Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025


Σκοτείδιασε το φως του Κι' αποκαρώθηκε ο φτωχός. Τα σερπετά δειλιάζουν 'Σ τ' αγώγι τους και φεύγουνε. Νεκρόνεται κι' ο γύφτος, Η φύσις όλη εσίγησε, λες κ' ήθελε ν' αφήση Ελεύθερα να καταιβούν τα ονείρατα του Διάκου. Κ' ιδού του κάστηκε με μιας ότ' είδε την κουφάλα Του δέντρου ν' αναδεύεται.

Όλαι αι κεφαλαί εστράφησαν προς την θύραν, εκ της οποίας εξήλθεν ο πελάτης και μετ' αυτόν ο ιατρός. Ο πελάτης διασχίσας την τραπεζαρίαν ανεχώρησεν, ο δε ιατρός, σταθείς εις το κατώφλιον της θύρας του, είδεν ένα προς ένα τους περιμένοντας και ένευσε προς τον φοιτητήν, όστις εισήλθεν εν βία εις το δωμάτιον. Η θύρα εκλείσθη και πάλιν. Η Κυρά Λοξή είχεν εγερθή, άμα είδε την θύραν ανοιχθείσαν.

Εκεί εύρεν εντός άντρου μιξοπάρθενόν τινα έχιδναν, της οποίας τα μεν άνω των γλουτών ήσαν γυναικός, τα δε κάτω όφεως. Ιδών αυτήν και θαυμάσας ο Ηρακλής, την ηρώτησεν εάν είδε που ίππους πλανωμένας· εκείνη δε είπεν ότι τας έχει, αλλά δεν τας αποδίδει εις αυτόν πριν ή μιχθή μετ' αυτής.

Και δεν τους είδε πριν κανείς, θες άντρας θες γυναίκα, παρά η Κασσάντρα η όμορφη σα χρυσωπή Αφροδίτη στην άκρη ανέβη και θωράει το γέρο της πατέρα 700 όρθιο με τον καλόφωνο μέσα στ' αμάξι κράχτη, και το νεκρό 'δε πούφερναν τα διο μουλάρια πίσω στο στρώμα απάνου πλαγιαστό.

Ναι, θαν το κάμω! εβρυχήθηκε ανασηκώνοντας το κορμί του, σαν τον πάνθηρα που ετοιμάζεται να ριχτή στο θύμα του. Μα το λογικό ενίκησε πάραυτα την καρδιά του. Γύρισε κ' είδε με μάτι παραπονιάρικο τα σωθέματα των τοίχων, σα να τους έλεγε: «Δε φταίω γω αν δε σας κάνω το χατήρι». Δεν ήταν ίδιοι οι καιροί.

Δε θα λησμονήσω ποτέ την απελπισιά, που με κυρίεψε, όταν κάθε βδομάδα που περνούσε παρατηρούσα ολοένα καθαρότερα πως όλα όσα έβλεπε γλυστρούσαν εμπρός της, σα να μην είτανε πραματικά γι' αυτή. Μου έκρυβε πολλά, μου έκρυβε ακόμα και τα δάκρυά της κ' εννόησα πως το έκανε γιατί είδε πως ζούσα μόνο με την ελπίδα να την ξαναφέρω στη ζωή κ' ήθελε να κρατήσω όσο το δυνατό περσότερο την ελπίδα αυτή.

Ύπαγε να ετοιμασθής· αι επιστολαί μου είναι έτοιμοι. ΧΑΡΜΙΟΝ. Άξιος άνθρωπος. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Πραγματικώς. Μετανοώ πολύ, διότι τον εκακομεταχειρίσθην. Εξ όσων είπε, βλέπω ότι το πλάσμα αυτό δεν είναι μεγάλο πράγμα. ΧΑΡΜΙΟΝ. Δεν είναι τίποτε, κυρία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ο άνθρωπος ούτος θα είδε βεβαίως και θα γνωρίζη τι εστί μεγαλείον. ΧΑΡΜΙΟΝ. Αν είδε μεγαλείον!

Το πολύκροτον τούτο έργον είδε το φως περί τας αρχάς του 1866. Η έρευνα όμως του ιστορικού προβλήματος της «Παπίσσης» απησχόλει, ως ήδη ερρέθη, τον Ροΐδην, από του 1848.

Α! άριστε των κόσμων πού είσαι; Κι' από τι αρρώστια πέθανε; Ίσως άραγε γιατί μ' είδε να με διώχνουν από τον ωραίον πύργο του κυρίου πατέρα της με δυνατές κλωτσές; — Όχι! απάντησε ο Παγγλώσσης. Την ξεκοίλιασαν Βούλγαροι στρατιώται, αφού πρώτα την εβίασαν όσο μπορεί να συμβή αυτό σε άνθρωπο.

Πριν φτάσουμε στην εκκλησιά, μέσ' το ρέμμα, ηύραμ' ένα τσέλιγκα, μ' ένα κοπάδι πρόβατα. Καθίσαμ' εκεί κοντά, να ξαποστάσουμε και να συγυρισθούμε, πριν πάμε στην εκκλησιά. Η γυναίκα του τσέλιγκα μας είδε που καθίσαμε, κ' ήρθε κοντά μας. Ο Λευθέρης, που από 'βδομάδες μπροστά ήτον κομμένη η όρεξί του και δεν έτρωγε τίτοτε, σαν εκαθίσαμε, μου λέει·Πείνασα, καϋμένη γυναίκα. Κόψε μου λίγο ψωμί.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν