Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Έστειλε και εις τον Βασιλέα της Κιρκασίας και του εζήτησε βοήθειαν ο οποίος του έστειλεν εξήντα χιλιάδας στράτευμα διαλεχτόν εις βοήθειάν του, υποκάτω εις την κυβέρνησιν ενός Βεζίρη του· και όντας όλα έτοιμα, εκίνησαν εναντίον του εχθρού και ανταμωνόμενα τα δύο στρατεύματα, άρχισαν μίαν ταχινήν τον πόλεμον, εις τον οποίον ο Καλάφ έδειξε μεγάλες ανδραγαθίες αλλά, φθάνοντας το βράδυ, ετραβήχθησαν και τα δύο μέρη διά να αναπαυθούν.

Φθάνοντας ως τόσον η νύκτα ο Βαχμάν επήγε και εκάθησεν εις ένα σκαμνί, και έκαμε να του βάλλουν δύο κηρία αναμμένα έμπροσθέν του επάνω εις μίαν ταύλαν· έβγαλε το σπαθί του από το θηκάρι, διά να το έχη έτοιμο να το μεταχειρισθή, αν του ήθελε κάμει χρεία, και να το βάψη εις το αίμα μου διά την ατιμίαν πού έκαμα της τιμής του· και εις κάθε στιγμήν με ανάμενε με ανυπομοσίαν διά να με ιδή να υπάγω.

Ένας ψαράς βγαίνοντας ένα πρωί με το πλοιάριόν του να ψαρεύση κατά την συνήθειάν του, και φθάνοντας εις ένα κόλπον της θαλάσσης έρριψε τα δίκτυά του, με ελπίδα διά να εύρη πράγμα· αλλά ματαίως εκοπίασεν ο δυστυχής επειδή τρεις φοράς οπού τα έρριψε δεν έβγαλε άλλο παρά ένα σκέλεθρον ζώου, κόκκαλα από πίννες και αχιβάδια ξηρά και άδεια, και ευρίσκετο εις μεγάλην λύπην ο δυστυχής μη έχοντας άλλον τρόπον να βγάλη την ζωοτροφίαν του σπιτιού του· μάλιστα είχε κάμει όρκον να μη ρίχνη τα δίκτυά του πλέον παρά τέσσερες φορές την ημέραν· όθεν δεν του έμενεν άλλη ελπίδα παρά να τα ρίψη και τετάρτην φοράν.

Φθάνοντας το λοιπόν η νύκτα, ηθέλησα να πάρω θέλημα από την Γαντζάδα διά να τραβηχθώ εις το κονάκι μου· μα αυτή με πρόσωπο κακιωμένο μου είπε· πώς το λοιπόν, ακόμη στοχάζεσαι διά να με παρατήσης, ύστερον αφού με εβεβαίωσες, ότι θέλεις κάμει εκείνο που εγώ θελήσω; δεν εκαρτερούσα να μου κάμης ποτέ αυτό το ζήτημα.

Όθεν διά νυκτός καβαλλικεύοντας ένα του καλόν άλογον, και χωρίς να πάρη τινά εις την συντροφιάν του εμίσευσε διά την Μπάσρα· Φθάνοντας δε εκεί ύστερον από μερικών ημερών περιπάτημα, επήγε και εκόνευσεν εις ένα χάνι κοντά εις την πόρτα του κάστρου, και αφού αναπαύθη ολίγον έκραξε τον χαντζή, ο οποίος ήτον ένας σεβάσμιος γέρων, και του λέγει· αλήθεια ευρίσκεται εδώ ένας άνθρωπος, που ονομάζεται Αμπτούλ, ο οποίος υπερβαίνει τους μεγαλυτέρους βασιλείς εις την γενναιότητα και μεγαλοπρέπειαν; Ναι, αυθέντη μου, απεκρίθη ο χαντζής, και αν ήθελα έχω χίλια στόματα, δεν ήθελα δυνηθή να διηγηθώ τα πλούτη του, τα γενναία του κατορθώματα, και τες χάρες που καθημερινώς δείχνει εις όσους εις αυτόν συντρέχουν.

Και φθάνοντας εκεί ο Απόλλων με διώχνει, ανάξιος λέγοντας τάχα πως είμαι απάντησι σε όσα ρωτώ, καμμιά να λάβω. Άλλα όμως φοβερώτερα μάντεψε ο Φοίβος. Πως τάχα με τη μάνα μου το αίμα θα σμίξω και γενεάν αισχρότατη στο φως θα φέρω, και του πατρός μου πως φονιάς μέλλω να γείνω.

Και φθάνοντας εις το σπίτι του τον εδέχθησαν τα παιδιά του και η γυναίκα του μετά χαράς μεγάλης· αλλά βλέποντάς τον έτσι λυπημένον συνεπέραναν ότι θα του συνέβη κάτι εις το ταξείδι του· και όταν έμαθον παρά του ιδίου τα όσα του συνέβησαν με το Τελώνιον έπεσαν όλοι εις μεγάλην λύπην και θρήνον απαρηγόρητον, και μάλιστα διά τον όρκον, που ήτο αδύνατον να τον παραβή, όθεν και το συμβάν εφαίνετο αθεράπευτον.

Φθάνοντας δε εις το Μπαγδάτι ευρέθηκα εις πολλά δυστυχισμένην κατάστασιν· επειδή δεν μου έμειναν άλλα δηνάρια από την απερασμένην μου ευτυχίαν, παρά ένα φλωρί μόνον.

Φθάνοντας και εμπαίνοντας μέσα, ηύρε ένα Γέροντα, οπού εδείπναγε με την πολυάριθμην φαμηλιά του, και οπού ό,τι τον ίδε, καλώς ώρισες ξένε, του είπε. δεν ήρθες σε μέρος, οπού να μη γνωρίζουν φιλοξενίαν και λέγοντας, τον έκαμε τόπον να καθήση συμμά του.

Δεν είχα φθάσει ακόμη εις το ήμισυ της στράτας, και ιδού που βλέπω τον Αμαδεδίν να έρχεται με πολύν λαόν, και με τους προεστούς του Μουσούλ εις συναπάντησίν μου και φθάνοντάς με επέζευσεν ευθύς από το άλογόν του, και ήλθε και με επροσκύνησε δείχνοντάς μου την καλήν του προθυμίαν, καθώς εις την επιστολήν του μου το εσημείωνεν.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν