθρωπον προς ένα των βουκόλων του Αστυάγους, καλούμενον Μιτραδάτην, τον οποίον ήξευρεν ότι είχε νομάς αρμοδιωτάτας προς εκτέλεσιν του σχεδίου τούτου και όρη γέμοντα αγρίων θηρίων. Ο άνθρωπος εκείνος είχε νυμφευθή μίαν συνδούλην του ήτις ωνομάζετο ελληνιστί μεν Κυνώ μηδιστί δε Σπακώ, διότι την κύνα οι Μηδοί καλούσι σπάκα.

Διά ν' αποφύγουν τας πρωινάς σκηνάς, δεν τον είχον παραλάβει εις τον απογευματινόν περίπατον. Όταν δε ο Μανώλης τον επανείδε, τον ενηγκαλίσθη με διάχυσιν και του είπε: — Δεν ξαναπάμε μπλιο στα όρη, αι, Τριαμάτη; Στο χωριό 'νε καλά.. . έχει και κοπελιές ώμορφες. Είδες εσύ το Πηγιό, πούχει τσοι βασιλικούς και τα μαύρα μάτια; ... Δεν ξαναπάμε στα ωζά, αι, Τριαμάτη;

Τοσούτον δ' είχε κυριευθή υπό της ιδέας αυτής η λυγερή ώστε ανεπήδησεν έντρομος, ακούσασα αίφνης την φωνήν του ανδρός της και εις την πρώτην αυτής ορμήν, δεν εσκέφθη τι άλλο ειμή να συσπειρωθή εις μίαν γωνίαν, όπως οι Πρωτόπλαστοι μετά το αμάρτημα, ακούσαντες την φωνήν του Θεού. — Ε, Σμάλτω· δε γροικάς, ορή! ηκούσθη πάλιν απ' έξω η φωνή του Στάθη, ανυπόμονος.

Αντί δε να μεταβή εις την πατρικήν οικίαν, οπόθεν θα ωδηγείτο πάλιν την επιούσαν προς τον φοβερόν καλόγηρον, ετράπη την προς τα όρη άγουσαν και μετά τινας ώρας ευρίσκετο εις την μάνδραν του πατρός του.

Διότι από τα όρη μερικά τώρα μεν έχουν τροφήν μόνον διά μελίσσας, δεν είναι δε πολύς καιρός, που εκόπησαν από εκεί ξύλα διά τας μεγαλυτέρας οικοδομάς, των οποίων ακόμη τώρα σώζονται στέγαι αβλαβείς.

Και ο ξανθός Μενέλαος εβάρυνε και είπε• «Ω Θε, 'ς την κλίνην ήθελαν ανδρός ανδρειωμένου εκείνοι, 'που 'ναι άνανδροι, τωόντι να πλαγιάσουν! και ως ελαφίνα, αν δυνατού λεονταριούτον λόγγο 335 κοιμίση βυζανάρικα νεογέννητα λαφάκια, όρη κατόπι αναζητά και χορτερά λαγκάδια βόσκοντας, και εις την κοίτη του γυρίζει έπειτα εκείνος, και τρομερά με τα παιδιά χαλά και την μητέρα• όμοιοαυτούς ο Οδυσσηάς φρικτό θα φέρη τέλος. 340 και ω Δί', Αθήνη, Απόλλωνα, αν τέτοιος, ως εφάνητην Λέσβο την καλόκτιστη, 'που αμέσως εσηκώθητην πρόκλησι, κ' επάλαισε με τον Φιλομηλείδη, και ανδρεία τον κατάβαλε, και όλ' οι Αχαιοί 'χαρήκαν,— αν τέτοιος έλθ' ο Οδυσσηάς να πέσ' εις τους μνηστήραις, 345όλους ταχύς ο θάνατος, πικρός θα γίν' ο γάμος, και τούτα, οπού παρακαλείς και μ' ερωτάς, δεν θέλει άλλα σου ειπώ ξεφεύγοντας, ουδέ θα σ' απατήσω, αλλ' όσα μου 'πε ο άψευτος γέροντας της θαλάσσης, ένα προς ένα θα σου ειπώ, κανένα δεν θα κρύψω. 350

Διά να εκτελέσης τας θυσίας σου ανέβασες την στρωμνήν σου, εις τα όρη!

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν