Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Σεπτεμβρίου 2025
Και ούτω με ψαλμούς και ύμνους τη συνοδεία των Πατέρων της Αυτοκρατορικής αυτής Μονής με λαμπάδας και θυμιάματα, και κρουσμένων των σημάντρων, από της παραλίας απεκόμισαν αυτήν εις την Μονήν και έθηκαν εν ωρισμένη θέσει εντός του ωραίου Καθολικού. Αλλά ω θαύμα θαυμάτων! Την επαύριον ευρέθη η αγία εικών εις την Μεγάλην Πόρταν της Μονής, επάνω εις το υπέρθυρον αποκειμένη.
Έτσι λέγοντας επήρε από το χέρι τον βασιλέα Βεδρεδίν, και τους άλλους, και τους έκαμε να περάσουν από δύο οντάδες, και τους έφερεν έως την πόρταν του τρίτου, εις την οποίαν τους είπε να σταθούν με επιμέλειαν και να θεωρήσουν.
Εγώ σου δίδω το θέλημα, απεκρίθη εκείνη· εσύ πρέπει το βράδυ να ευρεθής εις την ιδίαν πόρταν του μετσινίου, και θέλω κάμει να σε φέρουν εδώ. Ετούτο λέγοντας ο Κουλούφ, ευχαριστώντάς την, εβγήκεν από το παλάτι. Φθάνοντας εις την κατοικίαν του, όλην την νύκτα δεν έκλεισε μάτι στοχαζόμενος το κάλλος της Δηλαράς, και τα όσα είδεν εκείνην την ημέραν. Το ταχύ που εσηκώθη ευθύς επήγεν εις τον Βασιλέα.
Το τελώνιον που εις το σύννεφον ήτον, υπήκουσε, και με επήρε. Μα πριν να μισεύσω ευχαρίστησα μεγάλως τον Χεδέρ διά τες χάρες που μου έκαμε, και τον επαρακάλεσα να με ενθυμάται· εις διάστημα τριών ωρών το τελώνιον με έφερεν εις την Μπάσραν, και με απέθεσεν εις την πόρταν μου. &Συμβεβηκός Θ'. του Αμπουλβάρη και τέλος της ιστορίας του.&
Από το άντρον εκείνο ήρχιζεν ένα μονοπάτι, διά του οποίου ανέβαινε τις πλαγίως την απότομον ακρογιαλιάν, κ' έφθανεν εις την κάτω πόρταν του τοιχογυρίσματος του κυρ Μόσχου, του οποίου ο ένας τοίχος έζωνεν εις μήκος εκατοντάδων μέτρων όλον τον αιγιαλόν. Επέταξα αμέσως το υποκάμισόν μου, την περισκελίδα μου, κ' έπεσα εις την θάλασσαν. Επλύθην, ελούσθην, εκολύμβησα επ' ολίγα λεπτά της ώρας.
Ακόμη του εδιηγήθηκα και τα όσα μου εσυνέβηκαν την άλλην ημέραν, που είχα υπάγει εις την πόρταν του Μουφάκ διά να ζητήσω ελεημοσύνην, και πως εκεί είδα μίαν Κυράν νέαν, από της οποίας την ιδέαν έμεινα τετρωμένος. Εκεί που ανάφερα το όνομα του Μουφάκ, εθεώρησα τους οφθαλμούς του Κατή να ανάπτουν από θυμόν.
Αυτή έμεινε πολλά ευχαριστημένη εις την απολογίαν που της έκαμα, και εις καιρόν που ετοίμαζε διά να μου δώση σημείον της αγάπης, που εις εμέ έδειχνεν, ιδού που ακούμε ένα μεγάλον κτύπον εις την πόρταν του χοντζερέ όπου ευρισκόμασθε. Ημείς εμείναμεν ωσάν νεκροί από τον φόβον μας· ω ουρανέ, φώναξεν η Δαρδενέ, ημείς είμασθε χαμένοι· ετούτος είνε ο βασιλέας.
Εις αυτό το διαμέσον, που ο Κουλούφ εβεβαίωσε την γυναίκα του με αυτόν τον τρόπον, ο Ταχέρ, ανυπόμονος διά την άργητα, πηγαίνει και κτυπά την πόρταν, λέγοντας με φωνήν αγρίαν· τι αργείς ω Χουλά, και δεν σηκώνεσαι; η ημέρα αύξησε και εσύ δεν κάνεις το χρέος σου; ή θέλεις να σε παρακαλέσουν; Ο Κουλούφ, εις αυτά τα λόγια δεν έχασε καιρόν εις το να σηκωθή, και ενδυνόμενος εβγήκε, και εσυναπάντησε τον Ταχέρ, ο οποίος τον επήρε ευθύς και τον έφερεν εις το λουτρόν και αφού απολούσθηκε, τον επήγεν εις τον πατέρα του εκεί που ήταν και ο Αναΐππης.
Και της έκαμναν προικιά και πανωπροίκια. Διά τούτο και ενίκησεν αυτή. Άμα ενύκτωσεν, η Αφέντρα ήναψε τον λύχνον, έκλεισε την πόρταν της και πλύνασα τα αγρολάχανα, τα έβαλεν εις το μικρόν χάλκωμα, έχυσε νερόν εντός, έρριψε ξηρά ξύλα εις την εστίαν, και ανεβίβασε το χάλκωμα εις την πυροστιάν· είτα ήρχισε να φυσά το πυρ.
Εις ετούτα τα λόγια αυτός με εσήκωσεν εις τον αέρα, και με έφερε μαζή του εις εκείνο το νησί. Επλησιάσαμεν εις την πόρταν του πύργου, που ήτον σιδερένια, η οποία διά προσταγής του ευθύς άνοιξε. Και εμβαίνοντας εις τον πύργον είδα τελώνια εις πλήθος πολύ φορτωμένα αλύσους, και ανάμεσα εις αυτά εγνώρισα διάφορα από εκείνα, που τους ήμουν σκλάβος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν