Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Ας αφήσωμεν τα όπλα· ας συνάψωμεν πάλιν τους δεσμούς της φιλίας τους ενούντας τα δύο κράτη. Εάν θέλης, εύκολον είναι να σβεσθή η πυρκαϊά αυτή πριν ή εκταθή καθ' όλην την Περσίαν». Αλλά και πάλιν ο τύραννος δεν ενέδωκε. Προς μεγίστην θλίψιν και αγανάκτησιν των οικείων του ο Χοσρόης μη δεχόμενος την ειρήνην υπέγραφε την καταδίκην του.

Σωκράτης Έχω ακούση, τω όντι, είπον εγώ, ότι και συ ο ίδιος είσαι ικανός, και άλλον ημπορείς να διδάξης διά τα ίδια αντικείμενα και εκτεταμένα να ομιλής, αν θέλης, τόσον, ώστε ο λόγος ποτέ να μη παύη, και πάλιν τόσον σύντομα, ώστε κανείς να μην ημπορή να ομιλήση με ολιγωτέρα λόγια από σε· εάν λοιπόν θέλης να συνομιλήσης μ' εμέ, μεταχειρίσου μαζί μου τον δεύτερον τρόπον, δηλαδή την κοντολογίαν.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Τί είν' ο θόρυβος αυτός; Δος το μακρύ σπαθί μου. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι θα το κάμης το σπαθί; Μη θέλης πατερίτζαν; ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δος το σπαθί μου! Κύτταξε, ο γέρος ο Μοντέκης καταντικρύ μου στέκεται, και σείει το 'δικόν του. ΜΟΝΤΕΚΗΣ Μη μ' εμποδίζης, άφες με! — Ω παληο-Καπουλέτε! ΜΟΝΤΕΚΑΙΝΑ Βήμα δεν κάμνεις απ' εδώ να σμίξης τον εχθρόν σου.

Ότι ο άρχων έχει ανάγκην... — Ο άρχων δεν έχει ανάγκην, είπεν αγερώχως ο ξένος. — Δεν ειξεύρω να μιλήσω καλά, ετραύλισε συνεσταλμένος ο Γύφτος. — Δεν πειράζει. Ήθελες να είπης ότι ο άρχων επιθυμεί. — Ναι, αυτό ήθελα να είπω, εψέλλισεν ο Πρωτόγυφτος. — Καλά. Βλέπεις, όταν θέλης, δύνασαι να ομιλής ελληνιστί, είπεν ο άρχων. — Όταν μου τα λένε, τα διορθόνω, είπεν ο Γύφτος. — Και τούτο καλόν.

Ευθύφρων. Όχι μόνον αυτά βεβαίως, ω Σώκρατες, αλλά, καθώς προ ολίγου σου είπα, θα σου διηγηθώ εγώ τώρα, αν θέλης, και άλλα πολλά ακόμη διά τα θρησκευτικά μας πράγματα, τα οποία συ, όταν ακούσης, χωρίς άλλο θα εκπλαγής. Σωκράτης. Δεν ήθελα διόλου εκπλαγή.

Αν θέλης, έλα, είπεν η πτωχή γραία. Η Σειραϊνώ εκουβαλούσε στάμνες στα σπίτια από τα πηγάδια και τας βρύσεις του χωριού. Ερρόφα ταμβάκον, ήτο συμπαθεστάτη προς τους πάσχοντας, κ' επαρηγόρει τον γέρο-Γατζίνον και τον γέρο-Ζουμπωτλήν, διδάσκουσα αυτούς πώς να υποφέρωσι τα γηρατεία, οίτινες είχον κοινωνικήν υπόστασιν, και είχον υιούς και θυγατέρας. Κι' αυτή ήτο έρημη και μοναχή εις τον κόσμον.

ΜΙΝ. Μα τον Δία, πολύ σωστά τα λέγεις Σκηπίων ώστε πρώτος μεν αναγνωρίζεται ο Αλέξανδρος, έπειτα δε συ, και κατόπιν, αν θέλης, ας είνε τρίτος ο Αννίβας, αφού και αυτός δεν είνε ευκαταφρόνητος. 13. &Διογένους και Αλεξάνδρου.& ΔΙΟΓ. Τι βλέπω, Αλέξανδρε, και συ απέθανες καθώς όλοι ημείς; ΑΛΕΞ. Το βλέπεις, Διογένη• δεν είνε δε παράδοξον ότι απέθανα αφού ήμουν άνθρωπος.

Βρε Φασουλή καϋμένε, δεν κάθεσαι 'στ' αυγά σου, τους ψωροφιλοσόφους 'στον διάβολο δεν στέλλεις; δεν σε αρκεί να χάσκης 'στην ράχη του Πηγάσου, μα και φιλοσοφίαις αρχίζεις να μου θέλης; Όπως κι' αν διεπλάσθη το Σύμπαν τι σε μέλει; κι' αν εξ αυτής παρήχθη της μάζης ή εκείνης, κι' αν ήτο πρώτα χάος ή μια φωτονεφέλη, εσύ 'μπορείς με τούτο καλλίτερος να γίνης;

Ο ήρως εγέλασε. — Με είδες στην Κρήτη, αλλά δεν με είδες στο Βελεστίνο. Αν θέλης ρωτάς και το στρατηγό, που με είδε. — Μα πήγες αλήθεια στο Βελεστίνο; Έλα, την αλήθεια, στη μπαρούτη που φάγαμε! — Εγώ δε θυμούμαι να πήγα. Μα σαν το θυμάται ο στρατηγός, ποιόν να πιστέψωμε;

Αλλ' άμα ράψης ένα παπούτσι και πάρης επτά οβολούς, σηκώνεσαι το βράδυ και λούεσαι αν θέλης και αγοράζεις μία ρέγκα ή μερικές μαρίδες και ολίγα κρεμμύδια και τρως με όρεξι, πολλάκις δε και με τραγούδια, και φιλοσοφείς με την αγαπητήν πενίαν.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν