Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Άλλον ωνόμασαν Εβδόμην, διότι, όπως τα παιδία κατά την εβδόμην του μηνός, εκείνος εις τας συνελεύσεις έπαιζε και εγέλα καθ' ον χρόνον συνεζητούντο αι σοβαραί υποθέσεις του λαού . Δεν επιτρέπεται λοιπόν και εις εμέ, δι' όνομα του Αδώνιδος, να παρομοιάσω ένα παγκάκιστον άνθρωπον, ο οποίος έχει όλας τας κακοηθείας, προς ημέραν δυσώνυμον και απαισίαν; Ημείς και τους χωλούς τον δεξιόν πόδα αποφεύγομεν, μάλιστα αν τους συναντήσωμεν το πρωί.
— Το κοπάδι σου!; και πού βόσκει εδώ; Εδώ μόνον χιόνι και βράχοι είναι! — Ξέρεις πολύ, τι είναι εδώ! είπε το κορίτσι και εγέλα. «Εδώ πίσω μας, κάτω, είναι ένα λαμπρό λιβάδι! εκεί πηγαίνουν η κατσίκες μου! Της βόσκω με επιμέλειαν! καμμία δεν χάνω. Ό,τι είναι δικό μου, μένει δικό μου!» — Είσαι θρασεία! είπεν ο Ρούντυ. — Και συ! απήντησε το κορίτσι.
Ούτω ήτο βέβαιος, ότι ο αρχαίος φίλος και νυν εχθρός του θ' απεπλανάτο να εισέλθη εις σπίτια Γεώργηδων ή Γιάννηδων ή Κωνσταντήδων, όπου θα την επάθαινε... και τότε ο Πέτρος, όστις θα εφρόντιζε να βρεθή εκεί σιμά, εξ όλης καρδίας θα εγέλα. Την πρωίαν, ο Αποστόλης, αφού είχε γυρίσει όλον το χωρίον, έφθασεν εις την βορεινήν εσχατιάν, σιμά εις την οικίαν του Τζαφέρη.
— Εάν ήτο αδελφή σου, υπέλαβεν, η κόρη σου, θα την απέτρεπες; Η ερώτησις την ήγγισε βαθύτερον ή όσον ενόμιζεν ο Λιάκος. Η μία των θυγατέρων της, αδικηθείσα από την φύσιν, παρείχεν από τούδε εις την μητρικήν καρδίαν της ανησυχίας διά την μέλλουσαν αποκατάστασίν της. Δεν εγέλα πλέον. Οι οφθαλμοί της υγράνθησαν, και δεν απεκρίθη.
Επί τέλους δε ανακαλύψας και κάποιον Μένιππον εκ των παλαιών κυνικών, κύνα αληθινόν, πολύ γαυγιστήν, άγριον και ύπουλον συγχρόνως, καθ' όσον εγέλα και εδάγκωνε, τον έκαμε και τούτον σύντροφόν μου.
— «Φαίνεται ακριβώς σαν τσουβάλι αλευριού χωρίς αλεύρι», είπεν ο μυλωθρός και εκορόιδευε με την ιδιάζουσαν ευφυολογίαν του. Και ο Ρούντυ εγέλα και έλεγε και αυτός ότι μάλιστα ακριβώς έτσι φαίνεται.
Είπε, κ' οι αθάνατοι θεοί γελοκοπούσαν όλοι• πλην δεν εγέλα, αλλά θερμά ζητούσε ο Ποσειδώνας τον τεχνουργόν τον Ήφαιστο να λύση ευθύς τον Άρη. 345 κ' εκείνον επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα• «Λύσε, κ' εγώ σου υπόσχομαι 'που αυτός, ως εσύ θέλεις, εις τους θεούς κατέμπροσθεν τα δίκαια θα πλερώση».
— Σου χαρίζω την Μπαμπέττα, αν μου χαρίσης ζωντανόν τον αετιδέα! . . . είπεν ο μυλωθρός και εγέλα τόσον, ώστε εδάκρυζαν τα μάτια του. «Αλλά τώρα σε ευχαριστώ διά την επίσκεψιν, Ρούντυ», είπε· «αν εμφανισθής αύριον, αύριον δεν θα είναι κανείς 'στο σπίτι! Αντίο Ρούντυ!». Και η Μπαμπέττα είπε και αυτή αντίο, αλλά με τόσο παραπονιάρικο ύφος σαν ένα μικρό γατάκι, που δεν μπορεί να ιδή την μητέρα του.
«Ποτέ δεν αποθαρρύνομαι!» εφώναξε. «Μία επίσκεψις εις τον Μύλον! καλησπέρα εις τον μυλωθρόν, καλησπέρα εις την Μπαμπέττα. Δεν πέφτει κανείς, εάν δεν το σκεφθή. Πρέπει τέλος πάντων να με ιδή η Μπαμπέττα μια φορά. Θέλω να γίνω άνδρας της!» Ο Ρούντυ εγέλα, είχε φαιδράς διαθέσεις και εβάδισε προς τον Μύλον. Ήξευρε τι ήθελε: ήθελε να έχη την Μπαμπέτταν.
Η συντροφιά ηκολούθησε το παράδειγμά μας, αλλά πολλαπλασιάζουσα αυτό. Όλος ο κόσμος εφλυαρούσεν, ηστειεύετο, εγέλα, έκαμνε χίλιες τρέλλες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν