Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Από πάνω ο βράχος του Φιλοπάππου που, ό,τι κρύο και νάκανε τώρα το χειμώνα, τους βαστούσε το Βορριά και τραβούσε όλες τις αχτίδες απάνω του και σαν έκανε καλωσύνη μύριζε πέτρα λιασμένη και μοναξιά βουνίσια και γαϊδουράγκαθο διψασμένο.

Εφοβούμουν μη με συχαθή και η γυναίκα μου. Αυτή όμως δεν εσυλλογίζουνταν τώρα άλλο, παρά ψωμί για τα παιδιά της και μ' εβίαζε να δεχθώ. Τον πρώτο καιρό υπόφερα πολύ. Σκάπτοντας τη μαύρη εκείνη γη του νεκροταφείου, τη γεμάτη κόκκαλα και σάπια σανίδια, δεν μπορούσα να μη θυμηθώ το κόκκινο χώμα του βουνού μου, που μύριζε θυμάρι, τες ρωδιές, το κοτέτσι, τα γουρούνια και τ' άλλα πού ήτανε όλα δικά μου.

Ο φλόμος μύριζε τριγύρω, το γαλαζωπό φεγγάρι έλαμπε πάνω στα ερείπια του πύργου σαν φλόγα σε μαύρο κηροπήγιο και έμοιαζε να μη θέλει να προβάλει ξανά η μέρα σ’ εκείνη τη νεκρή γωνιά του κόσμου.

Καθόντουσαν ο Νίκος, ο Ντίνος κι άλλοι τρεις σε μια ταβέρνα, υπόγειο, κατά την Άγια Αικατερίνη- που την είχε κάποιος άλλος φίλος τους, ο Γιάννης πούχε κάμει τραπεζιέρης στο «Άστυ»-και κουτσοπίνανε μ' ένα κιθαρόνι συντροφιά· είχανε βάλει κ' ένα μπούτι με πατάτες στο φούρνο για μεζέ που μύριζε όλο το μαγαζί: θάχανε σουρώσει ίσαμε μιάμιση οκά ο καθένας τους.

Παρ' άμα γύρισε το σκυλί από τις γειτονικές του περιοδίες, και δεν βρήκε τον αφέντη του σπίτι, πήρε το μονοπάτι κι αυτός, και πρι ναποτραβήξη, ας είταν και μια φορά, την ξεκρεμασμένη του γλώσσα, σκύβε σκύβε και μύριζε μύριζε βρέθηκε μέσα στα λιόδεντρα. Από κει πάλε μια και δυο και στις καστανιές.

Μέσφιγγε στην αγκαλιά της και τα κόκαλα της τρίζανε. Με φιλούσε και τα χείλη της ήσαν κρύα· συνάμα η πνοή της μύριζε λιβάνι. Έπειτα την έπιασε τρομερός βήχας κοι πνοές της έπεφταν υγρές στο πρόσωπό μου. Σε λίγο είδα ναναβλύζη αίμα με το βήξιμο από το παθιασμένο στήθος της κέβαψε κόκκινα τα χείλη της. Και σαυτό το ματωμένο στόμα σχηματιζόταν ένα φρικτό χαμόγελο.

Κάποιος χτύπησε την πόρτα απέξω ! Τρέχει η Λιόλια νανοίξη . . και γιομίζει από χαρτοπόλεμο και μπαίνει ο Νίκος σκασμένος στα γέλοια που έκαμε τη Λιόλια και τρόμαξε. Μύριζε ο Νίκος δυνατά κρασίλας. Έπειτα πήγε και στης Βεργινίας το κρεββάτι και την πασπάλισε κι αυτή με τα πολύχρωμα χαρτάκια. Έτσι φαινόταν ακόμα πιο κίτρινη, σα λείψανο μασκαρεμένο. —Μ' ηύρε στο δρόμο η θεια Ελέγκω, είπε ο Νίκος.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν