Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025


Στροφή Α Ω φιλτάτη πατρίς, Ω θαυμασία νήσος, Ζάκυνθε· συ μου έδωκας Την πνοήν, και του Απόλλωνος Τα χρυσά δώρα! Και συ τον ύμνον δέξου· Εχθαίρουσιν οι Αθάνατοι Την ψυχήν, και βροντάουσιν Επί τας κεφαλάς Των αχαρίστων. Ποτέ δεν σε ελησμόνησα, Ποτέ·Και η τύχη μ' έρριψε Μακρά από σε· με είδε Το πέμπτον του αιώνος Εις ξένα έθνη

Χα! είπεν η μήτηρ μου, μετά θριαμβευτικής χαράς. Λοιπόν επιάσθηκε! Θα είναι από αυτούς που έστειλεν ο Εφέντης δεμένους. Ελησμόνησα να σε πω πως οι ύποπτοι ευρίσκονται στην Πόλι. — Σε είπα να μη μου λέγης τίποτε, χωρίς να σ' ερωτώ, αλλοιώς θα με χαλάσης τα μάγια! είπε δυσανασχετούσα η πυθία των τριόδων, και έσεισε το κόσκινον ισχυρώς και ηκούσθη εν αυτώ κρότος, ως συγκρουομένων οσπρίων.

Υπεσχέθην, αλλ' ελησμόνησα την υπόσχεσίν μου. Τον συνήντησα εκ νέου και μου παρεπονέθη ότι τον ελησμόνησα. Άλλην δε ημέραν, καθ' ην με είδε διερχόμενον εις το αυτό μέρος και η δούλα ήτο πάλιν εις το παράθυρον, μου εφώναξεν εξ αποστάσεως: — Ακόμη να γράψης για το θέατρο. Κάμε μου τη χάρι να γράψης δυο λόγια. Στη μπαρούτη πούχομε φάει μαζή στην Κρήτη!

Δάμαρ. — Είπες να πίωμεν την Λήθην ομού;...Άκουσον· την ημέραν καθ' ην σ' εφίλευσα εις τον Παράδεισον τον εύχυμον εκείνον καρπόν, ελησμόνησα να σε κεράσω έν ποτήριον διά να τον χωνεύσης... Έκτοτε σοι το οφείλω. Ιδού, λάβε και πίε!

Ελησμόνησα κατ' εκείνην την στιγμήν και το προς τον πατέρα μου σέβας, και τα διελθόντα επτά έτη αφ' ότου ήμην απών, και τους οιωνούς, υπό τους οποίους επέστρεφα εις την πατρικήν οικίαν. Η χαρά της μητρός μου, ότε μας είδεν, επεσκίασε παν άλλο της αίσθημα. Την ηύρα γεροντοτέραν αφ' ό,τι την εγνώριζα την καλήν μου μητέρα, αι δε αδελφαί μου, τας οποίας αφήκα παιδία μικρά, ήσαν ήδη ανθηρά κοράσια.

Και συγχρόνως ψάχνων εύρε το σκαμνί, εκάθισε πλησίον εις τους πόδας μου και είπε· το εσπέρας βέβαια, πολύ αργά, αφ' ου έφθασα από την Οινόην· διότι ο δούλος μου Σάτυρος μου έφυγε κρυφά· εν ώ λοιπόν είχα σκοπόν να σου είπω, ότι θα τον κυνηγήσω να τον εύρω, ήλθεν άλλο πράγμα εις τον νουν μου και ελησμόνησα τούτο.

Σύρθηκα μέσα στη σάλα κι έπεσα, σ' ένα διβάνι. Έφτασε κι ο Γιώργος ανήσυχος, τρελλός. Γιώργο μου, Γιώργο μου, να φύγουμε απ' αυτόν τον φονικότοπο, γρήγορα, γρήγορα. Τέλος πάντων ζητήσαμε τηλεγραφικώς τη μετάθεσή μας κ' ελπίζομε να γείνη αύριο μεθαύριο, κι όπου φύγη, φύγη. Ελησμόνησα να σου πω, πως σκοτώθηκαν γιατί νόμισαν πως κοίταζα τον ένα περισσότερο απ' τον άλλο.

ΖΕΥΣ. Τώρα όμως, παιδί μου, δεν ξέρω πώς, είτε ένεκα του μεγέθους των επικειμένων κινδύνων, είτε ένεκα του πλήθους των συνηγμένωνδιότι βλέπεις πόσον πολύθεος είνε η συνέλευσιςέχουν ταραχθή αι σκέψεις μου, είμαι συγκεκινημένος και η γλώσσα μου παραλύει. Τόσον τεταραγμένος είμαι, ώστε ελησμόνησα και το προοίμιον το οποίον είχα ετοιμάση διά να κάμω εντύπωσιν και επιβληθώ ευθύς εξ αρχής.

Εχύθημεν όλοι εντός της ανοικτής θύρας, ακολουθούντες την γραίαν. Ο Θεός την εφώτισε ! Εις εκείνην χρεωστούμεν την σωτηρίαν, την ύπαρξίν μας. Δεν την είδα έκτοτε, ούτε το όνομα της γνωρίζω, αλλά ποτέ δεν ελησμόνησα το αγαθόν πρόσωπον της, ουδ' έπαυσα ευλογών την μνήμην της. Είθε να την αντήμειψεν ο Θεός και να την ανέπαυσεν εν ειρήνη !

Ελησμόνησα διά μιας τον κάματόν μου και έτρεχα κ' εγώ ανά μέσον των πεύκων, τα οποία μ' εμπόδιζον να ίδω πόθεν έπιπτον οι τουφεκισμοί, και εκραύγαζα κ' εγώ κραυγάς ανάρθρους και αγρίας.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν