Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Φθάνοντας και εμπαίνοντας μέσα, ηύρε ένα Γέροντα, οπού εδείπναγε με την πολυάριθμην φαμηλιά του, και οπού ό,τι τον ίδε, καλώς ώρισες ξένε, του είπε. δεν ήρθες σε μέρος, οπού να μη γνωρίζουν φιλοξενίαν και λέγοντας, τον έκαμε τόπον να καθήση συμμά του.

Και προσποιούμενος ότι βλέπει τον βασιλέα από πολύ κοντά, επλησίασε τον κατραμωμένον φανόν, από τον οποίον εβγήκεν αποτόμως ένα σεντόνι από μεγάλας φλόγας. Το πολύ σε ένα δευτερόλεπτον οι οκτώ ουραγγουτάγκοι εκαίοντο σκληρά μέσα εις τας κραυγάς του πλήθους, το οποίον τους παρατηρούσεν από κάτω με μεγάλην φρίκην και ανίκανον να δράμη εις βοήθειάν των.

Πρέπει όμως να εξετάσωμεν, ω Σώκρατες, αν ο λόγος ούτος Ε. | είναι σύμφωνος με τόν σκοπόν ημών ή αν πρέπει αντ' αυ- τού να ζητήσωμεν ένα άλλον.

Αυτός όμως αγρόν ηγόρασε. «Πού σ' είδα πού σε ξέρωΔεν τον άφιναν ήσυχον, επί τέλους; Ποίαν υποχρέωσιν είχε να τρέχη δι' όλαις της παληοκαϊάσσαις, όσους εζήτουν να πάρουν σύνταξιν από το απομαχικόν; Αυτός, όσους ψήφους επήρε, τους είχεν αγοράσει ακριβά. Όλους πληρωμένους. Ένα εκλογέα δεν άφησεν απλήρωτον.

Η έκφρασις «εν τω ονόματί Μου» φαίνεται ότι ενέπνευσεν εις τον Ιωάννην αιφνιδίαν ερώτησιν. Είδον, είπεν ούτος, ένα άνθρωπον όστις εξέβαλλε δαιμόνια εν τω ονόματι του Χριστού· αλλ' επειδή ο άνθρωπος δεν ήτον εκ των ιδικών των, τον παρεκώλυσαν. Έπραξαν καλώς;, Ουχί, είπεν ο Ιησούς. Όστις δύναται να πράξη έργα ελέους εν τω ονόματι του Χριστού, ας τα πράξη. «Ό μη ων καθ' ημών μεθ' ημών εστι».

Μαζεύτηκε έτσι ώστε να χωρέση ανάμεσα της καρέκλας και του τραπεζιού. Κ' έπειτα έβγαλε το κεφάλι και προσπαθούσε να δη τον μπαμπά στα μάτια. — Τι είναι Σβεν; ρώτησε ο μπαμπάς, που δεν ήθελε να τον ενοχλούν. Ο Σβεν όμως δεν ησύχαζε, αν ο μπαμπάς δεν παραμέριζε το κάθισμα ώστε να μπορέση να περάση. — Ο μπαμπάς να γράψη ένα βιβλίο μόνο για το Νέννε. — Τι; ρώτησε ο μπαμπάς.

Και μίαν ημέραν που εις αυτήν εσεργιάνιζα, ακούω αιφνιδίως ένα αλλαλαγμόν και μίαν σύγχισιν και θλίψιν εις τον λαόν, που όλοι έμειναν ευθύς συγχισμένοι. Και η αιτία τούτης της συγχίσεως επροέρχονταν από ένα κήρυκα, που επήγαινε τριγύρου την χώραν, και κάθε ολίγον εφώναζε και έλεγε με μεγάλην φωνήν.

Ποιος; ερώτησε ο Αριστόδημος από τη θέση του. — Άνοιξε! — Τι θες; — Άνοιξε σ' λέω· επρόσταξε η φωνή λαχανιάζοντας. Η μάννα σου.. . η κυρά Πανώρια... — Πέθανε. — Πέθανε! Ο Αριστόδημος έμεινε ξυλιασμένος στο στρώμα του. Πέθανε! αλήθεια; Και γιατί; Άξαφνα πήδησε ορθός, έτρεξε μισόγυμνος στην πόρτα. Ένα χωριατόπουλο φάνηκε στο κατώφλι, βγάζοντας αχνούς από το στόμα του.

Πέντ' έξ μικρά θαλασσοπούλια με ασπρόμαυρα πτερά, ένα ωραίο κοπαδάκι, ήλθαν γύρω-γύρω εις τον βράχον κ' εκαράβιζαν, θελγόμενα από το θαλασσινόν του Μανώλη άσμα, ενώ τα γαλάρια του γέρω-Παππού εισορμήσαντα εις τον εγγύς ελαιώνα, έβοσκον, λαιμάργως καταβροχθίζοντα τα τρυφερά των ελαιών βλαστάρια, πλήρη ελαιοκάρπου.

Είναι ένα κουραστικό θέμα και θα ήθελα πολύ να ξαναγυρίσωμε στον κύκλον όπου μέσα η κριτική είν' ελεύθερη. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Στον διανοητικόν κύκλο; ΓΙΛΒΕΡΤΟΣ. — Ακριβώς.

Λέξη Της Ημέρας

μούγγρισμ

Άλλοι Ψάχνουν