Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Θακουστούν από χιλιάδες χιλιάδων ταπεινωμένα σκλαβόπουλα, που θα γείνη η ταπεινωσύνη τους περηφάνεια, κι ο φόβος τους θάρρος, και θα τρέξουν από τα λησμονημένα τα νησιά τους ν' αποσώσουν της Μπόμπας το θάμα. Άγιε μου Πατέρα, Σου είπα την ταπεινή μου τη γνώμη, το τι μπορεί ν' ακολουθήση αν λυσσάξουν οι λύκοι.

Και ωρισμένως, αν αποθάνη και κανείς με αυτόν τον τρόπον, να θεωρηθή ο φόνος ότι έγινε ακουσίως, και να γίνη παραδεκτόν ο φονεύς να καθαρθή συμφώνως με τους νόμους και να είναι αμόλυντος εις τας χείρας, με την σκέψιν ότι, όταν αποθάνουν όχι πολλοί άνθρωποι, θα γεννηθούν πάλιν άλλοι όχι κατώτεροι, όταν όμως αποθάνη ο ίδιος ο φόβος, διά να ειπώ ούτω πως, εις όλα αυτά, δεν θα ευρεθή έλεγχος των καλλιτέρων και των χειροτέρων, το οποίον δεν είναι διά την πόλιν ολίγον μεγαλίτερον κακόν από εκείνο.

12. »Τις ήτο λοιπόν η φιλία αύτη παρά η σταθερά ελευθερία την οποίαν είχαμεν περιποιούμενοι αλλήλους μετά δυσπιστίας ; Οι μεν Αθηναίοι μας επεριποιούντο ένεκα φόβου εν καιρώ πολέμου, ημείς δε επράττομεν προς αυτούς το αυτό εν καιρώ ειρήνης· και ενώ παρά τοις άλλοις η αγάπη βεβαιώνει την πίστιν, εις ημάς έκαμνεν αυτήν ισχυράν ο προς αλλήλους φόβος, διότι μάλλον υπό φόβου ή υπό φιλίας εμποδιζόμενοι εμένομεν σύμμαχοι· και οι ταχύτερον ενθαρρυνθέντες διά της ασφαλείας, εκείνοι έμελλον πρώτοι να διαλύσουν τας συνθήκας.

Ύστερον δε ότε απεκλείσθη εν τη λίμνη των Ιωαννίνων και έβλεπε προεγγίζοντα τον αναπόφευκτον όλεθρον, εν ω την ακαταδάμαστον αυτού ψυχήν δεν κατέβαλεν ο φόβος του θανάτου, την κατεσπάραττεν η ιδέα ότι η Βασιλική έμελλε να περιέλθη εις χείρας των εχθρών του.

Την νύκτα, ενώ εσύριζεν ο άνεμος περί την σκέπην του εξώστου μου και η θάλασσα εβρόντα κάτωθέν μου, ήκουσα αίφνης ξύλου τριγμόν και ησθάνθην τον εξώστην σεισθέντα υπό την κεφαλήν μου. Το πρώτον μου αίσθημα ήτο αίσθημα τρόμου. Αλλά διήλθεν ο φόβος ως αστραπή, και επλήσθη χαράς η καρδία μου. Επί τέλους! Ανέκυψα και εκάθισα βλέπων κάτωθεν μου την αφρίζουσαν θάλασσαν. Έσεισα τον εξώστην.

«Βασίλισσα, είπε, το χρυσάφι είναι καλό» και βγάζοντας το δαχτυλίδι του Τριστάνου, τώβαλε δίπλα. «Κυττάχτε, Βασίλισσα: το χρυσάφι αυτής της πόρπης είναι πολυτιμότερο, κι' όμως κι' αυτού του δαχτυλιδιού το χρυσάφι την έχει την αξία του...» Όταν η Ιζόλδη ανεγνώρισε το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, τρεμούλιασε η καρδιά της κι' άλλαξε το χρώμα της, — φόβος την έκοψε τι θάκουγε.

Αν και είχανε μάθει ν' ακούνε στη φωνή και να μερόνουν με το σουραύλι και να μαζεύουνται με το χτύπημα των χεριών, όμως τότες ο φόβος τάκανε να τα λησμονήσουν όλα. Και μόλις βρίσκοντάς τα από τ' αχνάρια σαν τους λαγούς, τα πήγανε στα μαντριά. Εκείνη μονάχα τη νύχτα κοιμήθηκαν ύπνο βαθύ κ' η κούραση γίνηκε γιατρικό στον ερωτικό τους πόνο. Μα όταν ξημέρωσε πάλι, πάλι υπόφερναν τα ίδια.

Ενταύθα ο Γύφτος έκαμεν άκων κίνημά τι της κεφαλής. — Ούτε τα τέκνα σου, επανέλαβεν εμφαντικώς ο άρχων, και δεν ψεύδομαι. Ούτε αυτή η ιδία θα πάθη τι. Ο Γύφτος εκάλυψε το πρόσωπον με τας δύο χείρας. — Τω όντι είσαι αξιολύπητος, είπεν ο άρχων. Αξιολύπητος όχι διότι επίκειται κατά σου δυστύχημα τι· περί τούτου ουδείς φόβος.

Προ πολλού μεν ο Θηραμένης διέσπειρε τας φήμας ταύτας· και αφού οι πρέσβεις επέστρεψαν εκ της Λακεδαίμονος χωρίς να κατορθώσουν ουδέ συμβιβασμόν, είπεν αναφανδόν ότι φόβος υπήρχε μήπως το τείχος εκείνο επιφέρη την καταστροφήν της πόλεως.

Ο ιερεύς επρόφερεν ούτω τους όρους sopra vento και sotto vento, ήτοι το υπερήνεμον, και υπήνεμον, εννοών ειδικώτερον το βορειοανατολικόν και το μεσημβρινοδυτικόν. — Από Σταβέτ, παπά... μα είναι φόβος μην τονέ γυρίση στο μαΐστρο. — Μα ... τότε πρέπει να πέσουμε να πεθάνουμε, είπεν ως εν συμπεράσματι ο ιερεύς. Δεν είναι λόγια αυτά, Πανάγο.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν