Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Αλλά μία σκιά η οποία έπεσεν επάνω του ομού με μικράν πέτραν διέκοψε την σειράν των σκέψεών του και τον ηνάγκασε να στραφή προς τον ανηφοράν, εις το άνοιγμα του οποίου είδε πονηράν μορφήν παιδίου, το οποίον εψιθύριζε: — Πατούχα ... Πατούχα!

Περιττά τα σκάνδαλα! διέκοψε και πάλιν ο Ζευς. Τι θέλεις ; λέγε σύντομα, και άφησε τας παρεκβάσεις. — Θέλω να μείνω ανενόχλητος απήντησεν ο Έρως. Θέλω να αγαπώ την Ψυχήν μου χωρίς η σεμνή μου μήτηρ να πειράζεται, και να αγανακτή και να με καταδιώκη. Θέλω να ήμαι κύριος της καρδίας μου, ως είνε αυτή κυρία της καρδίας της, και . . . — Αρκεί, αρκεί! παρενέβη και πάλιν φρονίμως ο Ζευς.

Εμένα ο κύρης μου μανίζει πότε λίγο και φωνάζει, μα δεν είνε κακός. Ο δικός σου δεν κατέω ... Πυροβολισμός αντηχήσας από μικράς αποστάσεως τον διέκοψε. Δύο τρυγόνια επέρασαν κατεπτοημένα και εκ των πτερύγων του ενός έφευγον πτίλα. — Θάν' αδερφός μου, είπεν η Πηγή με ταραχήν. Οντέν έφυγε 'πήρε το τουφέκι του και θάν' επαδά κάτω και κυνηγά.

Και ήθελε να τον επιπλήξη και να τον θωπεύση συγχρόνως διά των λόγων της τούτων· να του είπη όπως παύση ν' αυλή και συνάμα να τον παρακαλέση όπως εξακολουθήση. Ο βοσκός διέκοψε το αύλημά του, και την ητένισεν επί μικρόν εις τους οφθαλμούς, τους γλαυκούς εκείνους, από τους οποίους εξήρχετο ήδη κάτι ωσεί χαμόγελο εν ταυτώ και παράπονον.

Και είτα ο ιερεύς επήρε καιρόν, και ήρχισε να προσφέρη τω Θεώ θυσίαν αινέσεως. Αίφνης ηκούσθησαν φωναί έξωθεν του ναού. Εξήλθόν τινες των ανδρών να ίδωσι τι τρέχει. Εξήλθε κ' η θειά το Μαλαμώ, κι' ο κυρ-Αλεξανδρής έμεινε με τα γυαλιά εις τα όμματα, βλέπων προς την θύραν αριστερά του, και διέκοψε την ψαλμωδίαν του. Ο παπάς έρριψεν αυστηρόν βλέμμα προς τον ψάλτην και τον εκάρφωσεν εις την θέσιν του.

Μου ήλθε διά μιας εις την μνήμην ολόκληρος η περίοδος της εν Χίω διαβιώσεώς μας, και η ανά πάσαν εσπέραν περιμενομένη επίσκεψίς του, ενθυμήθην τον πατέρα μου και ηθέλησα να θλίψω την χείρα του γέροντος και να του είπω ότι ο φίλος του απέθανεν. Επέστρεψα προς αυτόν και εστάθην ενώπιόν του. Διέκοψε το κάπνισμα εκείνος και με ητένισεν απορών. ― Έχω να σου ειπώ δύο λόγια μυστικά, αυθέντα μου.

Αληθώς, ο Μανώλης την τρικυμίαν πολλάκις την περιεφρόνησεν, αλλ' αυτήν την φοράν ησθάνετο κάποιαν αόριστον αδιαθεσίαν. Έχωσε τα χέρια του εις της τσέπες του και διελογίζετο ως μετανοημένος εργάτης. Ο πνευματικός τού είπε να μη δουλέψη την ημέραν της Παραμονής, αφού μάλιστα η χιών διέκοψε πάσαν εργασίαν. Ήτο Παραμονή των Χριστουγέννων.

Ο Καρτσής διέκοψε την ψυχρολουσίαν, την οποίαν έκαμνε προ της θύρας του όρθιος, και απήντησε: — Κουβάρ-αγατζή. — Και το βάτο; — Μπερδελέτο. Ο Σαϊτονικολής εγέλασε, καίτοι δεν ήκουε πρώτην φοράν τα αυτοσχέδια τούρκικα του Καρτσή, ούτε το κωμικόν τραγούδι, το οποίον απήγγειλε μετά το τουρκικόν λεξιλόγιον: Άης Βέργας κατεβαίνει Κ' έχει και ρακή πιωμένη ...

Όταν έφθασε προ της οικίας του Θωμά, ο κρότος του αργαλειού διέκοψε τας μελαγχολικάς του σκέψεις. Σταματήσας υπό το παράθυρον εξερόβηξεν αλλ' ήδη η Πηγή, αναγνωρίσασα το βήμα του, είχεν ανατιναχθή από τον αργαλειόν και το πρόσωπόν της εφάνη μεταξύ των ανθέων του παραθύρου.

Ίδε ο άνθρωπος!»& Αλλ' η έκκλησις αύτη εξήγειρε μόνον αγρίαν έκρηξιν κραυγών, «Σταύρωσον, σταύρωσον ΑυτόνΑπλή η θέα Εκείνου, και εν τη ανεκλαλήτω αισχύνη και τη λύπη Του, εφαίνετο να προσθέτη νέαν χολήν εις το μίσος των. Μάτην ο εθνικός στρατιώτης επικαλείται φιλανθρωπίαν παρά του Ιουδαίου Ιερέως· ουδέ καρδία εδονήθη ελέους παλμόν· ουδέ φωνή διέκοψε τον μονότονον ωρυγμόν εκείνον, «Αρον! άρον!

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν