Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Ιουλίου 2025


Σωκράτης Και διά την ιδίαν πάλιν την δυσαρέσκειαν, δεν συμβαίνει το ίδιον; Δεν ονομάζετε την ιδίαν την δυσαρέσκειαν καλόν τότε, όταν ή λυτρώνη από μεγαλυτέρας δυσαρεσκείας, από τας ευρισκομένας μέσα εις αυτήν, ή προξενή ευχαριστήσεις μεγαλυτέρας από τας δυσαρεσκείας; Επειδή, αν αποβλέπετε εις κανένα άλλον σκοπόν, όταν ονομάζετε την ιδίαν την δυσαρέσκειαν καλόν, παρά εις τον σκοπόν τον οποίον εγώ λέγω, ημπορείτε να μας το ειπήτε, αλλά δεν θα ημπορέσετε.

Ειμπορώ να το πω ενώπιόν της; Αν θυμώση; Αν λυπηθή; Αν αγριεύση; Η Αϊμά να αγριεύση; Η Αϊμά να θυμώση; Δεν ειμπορεί να θυμώση, αλλ' ειμπορεί να λυπηθή. Και τότε πώς θα την ικανοποιήσω; Είνε ποτε δυνατόν; Και την ζωήν μου όλην να θυσιάσω, και το αίμα μου να χύσω, δεν ειμπορώ να πληρώσω έν δάκρυ της. Αλλά τι λέγω; Δεν θα κάμω τίποτε. Είμαι εις απελπισίαν. Δεν είνε τόσον μεγάλη απελπισία.

Πιστεύω ότι οι αμαθείς είνε ευτυχέστεροι των σοφών. Να επανέλθη τις εις την αφορμήν, αφ' ης ανεχώρησε, τούτο δεν είνε το τέρμα πάσης αποδημίας; Και η ανθρωπότης μετά τοσαύτας περιπλανήσεις δυνατόν να επανέλθη ποτέ εις την αμάθειαν, προτιμώσα αυτήν της σοφίας, και εις την βαρβαρότητα, προκρίνουσα αυτήν του πολιτισμού.... Αλλά τι λέγω; Ληρείς, ω Πλήθων.

Πατινάδα έγινε και πήρε τους δρόμους, να μου τον απολωλάνη το νου μου. Τακούγω τα παιχνίδια! τακούγω τα ξεφαντώματα! Εκατό χηρώνε μυρολόγια δε σπαράζουν καθώς αυτά τα τραγούδια! Τρέλλα με συνεπαίρνει! Πέφτω, πέφτω, γκρεμνιούμαι, και τέλος δε βρίσκω. Κατακέφαλα πέφτω, τώρα λέγω πως θα κατακρίσω με τους βράχους και θα σκορπιστούν τα μυαλά μου, κι ως τόσο πετραδάκι δεν ανταμώνω μες στατέλειωτα βάθια.

« 'Κεί, 'σάν τρελλή που έτρεχα » Έν φάντασμα 'μπροστά μου, » Αρχίνησε με ανθρωπινή, » Και 'σάν εκείνου την φωνή » Να μ' είπη τ' όνομά μου.» « Ανθούλα! μ' είπε, 'σάν τρελλή «'Στήν ερημιά τι τρέχεις; » Ποιόνε ζητάςτην ερημιά; — » — 'Σ εμέ, του λέγω, γνωριμιά » Πούθ' έλαβες; πού θ' έχεις; — »

Δεν λέγω, ότι δεν είνε πιστευτά και σ’ άλλα ελληνικά μέρη, αλλ’ ημείς ως έδρα των ηθογραφιών μας έχομε την Ήπειρο, και μόνο τες δοξασίες του Ηπειρωτικού Λαού αναγράφομε σ’ αυτό το ποίημα.

Ανέχου αγογγύστως των γυναικών το φύλον, αν και καλά γνωρίζω πως είσαι ανεμόμυλος, κι' ενώ συχνά με τόνον τας βλασφημείς οργίλον εν τούτοις ποδογύρου σ' εξημερόνει όμιλος. Αν όλ' αυτά που λέγω δεν πάνε εις τον βρόντον και παρ' εμέ καθίσης την κεφαλήν εγείρας, θα φαίνεσαι καμάρι των νέων και γερόντων και διαρκής νεότης θα είναι και το γήρας.

«Τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι; Κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον; Αλλά τι εξήλθετε ιδείν; Άνθρωπον εν μαλακοίς ιματίοις ημφιεσμένον; Ίδετε, οι τα μαλακά φορούντες εν τοις οίκοις των βασιλέων εισίν. Αλλά τι εξήλθετε ιδείν; Προφήτην; Ναι, λέγω υμίν, και περισσότερον προφήτου. Ότι ούτος εστι περί ου γέγραπται.

Την ώραν που είχε πηδήσει ο Μούτρος από την καταρρακτήν, παραδόξως είχεν ενθυμηθήίσως διότι είχε ξεμεθύσει ήδη από τα συμβάντα, ή είχε «ξεμουστώσει», όπως θα έλεγεν ο ίδιοςείχεν ενθυμηθή, λέγω, ότι, αφού εμαχαίρωσε την αδελφήν του η μάχαιρα του έπεσεν από την χείρα, και έκειτο εις το πάτωμα.

Ολίγη ώρα ακόμη, και ο Άνθρωπος έρριπτε το ξύλον κατά γης, και απεσύρετο συντετριμμένος από τον κόπον. Είχε καταβληθή διά της υπομονής. Πλησιάζω τότε προς τον Όνον και λέγω: — Ιδού εγώ· λάλει, σε ακούω, αδελφέ. Έντρομος ερωτά ο Όνος και χωρίς προς τα οπίσω να στραφή: — Έφυγεν ο Άνθρωπος; — Έφυγεν· είμεθα μόνοι. — Παρετήρησε καλά. — Έφυγε και είνε μακράν.

Λέξη Της Ημέρας

χαίνω

Άλλοι Ψάχνουν