Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Ιουνίου 2025
Πώς; στου απάτητου αυτού πύργου τα στήθη, πατούσε ποδάρι ανθρώπου; Πάντα ίσο το μονοπάτι, πάντα ξάστερο, έφερνε σ' ένα ξόγκωμα του βουνού, κρεμασμένο, μετέωρο, που φαίνουνταν σα να μην είταν ούτε στη γις, ούτε στον ουρανό. Έτριψα τα μάτια μου, και μέτρησα εκεί απάνω καμμιά δεκαριά σπιτάκια πέτρινα, τετράγωνα, κατάκλειστα που τάλουζε κ' αυτά αδιάκοπα η βροχή.
Κάτου στα θεμέλια του πύργου, οπεκρεμώταν χοντρός κ' ισοκατέβατος, έκλειναν κάθε μπασιά κ' έφραζαν κάθε πόρο βατουλιώνες αδιάβατοι, που άπλωναν πέρα δώθε τους χλαμούς τους αγκαθερούς και θρεμένους.
Ο Μιλέζος με το κεφάλι γερμένο δεξιά ανακάτεψε σκεφτικός τα χαρτιά κοιτάζοντας πότε τον ένα πότε τον άλλο από τους συντρόφους του. «Στα πόσα η μίζα;» «Πενήντα λιρέτες», απάντησε ο Τζατσίντο. Έβγαλε το χαρτονόμισμα της τοκογλύφου. Έχασε. Πάνω στο μαύρο λυχνάρι η μικρή γαλαζωπή φλόγα, ακίνητη έμοιαζε με το φεγγάρι πάνω από τα ερείπια του πύργου. Κεφάλαιο ένατο
Ως να είχον στήσει σκοπιάν επί του πύργου των Μαγδάλων διά ν' ανακαλύψωσι το ιστίον του πλοιαρίου Του, μόλις επάτησε τον πόδα επί της όχθης, και ήλθον εις συνάντησίν Του.
Τα τείχη του πύργου είχον σχασθή άνωθεν έως κάτω, ως υπό κεραυνού· πολλά δωμάτια ήσαν ακατοίκητα, πολλαί θύραι άνευ φύλλων, πολλά παράθυρα άνευ θριγκών, ταλαντευόμενα πενθίμως εις το κενόν. Το σαράκι υπέσκαπτε νυχθημερόν τα ξύλα του, οι ποντικοί τα θεμέλιά του, η βροχή τα κονιάματά του. Ολόκληρος ο πύργος ήτο σιωπηλός και ψυχρός· έκλινεν εις την φθοράν, όπως παν ό,τι αφεθή εις την τύχην του.
» Έβγα, Κυρά πεντάμορφη, και Κορασιά του Πύργου! » Έβγα στο παραθύρι σου το σιδηροφραγμένο, » Για να με ιδής πως έρχομαι γυναίκα να σε πάρω, » Γιατ’ είμαι άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι!»
Ήτον ωχρά, ροδίνη, χρυσαυγίζουσα και μου εφαίνετο να ομοιάζη με την μικρήν στέρφαν αίγα, την μικρόσωμον και λεπτοφυή, με κατάστιλπνον τρίχωμα, την οποίαν εγώ είχα ονομάσει Μοσχούλαν. Το παράθυρον του πύργου το δυτικόν ηνοίγετο προς τον λόγγον, ο οποίος ήρχιζε να βαθύνεται πέραν της κορυφής του βουνού, όπου ήσαν χαμόκλαδα, ευώδεις θάμνοι, και αργιλλώδης γη τραχεία. Εκεί ήρχιζεν η περιοχή μου.
Ο φλόμος μύριζε τριγύρω, το γαλαζωπό φεγγάρι έλαμπε πάνω στα ερείπια του πύργου σαν φλόγα σε μαύρο κηροπήγιο και έμοιαζε να μη θέλει να προβάλει ξανά η μέρα σ’ εκείνη τη νεκρή γωνιά του κόσμου.
Τότε οι επίκουρος και πολλοί Σάμιοι εξελθόντες εκ του επάνω πύργου, όστις είναι επί της ράχεως του όρους, αντέστησαν κατά των Λακεδαιμονίων και σχεδόν αμέσως έφυγον οπίσω· καταδιώκοντες δε οι Λακεδαιμόνιοι τους εφόνευον.
Απ' έξω ήτο ένας μικρός καθρέπτης, ο οποίος εσχημάτιζε λίμνην. Τριγύρω εις την λίμνην ήσαν στημένα μερικά δένδρα, εις δε την λίμνην μέσα έπλεαν τρεις κύκνοι. Επί του όλου ήτο ωραίον πράγμα ο πύργος αυτός, αλλά το ωραιότερον από όλα ήτο μία νέα κυρία, η οποία έστεκεν εμπρός εις την ανοικτήν θύραν του πύργου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν