United States or Andorra ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και την ημέραν εκείνην το αυτό συνέβη, και το παράδοξον, ότι μόλις εσηκώθη η Περμάχου, ευχομένη «περαστικά» κατά το σύνηθες, και η ασθενής εστήλωσε τα ώτα, προσβλέπουσα διά της ημικλείστου μεινάσης θύρας προς τον εξώστην, καθ' ην διεύθυνσιν εξήλθον αι δύο γραίαι. Ήκουσε τους ψιθυρισμούς των, και η όψις της έγινε πελιδνοτέρα ή όσον ήτο. Διέκρινεν άρα την δύσηχον φράσιν της γραίας κακομάντιδος;

Οι Αθηναίοι, βλέποντες ότι οι ιδικοί των φύλακες ήσαν πολύ κατώτεροι κατά τον αριθμόν από τους άλλους συμφύλακας, έπεμψαν τον Δημοσθένην να τους επαναφέρη. Φθάσας αυτός επροφασίσθη αγώνα γυμνικόν, τον οποίον εσύστησεν έξω του φρουρίου, και άμα εξήλθον οι άλλοι στρατιώται της φρουράς, αυτός έκλεισε τας πύλας.

Μακράν, προς δυσμάς, εφαίνοντο φώτα εις τον ναΐσκον της Αγίας Κυριακής, όπου θα είχεν αρχίσει ως έγγιστα η αγρυπνία. Το μονοπάτι εκατηφόριζε αποτόμως προς το μέρος εκείνο, καθώς εξήλθον από τον ναΐσκον του Αγίου, κ' έβαινον εγγύτατα εις τον αιγιαλόν. Είτα ανήρχετο πάλιν, κ' ανηφόριζε πλαγινά βαθμηδόν βαίνον προς την είσοδον του Καστριού, εις την γέφυραν.

Ο Γύφτος και η Αϊμά διευθύνθησαν εις το κέντρον του χωρίου, όπου ηγόρασαν τροφάς και εξήλθον εκείθεν σπεύδοντες. Η γυνή σταθείσα παρά τινα γωνίαν παρετήρει αυτούς μακρόθεν. Ιδούσα δε γειτόνισσάν τινα, την έκραξε·Βλέπεις εκεί; — Ποίος είνε; — Εκείνος ο άνθρωπος με το κορίτσι που σέρνει από το χέρι... — Βλέπω. — Μου φαίνεται παράξενο. — Διατί;

Κατ' αυτό το διάστημα εξήλθον και οι Συρακούσιοι και ήρχισαν να χαρακούνται από της πόλεως και διά μέσου του έλους· έσκαψαν επίσης τάφρον, διά να εμποδίσουν εις τους Αθηναίους την μέχρι της θαλάσσης αποτείχισιν.

Μετά τριών ωρών αδιάκοπον συνομιλίαν κατώρθωσεν ώστε η εξαδέλφη παράτησε την εργασίαν, προς ζημίαν πρόσκαιρον του υστεροτόκου υιού της, ητοιμάσθη, και εξήλθον οι δύο ομού της οικίας της, εκείνη μεν διά να συνδιαλεχθή μετά του Κ. Μητροφάνους, ο δε Λιάκος προς ανεύρεσιν του Κ. Πλατέα. Ο πτωχός καθηγητής επερίμενε τον σωτήρα του εναγωνίως.

Αλλ' αυτός περιελθών και επισκεφθείς όλους τους προμαχώνας και τα οχυρώματα, τα οποία είχον αφήσει οι Έλληνες, επέστρεψεν εις το στρατόπεδόν του. Όταν οι Έλληνες είδον ότι δεν είχε σκοπόν διά πόλεμον, εξήλθον από το μοναστήριον και ακολούθησαν ολίγον κατόπιν του, προκαλούμενοι αυτόν τρόπον τινά ως εις μάχην.

Ότε ο αρχηγός μετά των στρατιωτών εξήλθον εκ του παραπήγματος απάγοντες την νέαν, τα μεν άλλα πρόσωπα της σκηνής έμειναν ακίνητα, ο δε Μάχτος ως να ειλκύετο υπό αοράτου ηλεκτρικής δυνάμεως εξήλθε κατόπιν της συνοδείας και ηκολούθησεν αυτήν χωρίς να διστάση. Τούτο δε έπραξεν όλως αυθορμήτως, και άνευ προμελέτης, ως εφαίνετο.

Εψάλη είς ύμνος, έπειτα δε ο μέγας Απόστολος εβάπτισε με το ύδωρ της κρήνης εκείνους, τους οποίους οι πρεσβύτεροι του παρουσίασαν ως προητοιμασμένους διά το βάπτισμα. Εφαίνετο είς τον Βινίκιον ότι η νυξ εκείνη δεν θα είχε τέλος. Ήτο ανυπόμονος ν' ακολουθήση την Λίγειαν, να την απαγάγη . . . . Τέλος τινές των χριστιανών εξήλθον του κοιμητηρίου. Ο Χίλων εψιθύρισεν.

Την έφθασεν εις την αυλήν της οικίας, όπου έτρεχεν αύτη διά να κρυφθή, την άρπαξεν από τα μαλλιά, και την έσυρεν επί του εδάφους της οδού, εις διάστημα πενήντα βημάτων. Αυτή είχε βάλει τας φωνάς, κ' εξήλθον οι γείτονες. Ήτον ώρα εσπερινού, μικρόν προ της δύσεως του ηλίου.