Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Ως πτηνά συγχρόνως, ανάλογοι ναύται εθεάθησαν επάνω εις τους εξαρτισμούς του πλοίου, το οποίον ιδού άνοιξεν ένα-ένα τα πανιά του, και ταλαντευθέν επιχαρίτως δεξιά και αριστερά εξεκίνησεν ελαφρά, ως πάπια ξεκολλήσασα πλέον από το έλος, αφού εξετίναξε με χαράν τα δυο κοντά πτεράκια της.
Διότι μου φαίνεται ότι δεν επιτρέπεται αργοπορία, αλλά τώρα παρά ποτέ άλλοτε θα ηυχόμην να είχα νεανικήν δύναμιν. Και πρώτον μεν προς αυτούς ας διευθύνωμεν ευνοϊκόν άνεμον, όπως εκείνον που φουσκώνει τα πανιά των πλοίων.
Οι ναύται είτα ευφροσύνως πίνουσι το προσενεχθέν αυτοίς ποτήριον ρουμίου και ανέρχονται οι μεν ν' αντικαταστήσωσι την βάρδιαν, οι δε να τακτοποιήσωσι τα επί του καταστρώματος αντικείμενα μετακινηθέντα εκ του νυκτερινού σάλου. Τα πανιά δουλεύουν.
Αμέσως τότες κ' οι πεντακόσοι επίσκοποι της Χαλκηδόνας γυρίζουνε τα πανιά τους κατά τον καινούριο αγέρα που φύσηξε, και διαδίνουν πως άλλη σύνοδο τώρα δεν παραδέχουνται παρά τις πρώτες τρεις, Νίκαιας, Κωσταντινούπολης κ' Έφεσος, και πως τα πραχτικά της Χαλκηδόνας με τη βία τα υπόγραψαν.
Τέσσεροι φλόκοι εμπρός και πέντε πανιά στο πλωριό κατάρτι· τρεις στραλιέρες στη μέση και μπούμα και φλις στο πρυμιό κατάρτι. Μα το ξύλο έμενε ακίνητο σαν βάρυπνο. Ρίζες έρριξε, νομίζεις, στον βυθό κ' έμελλε να βλαστοβολήση. Αποκαρωμάρα εβασίλευε περίγυρα, από άνθρωπο σε ξύλο, από θάλασσα σε ουρανό.
Ενθυμείτο τους στίχους τούτους, αλλά δεν ήθελε να τους τραγουδήση. Του εφαίνετο ότι δεν έχουν πλέον τον τόπον των. Τουναντίον, το άσμα της νυκτός εκείνης έκρινεν ότι ήτο προσφυέστατα το προσφιλές άσμα της Λιαλιώς: Πότε να κάμουμε πανιά, να πιάσω το τιμόνι, να ιδώ τα πέρα τα βουνά, να μου διαβούν οι πόνοι!
Ο νέος έλαβε την τόλμην να την παρακαλέση· — Πώς το έλεγες εκείνο το τραγούδι, που τραγουδείς κάποτε; — Ποιο τραγούδι; — Το τραγούδι... που λέει για πανιά, για τιμόνι... και για τα πέρα βουνά, εψέλλισεν ο νέος. Και πάραυτα ήρχισε μετά τρυφεράς μεσοφωνίας, μετά ψιθύρου παθητικού τόνου να υποτερετίζη: Πότε θα κάμωμε πανιά, να κάτσω στο τιμόνι, να ιδώ τα πέρα τα βουνά, να μου διαβούν οι πόνοι!
Ο αέρας όλο κ' εδυνάμωνε. Οι σπηλιάδες έρχονταν συννώτερες και τα πανιά ένα με το άλλο άρχισαν να γεμίζουν, να γουβώνουν σαν μεγάλες αχιβάδες, τα ξάρτια και οι μακαράδες να τριζοβολούν. Ο γέρος έδινε τόρα τα προστάγματα γοργά· οι ναύτες έτρεχαν από σκότα σε σκότα· η γολέτα επηδούσε στα κύματα σαν γοργάλογο στον απλωτό κάμπο και η πλώρη της ελίχνιζε το νερό.
Έκαμαν έπειτα πανιά και τράβηξαν κατά τ' Αρχιπέλαγο. Εδώ όμως ο αδιόρθωτος ο Καππαδόκης παραλίγο να το καταστρέψη στην αρχή του όλο το κίνημα. Για να ωφεληθή από την προμήθεια του ψωμιού δεν ταφήκε να ψηθή όσο έπρεπε. Μούχλιασε λοιπόν το ψωμί και χάλασε στο ταξίδι απάνω. Αναγκάστηκε ο Βελισάριος ναράξη στη Μεθώνη και να ξανακάμη προμήθεια.
Μια μέρα, οι άνεμοι έπεσαν, και τα πανιά κρεμόντανε, χαλαρωμένα, σ' τα κατάρτια. Ο Τριστάνος είπε κι' άραξαν σ' ένα νησί. Βαρυεστημένοι από τη θάλασσα, οι εκατό ιππότες της Κορνουάλλης και οι ναυτικοί κατέβηκαν στην παραλία. Μοναχά η Ιζόλδη με μια μικρή υπηρέτρια είχανε μείνει στο καράβι. Ο Τριστάνος ήρθε στη Βασίλισσα και προσπαθούσε να γαληνέψη την καρδιά της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν