Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Αλλά δεν θέλει· ρίπτει τον κεραυνόν, φονεύει και τον αθώον, κατόπιν δε βροντά, ως εάν λέγη: — Κάπου εφόνευσα άνθρωπον· πηγαίνετε να τον εύρετε και να τον κλαύσετε! Θέλεις να μετρήσης καλήτερον τους οδόντας του διαβόλου; κάμε τον να γελάση. Και η απόλυτος αλήθεια καταντά ουτοπία, εφ' όσον χίλιοι έχουν επί του αυτού αντικειμένου χιλίας ιδέας.

Μου είπαν, πέντ' έξη πεθεράδες είν' έτοιμες, για να μου στείλουν προξενιά, ακούς; . . Τρελλαθήκανε, ζουρλαθήκανε, τ' ακούς; . . . Χαράεμένα! . . . Ποια κι' άλλη θάχη την τύχη μου; Και τάζουν . . . . και τι δεν τάζουν! . . . Μα έννοια σου, ημείς θα διαλέξουμε και θα πάρουμε, Θανασάκη . . . Έτσι κ' έτσι δε μας γελούν εμάς . . . Κουράγιο . . . κάμε, να γένης καλά, παιδάκι μου!

Ήταν άρματα κάθε λογής, φλάμπουρα κάθε τόπου, τούμπανα στρατιωτικά, εικόνες πολεμικές, προσωπογραφίες κάθε στρατάρχη και ήρωα· Τώρα σείστηκαν κ' έτριξαν στις θέσες τους, όπως των Ελλήνων οι σκιές όταν ένοιωθαν θυσία στον τάφο τους. Στους κακότροπους στοχασμούς του Χαγάνου αναγάλλιαζαν εκείνα γιατί εύρισκαν τον εαυτό τους στην ψυχή του απόγονου. Αναγάλλιαζαν κ' ήθελαν να του φωνάξουνε «κάμε το!».

Εκειόν γιατί τον αφίνει; — Γιατί δε μπορεί να τον μποδίση· να γιατί. Δούλεψε από καιρό εκείνος· τόκαμε σκοπό του τόσα χρόνια. Μια ξινιά στο ιδικό του μια στο ξένο. Και βλέπεις, απόχτησε δικαιώματα. — Κ' εγώ τάχω πατρογονικά. — Τάχεις με τα λόγια· με τα έργα όμως τίποτα. Έσκαψες, έσπειρες, φύτεψες, ποτέ ως τα σήμερα; Όχι. Κάμε ρόκα σου το λοιπόν.

Και εν τω άμα πού αυτά είπεν, έκραξεν ένα του Οφφικιάλον, και τον επρόσταξεν, να υπάγη να του φέρη το βασιλόπουλον Σεήφ Μολτούχ προς αυτόν. Δεν απέρασε πολλή ώρα, και ο Μολτούχ ήλθεν έμπροσθεν εις τον βασιλέα, ο οποίος του είπε· Βασιλόπουλο Μολτούχ, κάμε μου την χάριν να μου ειπής, αν είσαι ευχαριστημένος εις την τύχην σου, ή όχι.

Και ως αναπτύσσων και επεξηγών την ιδέαν του, επανελάμβανε. — Βλέπεις την εληά, γεμάτη. Να σπάση. Ένα σκουλίκι όμως άξαφνα, σου χαλά τα σχέδια. Μια νεροποντή. Ένας κατακλυσμός. Ένα σπάσιμο . . . Κάμε με Θεό, λέει ο λόγος, να σε κάμω πλούσιο.

Εγώ θα έλεγα ότι συ μου απήντησες καθαρά εις αυτά που σε ερώτησα, και εννοώ, ότι, ενώ αυτό που μου απέτεινες είναι ερώτησις, είναι συγχρόνως και απάντησις, καθώς είπα, και εκτός τούτου και προσταγή να αναπτύξω τα περί γυμναστικής. Πολύ καλά με επρόλαβες και λοιπόν κάμε το αυτό. Πρέπει να το κάμω. Διότι βεβαίως δεν είναι και δύσκολον πράγμα να ειπή κανείς πράγματα γνωστά και εις τους δύο σας.

Αρρόδο, καπετάν Βγενιέ! αρρόδο όσο μπορείς! . . Επετάχθη τότε όλη βλέπουσα προς το παράθυρον όθεν εφαίνετο το πέλαγος. Εσκέφθη να φύγη αμέσως αλλά πώς ναφήση την παράκλησιν, αμαρτία της εφαίνετο, εν ώ ο παπα-Λάμπρος επροχώρει προς το τέλος ψάλλων τώρα τα Μεγαλυνάρια και θυμιάζων γύρω τον ναόν και τας γυναίκας. — Γρήγορα, παπά μου, κάμε γρήγορα, θα σώσω!

Αγαπητέ μου φίλε, σου το υπόσχομαι, θα βελτιωθώ, δεν θ' αναμασσήσω πλέον κανένα μικρόν κακόν, το οποίον μας παραθέτει η τύχη, όπως έκαμα πάντοτε· θ' απολαύσω το παρόν, το δε παρελθόν θα μου είναι παρελθόν. Κάμε μου την χάριν να πης εις την μητέρα μου ότι θα φροντίσω όσον το δυνατόν καλύτερα διά την υπόθεσίν της, και θα της δώσω εντός ολίγου είδησιν περί τούτου.

Ρε, Νάσο· για κάμε 'σα κά' τορό-τορό να ιδής τι γένεται· είπεν εις τον νεαρόν βλάχον ο γέρω Αλέξης, ο γεροντότερος όλων και αρχηγός της οικογενείας, όστις δεν ήμελγεν αλλά στηριζόμενος όρθιος επί της αγκλίτσας του επέβλεπε τας εργασίας. Ο Νάσος υπήκουσεν ευθύς και λαβών την αγκλίτσαν του διηυθύνθη προς τον Δημήτρην. — Ούρντε, να! ούρντε!. . . εφώναξε προς τους σκύλους πλησιάζων.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν