Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Φαίνεται πως η μυριόδοξη η Πνύκα δεν είχε πέραση στην Αθηναίικη πολιτεία σε κείνους τους χρόνους. Σα να είτανε μάλιστα και καταδικασμένη σε σιωπή. Όταν οι Ρωμαίοι οι στρατηγοί είχαν ή προσταγή ή φοβέρα να τους μηνύσουν, την Πνύκα δεν την καταδέχουνταν· ανεβαίνανε σε «βήμα» αρχοντικώτερο, ίσως μαρμαροπελέκητο, αντίκρυ στην περίλαμπρη στοά του Κεραμεικού.

Αφού τώθελε ο Μόχογλους κη μπιστόλα του να γίνη τούρκος, ήτον αναγκασμένος να γίνη. Και δεν ήτο το ίδιο; Δεν θα πήγαινε πεια στην εκκλησία, αλλά στο τζαμί, δεν θα λεγότανε Γιάννης, αλλά Τζαφέρης. Και πάντα θα κολαζότανε. Μπορούσε να παραβή την προσταγή τον τυράννου και χωρατά αν του τώκαμε; Ενώ έτσι σκεπτότανε, αναστέναζε κέλεγε: — Άχι!

Τότ' όλ' εκεί εφώναξαν οι Αχαιοί οι άλλοι, Τον ιερέα να 'ντραπούν, και να δεχθούν τα λύτρα. Όμως ο Αγαμέμνονας δεν τ' άρεσ', ο Ατρείδης· Αλλά κακά τον έδιωξε, και προσταγή φρικτή 'πε·

Όλα τα κακά μας ήρθαν μαζεμένα στο κεφάλι μας! είπε ο γέρος ο βασιλιάς. Και σα γυρίση με το καλό το βασιλόπουλο και σαν του βάλω την κορώνα με τα χέρια μου, που θενά βρης το τάξιμο που τούταξες για την καινούργια τη βασίλισσα ; Και τον πήρανε τα δάκρυα. Έβγαλε προσταγή ο βασιλιάς, ανθρώποι μπιστεμένοι ναπολυθούνε σ' όλο το βασίλειο, να πάρουνε βουνά και λόγγους, να βρούνε το χαμένο θησαυρό.

-Ένας πιστός σε νόμο πιο μεγάλο, σε δύναμη στον κόσμο πιο τρανή.» -Εδώ ο τόπος δεν 'ξέρει νόμον άλλο παρά του βασιλιά την προσταγή», είπε ο άρχοντας, «κι αυτή είναι » Στο νόημά του ο νέος κλείστηκε μέσα στα σπαθιά· οι συναγμένοι πριν ολόγυρά του μέσα στο πλήθος σκόρπισαν γοργά.

Είπε, κι' εκείνος άκουσε την προσταγή του Δία, και χύθη κάτου απ' τα βουνά της Ίδας σαν αγιούπας, σα φασσοφάγος άφταστος πούναι στον κόσμο απ' όλα το πιο γοργόφτερο πουλί.

Επίμενα όμως πάντα να ρίχνω κάτω κατά την προσταγή κρύον, σκληρόν, απελπιστικόν τον λόγο μου: — Τίποτα! — Έτσι; είπε· καλά· φέρε απάνω το 'κόνισμα. Κ' ετίναξε σύγκαιρα τέτοια αγριοβλαστήμια που και το ξύλο &ακόμη ανατρίχιασε. Δεν ήταν άθεος ο καπετάν Δρακόσπιλος ήταν όμως θαλασσινός. Οι βλαστήμιες σ' εμάς είν' ένα από τα προστάγματα που κυβερνιέται το πλεούμενο.

Μα όποιος την προσταγή μου θέλει παρακούση, άντρας, γυναίκα κι ό, τι ’ναι τ’ ανάμεσό τους, απόφαση θανατική γι’ αυτόν θε να ’βγη, του λαού το πετροβόλισμα δε θα ξεφύγη. Τ’ ακούς ή δεν τ’ ακούς; ή σε κουφό τα λέω;

Μον αν το κρίνης εύλογο, το στοχαστής αρμόδιο, Καταπώς είμαστε μαζί να τρέξωμε όλοι αντάμα, Βοήθια να τους δώκομε με λόγο και με πράμμα· 580 Ή το φριχτό και φλογερό δικό σου αστροπελέκι, Πουτων ποδιών σου το θρονί πάντ' αναμμένο στέκει· Οπού Γιγάντους φλόγισε, Τιτάνες έχει κάψη, Αυτό να ρίξης μια βροντή, αυτό σ' αυτούς ν' αστράψη· Σ' αυτούς να πέση ανάμεσα, να νιόσουν την οργή σου. 585 Να χωριστούν, να δοκηθούν, πως είναι προσταγή σου.

Την παραμονή της μέρας που ορίστηκε για να εφαρμοστή η φοβερή προσταγή, καθισμένος ο Διοκλητιανός κοντά σε παράθυρο του Παλατιού και κοιτάζοντας τη μεγάλη Εκκλησιά της Νικομήδειας, στημένη στ' αψηλότερο κι ωραιότερο μέρος της, συζητούσε με το Γαλέριο πώς να την ξολοθρέψουν την Εκκλησιά, μ' αξινάρια ή με φωτιά. Τηνέ φοβούνταν τη φωτιά οι Ρωμαίοι, μην τύχη και κάψη και τους άλλους μαζί.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν