United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένα τσοπανόπουλο δεκατεσσάρων χρόνων απάνω, κάτω, με γυμνά πόδια, με λερές βλαχόκαλτσες, με μιαν άσπρη φλοκατίτσα, μ' ένα σακκούλι κρεμασμένο στον ώμο του, ακουμπώντας στην ψηλή γκλίτσα του, έκλαιε μουρμουρίζοντας αγάλι' αγάλια: — Πάει η.... Ρηνιώ!... πάει.... πάει... η Ρηνιώ!.... Είμαστε στο έβγα του Γενάρη.

Τ' είν' αυτό που ασπρίζει; — Είναι χέρια. Δεν βλέπεις; Δυο χέρια γυμνά που κτυπούν το χώμα. — Δεν ακούς; — Ακούω. Ο άνεμος βογγάει μέσα στο πένθος του κάμπου. — Όχι, δεν είν' ο άνεμος. Η φωνή φωνάζει κάποιον να βγη απ' το χώμα : «Έλα! Έλα !. .. » Τον φωνάζει. — Ναι, ακούω τώρα. Φωνάζει: «Έλα! Έλα.... Τα χέρια κτυπούν το χώμα. Τα μαλλιά σέρνονται χάμω. Η φωνή φωνάζει: «Έλα ! Έλα....»

Το αλφάβητον κάθε γλώσσας πρέπει να έχη τόσα ψηφία, όσαις είναι κι η στοιχιακαίς του φωναίς. τα περισσότερα, ή ολιγώτερα δεν φέρουν άλλον καρπό στο γράψιμο από σύγχισιν και σκοτούραν. ορθογραμμένη λέξη είναι εκείνη, οπού η προφορά, από το αράδιασμα των ψηφιών της, δεν παραλλάζει από εκείνην, οπού συνηθιέται στην ομιλίαν. κι' όποιος γράφει αλλοιώς από ότι προφέρει, δεν ορθογραφεί, κι όποιος γράφει αλλοιώς απ' ότι κραίνει, και προφέρει τα γραμμένα σαν πως δεν κραίνει, κάνει διπλόν κι' ανωφέλευτον κόπον. ζωγραφίζει γαλάζιο τριαντάφυλλο, οπού δεν είναι στον κόσμο, για να έχη χρείαν από κόκκινα μυτογιάλια για να το ιδή. καθώς θελά το ήβλεπε με γυμνά τα μάτια στο φυσικό του χρώμα.

Μας έσπρωξαν εντός αυτής οι ναύται, την μητέρα μου κ' εμέ, και η λέμβος απεμακρύνθη της ακτής. Ο πατήρ μου ερρίφθη εις την θάλασσαν και μας ηκολούθει κολυμβών. Αλλ' οι Τούρκοι ήσαν ήδη επί της παραλίας με τα ξίφη γυμνά, με τα όπλα απαστράπτοντα υπό το φως της σελήνης. Εκράτουν το φόρεμα της μητρός μου, ορθίας εντός της λέμβου, βωβός εκ του τρόμου, με τα βλέμματα προσηλωμένα προς τον πατέρα μου.

Μπροστά το μικρό χωριατόπουλο με γυμνά ποδάρια κι άφθονα μαλλιά, κρατώντας μέσα σ' ένα τενεκεδένιο κουτί τα στεφάνια του γάμου, τη μόνη ενθύμηση πόπαιρνε μαζί της από το χωριό της η νύφη, αχνή, αχνή παιδούλα. Ο γαμπρός κ' η νύφη περπατούν μαζί, ο ένας κοντά στον άλλον χωρίς μιλιά. Πίσω έρχεται η μάννα με τα δάκρια στα μάτια που τρέχουν στο ζαρωμένο πρόσωπό της.

Μα ποιος απ' όσους κατοικούν κάτω απ' το φως του ήλιου τις χάριτές μας δέχεται μ' ολάνοικτες αγκάλες και δεν τις αποδιώχνει ευθύς δίχως κανένα δώρο Κι αυτές με φρύδια σουφρωτά και με γυμνά τα πόδια ξαναγυρίζουν σπίτι μας και μας παραπονιούνται πως άδικα τις στείλαμε να κάνουν τόσο δρόμο.

Εις τα πλευρά των θρόνων έστεκαν οι σωματοφύλακες του βασιλέως με σπαθιά γυμνά εις τα χέρια, και δύο σκλάβες πολλά ωραίες έστεκαν κοντά εις τον θρόνον της βασιλοπούλας.

ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Απεκοιμήθηκα εκεί ‘ς τα έλατ’ αποκάτω, και μέσα εις τον ύπνον μου 'σαν όνειρον τον είδα μ' ένα εδώ να πολεμά, και να τον θανατόνη. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ, προχωρών. Ρωμαίε! — Ω, αλλοίμονον! Τι αίμα κηλιδόνει τα μαρμαρένια πρόθυρα αυτού εδώ του τάφου; Εδώ τι θέλουν τα σπαθιά τα αιματοβαμμένα, γυμνά ριχμένα καταγής ‘ς τον τόπον της Ειρήνης; Α! ο Ρωμαίος! τι ωχρός!

Ποιος μπορεί να κρατηθή από τα γέλοια όταν ένας κοινός εφημεριδογράφος προτείνη σοβαρά να περιορισθούν τα θέματα, που έχει στη διάθεσή του ο καλλιτέχνης; Κάποιος περιορισμός μπορεί να επιβληθήκαι θα επιβληθή, ελπίζω, γρήγορασε κάμποσους εφημεριδογράφους και εφημερίδες μας. Γιατί μας δίδουν τα γυμνά, χυδαία και συχαμερά γεγονότα της ζωής.

Και εμβάντες όλοι οι κουρσάροι μέσα με γυμνά σπαθιά εις τα χέρια, αποκεφάλισαν όσους από τους ιδικούς μας τους εναντιώθησαν· αλλ' εμένα και τους επιλοίπους μας έκαμαν αιχμαλώτους, ήγουν σκλάβους· και μας επήραν όλην μας την περιουσίαν, και τα πολύτιμα δώρα του βασιλέως· και εκδύσαντές μας τα φορέματά μας, μας ένδυσαν με πενιχρά και ξεσχισμένα ιμάτια, ίδια των σκλάβων.