Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Ήκουε μακρόθεν, του εφαίνετο, την χαράν, την ψαλμωδίαν, ησθάνετο εκ των ραγάδων φως, ως της Αναστάσεως φως, και τότε καταπνίγων τον πόνον προσεπάθει να ψάλη, πλην εις μάτην, ότε τέλος ανοίγει η θύρα και έξαλλος βλέπει ο μπάρμπα-Κώστας τα άγιον φως, την λαμπάδα του Πάσχα.
Επέρασε το Πάσχα, επέρασαν μήνες επί μηνών και ο Μανώλην έμενεν αδιόρθωτος. Αλλά και ο Σαϊτονικολής έμενεν ακλόνητος εις την απόφασίν του. Και τώρα έλεγεν ότι θα τον απεκήρυττε και θα τον απεκλήρωνεν, αν έπαιρνεν άλλην παρά την Πηγήν. — Εμένα, έλεγεν, είνε παιδί μου η Πηγή.
Η Μόρφω, λευκή και ωχρά, με τα μαύρα φουστανάκια της, και με το μαύρον μανδήλιον το σκεπάζον τα ξανθά της μαλλιά, ήτο κατηφής, κ' ενεθυμείτο το περυσινόν Πάσχα, όταν έζη η μήτηρ της. Η ατυχής γυνή είχεν αποθάνει από την γένναν της, το παρελθόν θέρος, και το βρέφος μετ' αυτής.
Και παρ’ όλη την έκπληξη της Νοιέμι, που παρακολουθούσε με την κόγχη του ματιού όλες τις κινήσεις του, εκείνος δεν ξαναέβαλε το κρεμαστάρι στη θέση του και κίνησε να φύγει. «Έφις; Φεύγεις;» Σταμάτησε με χαμηλωμένο το κεφάλι. «Δεν θα περιμένεις την Έστερ; Θα γυρίσεις για το Πάσχα;» Ένευσε πως όχι. «Έφις, σ’ έχω προσβάλει μήπως; Σου είπα κάτι κακό;» «Κανένα κακό, κυρά μου.
Εξαγάγουσα από μεγάλου δρυΐνου κιβωτίου τα χρυσά προικιά της, τα οποία χρόνια είχε να φορέση το Πάσχα, την νύκτα, προητοίμαζεν αυτά υπό το φως λυχναρίου, επιδιορθούσα μικράς τινας βλάβας τυχόν, όπως στολισθείσα ως νύμφη μεταβή εις την Ανάστασιν κ' επιδείξη τον χρυσόν πλούτον του ιματισμού της. Ο κυρ-Μανωλάκης εκοιμάτο εις το παρακείμενον δωμάτιον.
Άσπασαι συν ταις εμαίς ευχαίς τους ανδρείους αδελφούς, προτρέπων εις κρυψίνοιαν διά τον φόβον των Ιουδαίων. Ανδρωθήτωσαν ως περ λέοντες και η ευλογία του Κυρίου κρατυνεί αυτούς, εγγύς δε εστί το του Σωτήρος πάσχα. Αι ευχαί της εμής μετριότητος επί της κεφαλής σου, αδελφέ μου Ησαΐα. Γεώργει ακαμάτως και όλβια γεωργία δώσει σοι ο Πανύψιστος. Κωνσταντινουπόλει 28 Δεκεμβρίου 1820.
Από της κωνοειδούς κορυφής του Εφραΐμ ηδύνατο ο Ιησούς να βλέπη τας συνοδίας των προσκυνητών, καθώς, επί τη προσεγγίσει του Πάσχα, ήρχισαν να κατέρχωνται την κοιλάδα του Ιορδάνου προς την Ιερουσαλήμ, όπως καθαρισθώσιν από παντός σπίλου και ρύπου προ της ενάρξεως της μεγάλης εορτής.
Έτυχε το έτος εκείνο να τελεσθώσι και πολλοί γάμοι, και το σημαντικώτερον, έτυχε το έτος εκείνο να εργασθή το ναυτικόν όσον σπανίως συμβαίνει και είχε συναχθή εις την μικράν νήσον αρκετόν χρήμα· και το αναθεματισμένον όπου υπάρχει παρακολουθείται με χαράν, και με λάμψιν. Ω, τι Πάσχα εκείνο! Συνεφώνει μαζί μου και ο γέρων Οικονόμος και μου έλεγε μετά ταύτα κ' εκείνος: — Τι Πάσχα εκείνο, παιδί μου!
Η εξ ιερέων και Λευιτών πρεσβεία του Συνεδρίου, περί ης εγένετο λόγος ανωτέρω, απεστάλη εις τον Βαπτιστήν την προτεραίαν της επανόδου του Κυρίου ημών εκ της ερήμου· και όταν ο Ιωάννης είδε την ακόλουθον ημέραν πλησιάζοντα τον Ιησούν, εμαρτύρησε δημοσία ότι Αυτός ήτο «ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου». Αν ο Βαπτιστής υπενόει τον αμνόν του Πάσχα, ή τον αμνόν της πρωινής και της εσπερινής θυσίας, αν η λέξις κόσμος είναι απλή εκδοχή της Ελληνικής λέξεως «λαός», αν αντελαμβάνετο την βαθείαν σημασίαν των λόγων του ή ωμίλει εξ απλής προφητικής εμπνεύσεως, — δεν δυνάμεθα να είπωμεν.
Τρία έτη πρότερον, κατά το πρώτον Πάσχα Του, είχεν αποκαθάρει τον Ναόν, πλην φευ! εις μάτην. Και πάλιν αι τράπεζαι ήσαν πλήρεις από σωρούς νομισμάτων, και τα πρόστωα πλήρη βοών και προβάτων και περιστερών προς πώλησιν. Ναός ήτο αυτός ή αγορά, ή βουστάσιον, ή περιστερεών ή κολλυβιστήριον; Εις τον βεβηλωμένον εκείνον τόπον δεν ήθελε να διδάξη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν