Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Ένας άνθρωπος ανυπόφορος με διέκοψε. Τα δάκρυά μου ξηράθηκαν. Είμαι αφηρημένος. Υγίαινε αγαπητέ! 4 Αυγούστου. Δεν τα παθαίνω μόνον εγώ. Όλοι οι άνθρωποι εις τις ελπίδες των απατώνται, εις τις προσδοκίες των αποτυχαίνουν. Επισκέφθηκα την καλή μου γυναίκα κάτω απ' τη φιλύρα. Το μεγαλύτερο παιδί της έτρεξε προς εμέ, κ' έτσι έφερε κοντά την μητέρα, η οποία εφαίνετο πολύ καταβεβλημένη.
Αφού ο Νεκώς διέκοψε την διώρυχα, έστρεψε την προσοχήν του προς τας πολεμικάς επιχειρήσεις και κατεσκεύασε τριήρεις, άλλας μεν εις την βόρειον θάλασσαν άλλας δε εις τον Αράβιον κόλπον εις την Ερυθράν θάλασσαν, των οποίων τα νεώρια φαίνονται ακόμη.
Ο Μέλτος ο Μισακός, οπού ανήλθε προ μικρού να επιθεωρήση την βράζουσαν σικελικήν όρνιθα, επανελθών, φαιδρός και χαρούμενος πάντοτε, διέκοψε τας θλιβεράς αναμνήσεις του γέρω-Μπούμπα, ειπών: — Ακόμα θέλει λίγο, βρε παιδιά, η κόττα. Όσο να γένη, να μας πη τώρα ο καπετάν-Φαφάνας τι έπαθε μια φορά, τα Χριστούγεννα, από τον Μέλτον τον Μισακόν.
Μιλούσαν χαμηλόφωνα, σαν να ήταν κάτι σοβαρό, αλλά η ντόνα Ρουθ εμφανίστηκε στη μικρή πόρτα κρατώντας στο χέρι ένα αρνίσιο μπούτι λευκό από το λίπος με την βιολετί νεφραμιά σκεπασμένη από τη μπόλια και διέκοψε τη συζήτηση. «Πρέπει να φωνάξουμε τον Έφις για να κάνει μια ξύλινη σούβλα. Πήγαινε Τζατσίντο!»
Εις τούτο το αναμεταξύ βλέποντας η Χαλιμά να πλησιάση η ώρα που ο βασιλεύς έμελλε να υπάγη εις το προσκύνημα, διέκοψε την διήγησιν της ιστορίας. Τότε η Μεδινά η αδελφή της λέγει· αγαπητή μου αδελφή, σε παρακαλώ να μη με υστερήσης το επίλοιπον της ιστορίας την ερχομένην αυγήν, διά να ιδώ πώς ετιμώρησεν εκείνος ο βασιλεύς την μάγισσαν, και τι τέλος έλαβε.
Αλλ' ο Πέτρος, εν τη ορμητικότητί του, ενόμισεν ότι ενόησε, και ενόμισεν ότι ηδύνατο να προλάβη· και ούτω διέκοψε τας επισήμους εκείνας εκφράσεις διά του αμαθούς και αλαζονικού ζήλου του.
Η ανάμνησις του «μεγάλου σκοτιδιού» εφάνη ως να ηλέκτρισε τον Καπετάνιον. — Εγώ το θυμούμαι το μεγάλο σκοτίδι, είπε. Θάμουνε οκτώ χρονώ. Όλοι εστράφησαν με προσοχήν και περιέργειαν μεγάλην προς τον γέροντα, ο δε Σμυρνιός διέκοψε και αυτός την εργασίαν του διά ν' ακούση.
Αλλ' αυτή διέκοψε τα κλάμματά μου και μου παρεπονείτο ότι ενώ της εχάρισα όλα τα άλλα, το έν εκ των χρυσών της σανδάλων δεν έκαυσα επί του τάφου της, μου είπε δε ότι το σάνδαλον εκείνο, είχε παραπέσει και ευρίσκετο κάτω από την κασέλαν και διά τούτο δεν το ευρήκαμεν κ' εκαύσαμεν μόνον το ένα.
Την διέκοψε δε η είσοδος του Μανώλη, ο οποίος είχε το χρωματιστό μαντήλι εις τον ώμον και κλωνίσκον βασιλικού εις ταυτί. Αλλ' άμα είδε τον πατέρα του, έσπευσε ν' αφαιρέση από ταυτί του τον βασιλικόν, εσοβαρεύθη και εκάθησεν εις ημιφωτισμένον μέρος, κατά την παλαιάν του συνήθειαν. — Πού 'γύριζες, μωρέ, τέτοια ώρα; του είπεν ο Σαϊτονικολής.
Εκάθησα επί του απέναντι θρανίου, παρά την πρύμνην, οπίσω οπίσω, ώστε να μη με παρατηρήση ούτε εκείνη ούτε ο πατήρ της, και δεν έβλεπα ούτε επρόσεχα εις άλλο ουδέν. Ο ιατρός του ατμοπλοίου διέκοψε την προσήλωσίν μου δι ευθύμου προσαγορεύσεως, ερωτών πώς διεσκέδασα εις Νεάπολιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν