Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


ΤΥΧ. Αδιάφορον, όσον ολίγα και αν είπης, θα είνε αρκετά, αρκεί να είνε αληθινά. ΠΑΡ. Λοιπόν αφού θέλεις, ας εξετάσωμεν κατά πρώτον τι είνε εν γένει τέχνη• ούτω δε θα φθάσωμεν εις τα ιδιαίτερα είδη, των τεχνών, διά να ίδωμεν εάν η παρασιτική ορθώς δύναται να συγκαταλεχθή εις αυτάς. ΤΥΧ. Λοιπόν, λέγε τι είνε τέχνη. Βεβαίως γνωρίζεις. ΠΑΡ. Βεβαίως. ΤΥΧ. Αφού το ξέρεις λοιπόν, λέγε.

Από τον ανοικτόν της στέγης φεγγίτην ήλθεν έξω η γάτα του δωματίου, και από την υδρορρόην της στέγης την επέρασε πέρα πέρα όλη και ήλθε εδώ κοντά της η γάτα της κουζίνας. — Ξέρεις νέα εις τον Μύλονηρώτησεν η γάτα του δωματίου «εδώ είναι λαθραία αρραβωνιάσματα 'στο σπίτι.

Προώρισες εις τας αρχάς του γάμου μας ένα μικρόν ποσόν για τα έξοδα του μαγειρείου και των λοιπών οικιακών αναγκών. Όταν το νοικοκυριό μας έγεινε μεγαλύτερο, η εργασία μας επήγε πιο καλά, δεν επείσθης ν' αυξήσης αναλόγως το εβδομαδιαίον μου ποσόν. Κοντολογής, ξέρεις πως τον καιρό που το νοικοκυριό μας ήτο πολύ μεγάλο απαιτούσες να περάσω την εβδομάδα με επτά φιορίνια.

Πνεύματα που αμφιβάλλουν για το έργο τους, θα ήθελαν να στέλνουν μακρυά, καθώς εσύ, στους ανθρώπους την ευεργεσίαφάρε που ξέρεις γιατί αγρυπνάς ... Ως κι' εδώ στο βουνό, που στέκω απόψε, η χρυσή σου ματιά φτάνει από πέρασα να ζητά το χαμένο πλεούμενο των λογισμών μου. Ως εδώ πέρα φτάνουν οι ανήσυχοι παλμοί σου, φάρε, φλογερή και ρυθμική καρδιά της κοινωνίας!

Τώρα δε τον ερωτεύονται και η γυναίκες και αυτός κάνει τον δύσκολον και τας περιφρονεί και αν πλησιάζη μερικές, φαίνεται ως να το κάνη από συγκατάβασιν και οίκτον και αυτές φοβερίζουν ότι αν τας αρνηθή θ' αυτοκτονήσουν. Βλέπεις πόσα ευτυχήματα δίδει ο χρυσός, αφού και τους άσχημους μεταβάλλει εις αξιεράστους, όπως η περίφημος ζώνη της Αφροδίτης. Ξέρεις δε και αυτά που έχουν πη οι ποιηταί•

Έφυγε; πού πάει; είπεν εξαφνισθεις ο χρηστός ανήρ. — Δε ξέρου. — Δε ξέρεις; Κι' από πού τώμαθες; — Ου Βασίλ'ς τσ' Μάρκηνας ήτανε κειδά στου γιαλό κή τ'ν είδιει. — Και ποιος είν' αυτός ου Βασί'λς τσ' Μάρκηνας; Το παιδίον στραφέν προς την θύραν είπε·Να, κείνους απ' στέκειτη όξ' απ' την πόρτα.

Πάω τώρα, πρέπει τ' αρχηγού να δώκω τα μαντάτα. Εσύ τον ξέρεις, γέρο μου, καλά, σαν τι είναι εκείνος· δε χωρατέβει, εκεί άξαφνα του φταις χωρίς να φταίξειςΤότες του κάνει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης 655 «Τι τάχα κλαίει τους Αχαιούς ο Αχιλέας έτσι και δα ρωτάει πιοι πάθανε; που καν δε βάζει ο νους του σαν τι δεινά μας πλάκωσαν!

Τι φταίω εγώ, για ό,τι έγεινεν; η μητέρα σου ηύρε τον πλούσιο γαμπρό, η μητέρα σου με παρακίνησεν, μ' εβίασε, μ' εφοβέρισε. Ω! αν ήξερες πόσο επολέμησα, πόσο αντιστάθηκα, πόσα δάκρυα έχυσα. Αλλά τι νάκανα. Όλοι οι δικοί μου με είχαν πολιορκήσει. Κατήντησε κι εις τον Ανδρέα να καταφύγω, να του 'πω πως δεν τον αγαπώ, για να σωθώ. Και ξέρεις τι μου είπεν: Εγώ σ' αγαπώ. Σ' εμένα αρέσεις.

Τον κυνηγά και η κακοτυχία. Δεν είνε μονάχη η κακομοιριά. — Μα δεν ξέρεις, κορίτσι μου, ότι όπου κακομοιριά, εκεί και κακοτυχία; . . .

Τότ' απαντά ο Αντίλοχος, ο γνωστικός λεβέντης «Συμπάθα, τι είμαι εγώ πιο νιός, αφέντη μου Μενέλα, μα εσύ είσαι γεροντότερος και πιό 'σαι ανότερός μου. Ξέρεις πώς σφάλλουν πάντα οι νιοι και πώς παραστρατούνε, τι ο νους τους αφαρπάζεται, ρηχιά τους είναι η σκέψη. 590 Για αφτό μη με συνεριστείς.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν