United States or Greece ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και κατέβησαν ομού, ψηλαφώντες τους τοίχους εν τω σκότει, πατούντες επ' άκρων των ονύχων, κωφαίνοντες τον κρότον των βημάτων, έρποντες και συνέχοντες την αναπνοήν· κατέβησαν την κλίμακα του υπερώου, έφθασαν εις τον πρώτον διάδρομον, κατήλθον την δευτέραν κλίμακα, έφθασαν εις το μεσαίον πάτωμα, και τέλος ευρέθηκαν εις την αυλήν.

Δύο χονδρά δάκρυα κατήλθον βραδέως εις τας παρειάς της. — Ο Θεός να ευλογήση την Πομπωνίαν και τον Άουλον! είπε. Δεν έχω ποσώς το δικαίωμα να προξενήσω τον όλεθρόν των και δεν θα τους επανίδω πλέον ποτέ. Είτα στραφείσα προς τον Ούρσον, είπεν, ότι αυτός μόνον της απέμενεν εις τον κόσμον και ότι του λοιπού αυτός έπρεπε να είναι προστάτης και πατήρ της.

Οι οφθαλμοί του εσταμάτησαν πολύ υψηλά εις τα τελευταία βάθρα του αμφιθεάτρου. Τότε το στήθος του ανέπνευσε ζωηρότερον, και, προς κατάπληξιν του πλήθους, το πρόσωπόν του εφαιδρύνθη διά μειδιάματος, το μέτωπόν του εφωτίσθη, οι οφθαλμοί του υψώθησαν εις τον ουρανόν και εκ των βεβαρημένων βλεφάρων του δύο δάκρυα κατήλθον βραδέως εις το πρόσωπόν του. Και απέθανεν.

Εισήλθομεν εντός οικίας ερήμου διά να δραπετεύσωμεν εκ των όπισθεν. Η νυξ ήτο σκοτεινή, διεκρίνετο όμως εκ του παραθύρου το κρημνώδες κάτω έδαφος. Εκρεμάσθη σχοινίον και κατέβην πρώτος εγώ. Έδεσα εις την ζώνην μου το σχοινίον και το εκράτουν εκ των χειρών, ενώ με κατεβίβαζον οι άνωθεν. Κατήλθον κατόπιν οι λοιποί άνδρες ανά είς, και επεριλάβομεν έπειτα τας καταβιβαζομένας γυναίκας και παιδία.

Οι αυλικοί ακολουθούντες τον Νέρωνα ανεχώρησαν και αυτοί Ο Πετρώνιος και ο Βινίκιος διέτρεξαν το διάστημα σιωπηλοί, φοβούμενοι διά την τύχην της Λιγείας. Το φορείον εσταμάτησεν έμπροσθεν της επαύλεως. Κατήλθον. Αμέσως τους επλησίασε μία σκοτεινή μορφή. Ο ευγενής τριβούνος Βινίκιος είνε εδώ; — Εγώ είμαι απήντησεν ο τριβούνος. Τι με θέλετε; — Είμαι ο Ναζάριος, ο υιός της Μαριάμ.

Αφού η διδαχή ετελείωσε, το άπειρον πλήθος διεσπάρη, κ' εκείνοι των οποίων αι κατοικίαι ήσαν εις την πεδιάδα της Γεννησαρέτ θα ηκολούθησαν βεβαίως τον Ιησούν διά του χωρίου Αττίν και πέραν του στενού οροπεδίου, και είτα, αφού κατήλθον την φάραγγα, θ' άφησαν τα Μάγδαλα προς τα δεξιά και διά της Βηθσαϊδά έφθασαν εις Καπερναούμ.

Μεταξύ της στέγης σου ταύτης, — ήτις κρύπτει από των ομμάτων σου κόσμον ολόκληρον, — και της σαρκός σου, ήτις καλύπτει έτερον κόσμον, — υπάρχει κλίμαξ, μεγαλειτέρα και της κλίμακος του Ιακώβ, ην ανήλθον ως βασιλεύς, και κατήλθον ως κλέπτης. Και όμως η τιμωρία μου ήτον η άνοδος, και η κάθοδος αμοιβή μου.

Όρνιθες, ινδιάνοι, κόφινοι και ο αίτιος της συμφοράς, ο πώλος, όλα κατήλθον εις τον πυθμένα. Ο μπάρμπα-Διόμας, όστις εκολύμβα ως έγχελυς, είχε και στήριγμα την ανατραπείσαν «υπηρέτρα» την οποίαν ημπόδισε του να βυθισθή.

Μίαν ώραν ύστερον κατήλθε διά του λιθοστρώτου η πρώτη συνορίς των αδόντων παιδίων, ο Νάσος και ο Αγγελής. Είδομεν πως ήλθαν βολικά τα πράγματα, και πως ο Παλούκας κατώρθωσε μάλιστα να περάση ως ειρηνευτής μεταξύ των παιδίων που εμάλλωναν. Αφού ο Νάσος και ο Αγγελής ετράπησαν εις φυγήν, αισθανόμενοι φεύγον το έδαφος υπό τους πόδας των, κατήλθον άλλα παιδία, είτα άλλα.

Ο ναύαρχος Αχμέτ Πασάς δεν εφάνη ούτε επί του σκάφους, ούτε εις τον θάλαμον αυτού, όπου κατήλθον οι επισκέπται. Ο Κουμπής έλειψεν επί τρία λεπτά, πριν κατέλθωσι κάτω, ο δε παπάς και η Λελούδα εκύτταζον αλλήλους, εκύτταζον τους ναύτας με τα τουρκόφεσα, εκύτταζον τα υψηλά κατάρτια και τα πολυσύνθετα άρμενα, υπό το φως δύο μεγάλων φαναρίων κρεμαμένων προς τα κάτω επί του πρυμναίου ιστού.