United States or Jordan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεκαοχτώ φλωριά διά το σίδερον, είπε, και εικοσιπέντε διά την δουλειά. — Καλά. — Το σίδερο εδικό σου θα είνε; — Όχι, εδικό σου. — Τότε θα μου πληρώσης τη σερμαγιά, είπεν ο Γύφτος. Ο ξένος εξέβαλεν εκ της ζώνης το βαλάντιον και τω έδωκε ποσόν τι φλωρίων. Ο Γύφτος εφαιδρύνθη εκ της θέας και της ψαύσεως του χρυσού. — Και πότε θέλεις να είνε έτοιμα; ηρώτησεν. — Οπόταν ειμπορείς. Σιγά σιγά.

Να χαθήτε, βρωμοχόρταρα! είπε τέλος μετ' αγανακτήσεως, πτύουσα την πυράν. Η μάγισσα ύψωσεν επί μικρόν την κεφαλήν, έκλινε προς τα οπίσω το σώμα, έτεινε τας χείρας διά ν' αποσείση απ' αυτής την κούρασιν και είτα εστύλωσε πάλιν εις την πυράν τους οφθαλμούς, ως βιβλιοδίφης επί παλαιού παπύρου. Ευθύς η μορφή της εφαιδρύνθη.

Ο Γιάγκος λαμβάνει αυτομάτως την σύριγγα, την φέρει ανεπιγνώστως εις τα χείλη του και ροφά μηχανικώς επί τινα δευτερόλεπτα. Αλλ' αίφνης εγείρεται, χωρίς καν να συλλογισθή να πληρώση την δεκάραν του, και αναχωρεί κατευθυνόμενος προς την πόλιν. Η μορφή του είνε πάντη αλλοία· το πρόσωπόν του εφαιδρύνθη.

Οι οφθαλμοί του εσταμάτησαν πολύ υψηλά εις τα τελευταία βάθρα του αμφιθεάτρου. Τότε το στήθος του ανέπνευσε ζωηρότερον, και, προς κατάπληξιν του πλήθους, το πρόσωπόν του εφαιδρύνθη διά μειδιάματος, το μέτωπόν του εφωτίσθη, οι οφθαλμοί του υψώθησαν εις τον ουρανόν και εκ των βεβαρημένων βλεφάρων του δύο δάκρυα κατήλθον βραδέως εις το πρόσωπόν του. Και απέθανεν.