Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Εγώ μόνον βοήθειαν εζήτησα. — Είναι 'δική σου; — Είναι 'δική μου, κόρη μου. Δεν ειμπορώ ν' αποχωρισθώ απ' αυτήν. — Ετρελλάθης, γέρο! — Σας λέγω, είναι κόρη μου, επέμεινεν ο Βράγγης, μεταμεληθείς ότι δεν διηγήθη εξ αρχής τον μύθον τούτον. — Μη αστεϊσμούς, γέρο! είπεν αυστηρώς ο πρώτος των ιππέων. Δος την μικράν, και τράβα! — Αλλ' είναι 'δική μου, κύριε!
Πολλοί λοιπόν από τους εκεί καθημένους απεκρίθησαν εις αυτόν ότι ημπορεί να πραγματευθή το ζήτημα με οποιονδήποτε θέλει από τους δύο τρόπους. Πρωταγόρας Εγώ λοιπόν νομίζω, είπεν, ότι είναι πλέον ευχάριστον να σας διηγηθώ ένα μύθον: Υπήρξε κάποτε καιρός, που οι μεν θεοί υπήρχον, τα διάφορα δε γένη που αποθνήσκουν δεν υπήρχον.
Και απάντησε ο χοιροβοσκός, ο άρχος των ανθρώπων• «Γέρε, όποιος ξένος άνθρωπος γι' αυτόν φέρη αγγελία, ούτε η γυναίκα τ' ούτε ο υιός πίστι δεν δίδουν πλέον. αλλά πλανήταις άνθρωποι, βοήθειαν όπως λάβουν, ανώφελα ψευδολογούν και την αλήθεια κρύβουν. 125 και όποιος περιπλανώμενος εις την Ιθάκη φθάση 'ς την δέσποινά μου ερχόμενος λόγια πλαστά προσφέρει, κ' εκείνη τον φιλοξενεί και όλα ζητεί να μάθη, και, ως κλαίγει, από τα βλέφαρα τα δάκρυα της σταλάζουν, ως γυνή κάμνει, 'πώχασε τον άνδρα της 'ς τα ξένα. 130 και συ θε να 'σουν πρόθυμος, γέρε, να φθειάσης μύθον, ίσως χλαμύδα να ενδυθής σου δίδαν και χιτώνα• εκείνου ωστόσο τα γοργά τα όρνεα και οι σκύλοι τα κόκκαλα θα του 'γδαραν, όπ' άψυχ' απομείναν• ή ψάρια τον κατάφαγαν 'ς την θάλασσα, κ' εκείνου 135 άμμος πολύς τα κόκκαλα σκεπάζει 'ς ακρογιάλι. κείνος εχάθη τώρ' αυτού, και εις όλους μένει ο πόνος τους φίλους κ' έξοχα 'ς εμέ• ότι άλλον δεν θε ναύρω κύριον καλόν ωσάν αυτόν, 'ς όποια και αν φθάσω μέρη, ούδ' αν γυρίσω εις του πατρός και της μητρός μου πάλι 140 το σπίτι, οπού γεννήθηκα κ' εκείνοι μ' αναστήσαν. ουδέ γι' αυτούς ως απ' αρχής οδύρομαι, αν και θέλω να τους ιδούν τα μάτια μου 'ς την γη την πατρική μου• αλλά με παίρνει του Οδυσσηά, 'π' άφαντος είναι, ο πόθος. και αυτόν, ω ξέν', εντρέπομαι, και αν λείπει, να ονομάζω, 145 ότι με αγάπα ολόψυχα, πολύ για μέ πονούσε• αλλ' αδελφόν μου εγκαρδιακόν τον λέγω και μακρόθεν».
Τόρα όμως πρέπει να ειπούμεν εκείνο, χάριν του οποίου ανεστήσαμεν τον μύθον, διά να περατώσωμεν τον υπολειπόμενον λόγον.
Πολλάκις μάλιστα ούτε ο φόβος μας είνε αρκετός, διότι οι εχθροί μας ενθυμίζουν τον περί της Ύδρας μύθον. Όσω τιμωρούμεν τόσω περισσότεραι αφορμαί τιμωριών αναφύονται. Και αν θέλωμεν να διατηρήσωμεν την αρχήν πρέπει να εξακολουθούμεν όπως ηρχίσαμεν να αποκόπτωμεν τας αναφυομένας αφορμάς και, όπως ο Ιόλαιος, να επικαίωμεν τας αποκοπτομένας κεφαλάς της Ύδρας.
Κατά τον μύθον ήσαν αδελφαί του Φαέθοντος και από την θλίψιν των διά τον θάνατον του νέου εκείναι μετεμορφώθησαν εις δένδρα και αντί δακρύων εξακολουθούν να στάζουν ήλεκτρον. Ακούων τοιαύτα λεγόμενα παρά των ποιητών, είχα σκοπόν, άν ποτε μεταβώ εις τον Ηριδανόν, να σταθώ κάτω από μίαν αίγειρον και ν' ανοίξω το ένδυμά μου διά να δεχθώ ολίγα εκ των δακρύων και ούτω ν' αποκτήσω ήλεκτρον.
Διότι είναι θείον, αφού βεβαίως είναι ενθουσιαστικόν το γένος των ποιητών και όταν στιχουργή θίγει πάντοτε πολλά που έγιναν πραγματικώς με κάποιαν βοήθειαν των Χαρίτων και των Μουσών. Πολύ μάλιστα. Λοιπόν ας προχωρήσωμεν ακόμη εις τα προηγούμενα από τον μύθον ο οποίος μας κατέβηκε τόρα. Διότι πολύ πιθανόν να μας πληροφορήση τίποτε από ό,τι επιθυμούμεν. Λοιπόν συμφωνείτε; Βεβαιότατα.
Λοιπόν ας μεταχειρισθώμεν ένα μύθον και ας υποθέσωμεν ότι μετεφέρετο αναπνέων ακόμη ο Πάτροκλος εις την σκηνήν του χωρίς όπλα, καθώς βεβαίως συνέπεσε εις πλείστους, εκείνα δε τα προηγούμενά του όπλα, τα οποία λέγει ο ποιητής ότι εδόθησαν από τους θεούς εις τον Πηλέα ως προιξ εις τον γάμον του με την Θέτιν, τα εκράτει ο Έκτωρ, τότε άραγε θα επετρέπετο εις όλους τους τότε κακούς να ονειδίζουν τον υιόν του Μενοιτίου διά την απόρριψιν των όπλων; Ακόμη δε και όσοι άλλοι ερρίφθησαν εις κρημνούς και έχασαν τα όπλα των, ή μέσα εις την θάλασσαν, ή από κακοκαιρίαν αποκλεισθέντες εις έν μέρος από την εξαφνικήν πλημμύραν πολλών ρευμάτων, ή όσα άλλα παρόμοια θα ημπορούσε κανείς να απαριθμήση, διά να παραστήση ως ευπρόσωπον έν κακόν ευκόλως συκοφαντούμενον.
Και κατόπιν διηγείται ένα χαριέστατον μύθον. Εις τον παλαιόν καιρόν οι άνθρωποι δεν ήσαν όπως οι σημερινοί. Εν πρώτοις τα γένη δεν ήσαν δύο, αλλά τρία, διότι υπήρχε κ' ένα τρίτον γένος εξ ανδρός και γυναικός συγκείμενον και διά τούτο ανδρόγυνον καλούμενον.
Διά τούτο θα περιορισθώμεν εις τον ορφικόν εκείνον μύθον εις τον οποίον οφείλεται το μέχρις ημών διασωθέν έθιμον του μεταμφιεσμού της Αποκρέου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν