Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Και ύστερα; — Ύστερα πηγαίνω με το φεγγάρι. — Μα θα πας; — Θα πάω. — Ξέρεις καλά το δρόμο; — Τι θα πη;... Μπορεί να έχω χρόνια να πάω, μα τον δρόμο τον θυμούμαι... Κ' έπειτα, αν έρθη κανένας απ' τους ξωμερίταις φίλος μου... — Θα τον παρακαλέσω να με πάη ολίγο παραπάνω, είπεν ο μπάρμπα- Κωνσταντός. — Ώστε δεν ξέρεις καλά το δρόμο; — Όχι αλλά... — Φοβάσαι τα στοιχιά; εκάγχασεν ο ιερεύς.

Πώς τον έκανες τον όγκο; … Πες μου, θα σου δώσω άλλα εννέα ρεάλια: έτσι θα κάνω κι εγώ για να μην πάω στο στρατό.» «Πρόσεχε γιατί έρχονται οι καραμπινιέροι.» «Πάψτε. Δεν τρέχει τίποτε.» Ο κόσμος μέριασε για να περάσουν οι καραμπινιέροι: ψηλοί, με κόκκινο και γαλάζιο λοφίο να ανεμίζει σαν φανταστικό πουλί, στάθηκαν επάνω από τους δυο ζητιάνους που βρίσκονταν κουβαριασμένοι καταγής.

Έλα δω, μωρή χαμένη! είπε η γριά στη Μαριανθούλα με τρυφεράδα άρρητη. Μη φοβάσαι, κυρά μου, δεν πεθαίνω εγώ πριν έρθ' ο πατέρας σ', ή πριν παντρέψω εσένα! θα ζήσω ως τότε, κι' ύστερα ας παρουσιαστή ο άγγελος του Κυρίου. Πιστεύω να βρη δρόμο κι' ο πατέρας σ' και να μην πάω με την καρδιά καμένη!

Ο Δημητράκης γύρισε πεισμωμένος μέσα και βρέθηκε κατάμπροστα στον Αριστόδημο. — Η Ελπίς είνε ; τον ρώτησε ξερά εκείνος. — Ποια Ελπίς, βρε αθεόφοβε; Και τούτη θέλεις να μου την αλλάξης! Η φάτσα σου την έδιωξε από τη μάντρα κ' η λέξη σου από την καρδιά μου. Όχι Ελπίς, Ελπίδα τη λένε· Ελπίδα και πάω να την βρω!

Μόνο οι τυχοδιώκτες νεόπλουτοι, σαν τον Μιλέζο τον γαμπρό της, μπορούσαν να μην τις έδειχναν τον πρεπούμενο σεβασμό. «Δώσε τους τα χαιρετίσματά μου και πες στην ντόνα Ρουθ ότι σύντομα θα πάω να την επισκεφτώ.

Δεν θέλω να ξαναμιλήσουμε γι’ αυτό.» Ο Έφις όμως εναντιώθηκε. «Γιατί εγώ δεν του πήγα ποτέ την απάντηση, ντόνα Νοέμι! Πώς μπορούσα να του την πάω; Δεν τολμούσα και γι’ αυτό έφυγα

Μ' όλη μου την κούρασι πήγα στο βουνό και σου μάζεψα λίγα ραδίκια. Με τι θα τα βράσω; Τα δάχτυλά μου νανάψωΚαι βλαστήμησε από μέσα της. «Δίκηο έχεις, γυναίκα, της λέω. Η τύχη μας τώθελε. Στάσου να πάω ως κάτω τον ταρσανά να μαζέψω τίποτε ροκανίδια». Παίρνω το τσουβάλι στον ώμο και τραβάω νηστικός. Ο συχωρεμένος τριγύριζε απάνω κάτω, φουσκωμένος σα γαλί, κι' απόπαιρνε τους μαστόρους.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν