Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
Είσαι βασιλιάς νέος λαού μεγάλου και θα σου αφήσω κτήματα πολλά, όσα επήρα κ' εγώ απ' τον πατέρα μου. Λοιπόν, τι σου έχω κάμει κακό, και τι σ' εστέρησα; Δεν θέλω να πεθάνης εσύ για μένα, μα ούτ' εγώ για χάρι σου πεθαίνω. Συ την ζωή την αγαπάς· εγώ, νομίζεις, όχι; Του κάτω κόσμου η ζωή είναι μακρυά κ' αιώνια, εδώ επάνω η ζωή είν' λίγη μα γλυκειά είναι.
Αριστερά σε μακρινό διάστημα, επάνω από τους ζυγούς, εκεί που δεν έφτανε τα ανθρώπινο μάτι ήταν όμως ασήκωτος ο λογισμός του Θεού, στη χαρά και την ακολασία παραδομένα ούρλιαζαν τα Ιεροσόλυμα, τα άσμα των Προφητών και η λατρεία λαού μεγάλου. Απάνω εμοσχοβολούσεν ακόμη ο απέραντος αγρός από τους πόθους του Βοόζ και της Ρουθ την παρθενιά και κάτω έχασκεν η κοιλάδα στη χάρι τ' ουρανού αχόρταστη.
Θυμόσαστε ακόμη την ημέρα που σας έδωκα το Χουσδάν, το καλό μου το σκυλλί; 'Α! αυτός μ' αγάπησε πάντοτε, και προς χάρι μου θα την άφηνε την Ιζόλδη την Ξανθή. Πού είναι; Τι τον κάματε; Αυτός τουλάχιστον θα με ανεγνώριζε. — Θα σας ανεγνώριζε; Λέτε μια τρέλλα.
Από δω και πέρα, αν δεν μου δώστε ικανοποίησι, μάθετε ότι σας προκαλώ». Ο Τριστάνος απάντησε: «Ναι, ήρθα εδώ σε σας για δυστυχία σας. Αλλά μάθε τη συφορά μου, ωραίε γλυκέ φίλε, αδερφέ και σύντροφε, και ίσως η καρδιά σου μαλακώση. Μάθε ότι έχω μια άλλη Ιζόλδη, ωραιότερη απ' όλες της γυναίκες, που υπέφερε και υποφέρει ακόμη προς χάρι μου χίλιες πίκρες. Βέβαια η αδερφή σου με αγαπά και με τιμά.
«Τριστάνε, λέγει ο Βασιληάς, τώρα πεια καμμιά διάψευσι δεν περνάει. Αύριο θα πεθάνετε». Του φωνάζει: «Μεγαλειότατε, χάρι ζητώ. Για τόνομα και για τα πάθη του Χριστού, Μεγαλειότατε, έλεος για μας! — Μεγαλειότατε, εκδίκησι! φωνάζουν οι προδότες. — Ωραίε θείε, δε σας ικετεύω για τον εαυτό μου.
Από την βρύσιν εκείνην, πράγματι, μόνον τα πετεινά τ' ουρανού ηδύναντο να πίνουν. Η Χαδούλα έκυψε κ' έπιε . . . — Αχ! καθώς πίνω απ' τη βρυσούλα σας, πουλάκια μου, είπε, δώστε μου και τη χάρι σας να πετάξω! . . . Κ' εγέλασε μονάχη της, απορούσα πού εύρε τον αστεϊσμόν αυτόν εις τοιαύτην ώραν. Αλλά τα πουλιά, όταν την είδαν, είχαν αγριεύσει, κ' επέταξαν έντρομα . . .
Δεν θενά πάθη τίποτε, μόνο απ’ τας Θήβας μακριά θα φύγη απείραχτος ο δολοφόνος. Αν λάχη πάλι και κανείς σε σας γνωρίζη, πως είν’ αυτός που εσκότωσε τον βασιλέα απ’ άλλη χώρα μακρινήν, ας μη το κρύψη και πλούσια του υπόσχομαι θα τον αμείψω, χάρι γι’ αυτό παντοτεινή θα του χρωστάω.
ΚΡΩΒ. Όχι όλοι• μερικοί είνε καλλίτεροι, άλλοι μεγαλείτεροι στην ηλικίαν και άλλοι ασχημότεροι. ΚΟΡ. Πρέπει να κοιμούμαι και με αυτούς; ΚΡΩΒ. Ναι, κόρη μου, διότι οι άσχημοι δίδουν και τα περισσότερα, οι δε ώμορφοι νομίζουν ότι σου κάνουν και χάρι με την ωμορφιά των.
Αλλά ήρθα εγώ, και τι έκαμα; Δεν έπρεπε να ζη ο Τριστάνος στο παλάτι του Βασιληά, με εκατό νεαρούς ακολούθους γύρω του που θα τον υπηρετούσαν για να τους χρίση μια μέρα ιππότες; Δεν έπρεπε, γυρίζοντας με τάλογό του στης Αυλές και στης Βαρωνείες να ζητάη κατορθώματα και περιπέτειες; Αλλά προς χάρι μου ξεχνάει όλες αυτές της δόξες, εξορισμένος από την Αυλή, καταδιωγμένος σ' αυτό το δάσος, και ζη έτσι σαν άγριος!...»
Μέλισσα της Μούσας! κάθε Χάρι σ' έθρεψε μ' άφθονη τροφή! για χάδια και φιλιά μορφή! άνοιξε, δος μου ένα φιλί, πονώ για σε, πονώ πολύ! Α μπα! Α' ΓΡΑΥΣ Μα πώς; εκτύπησες για να μου 'ρθής απάνω. ΝΕΑΝΙΑΣ Μπα! κάλλιο να πεθάνω! Α' ΓΡΑΥΣ Τι αγαπάς λοιπόν εσύ, κ' ήλθες 'ς αυτά τα μέρη με το δαδί στο χέρι; ΝΕΑΝΙΑΣ Κάποιον βαρβάτον θέλω. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν