Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Μου ήρθαν όμως εκείνον τον καιρό τόσο άσχημες και μωρές ιδέες. Η φωνή της έγινε όπως ενός παιδιού, που έκαμε κάτι κακό, και μ' έκαμε να γελάσω όταν την άκουσα. — Όχι, μη γελάς, ξακολούθησε. Γιατί είναι αλήθεια πως πίστευα πως δε με νοιώθεις και το είπα μάλιστα. Μπορείς να με συχωρέσης; Μιλούσε τόσο σοβαρά, που με συγκίνησε.
Όταν ήλθον να μας προσκαλέσωσιν εις το δείπνον και είδον τον καλόν εκείνον άνθρωπον παραπαίοντα από τοίχου εις τοίχον, τότε ενόησα διατί το εις ό άνηκε κόμμα καρκινοβατεί μόνον επί της οδού της προόδου, και μοι ήλθεν όρεξις να γελάσω.
— Είνε μαγείρισσα εις την Μασσαλίαν. — Η εύμορφη Εύα τι έγεινεν; — Έγεινε πολύ άσχημη. — Και συ τι κάμνεις; — Εξακολουθώ να κάμνω τον κόσμον να γελά. — Θα έλθω αυτάς τας ημέρας να με κάμης πάλιν να γελάσω. — Πολύ λυπούμαι, αλλά τούτο είνε αδύνατον. — Διατί αδύνατον; Αφού το κατώρθωνες καθ' εσπέραν εις τας Αθήνας και δεν έπαθα έκτοτε υποχονδρίαν; Μήπως έχασες την κωμικήν σου δύναμιν;
Την εσπέραν όμως εκείνην είχα τα νεύρα μου και αντί να γελάσω δεν απηξίωσα να εκδικηθώ αποκρινόμενος. — Δεν ενθυμούμαι να έκαμα ποτέ τοιαύτας ομιλίας εις καμμίαν νέαν. Η κ. Κλεαρέτη εδάγκασε το χείλος της και μου εγύριοε την ράχιν· η φράσις της όμως «έκαμεν εργολαβίαν με όλον τον κόσμον και εξακολουθεί μετά τον γάμον της τα ίδια» δεν έπαυε ν' αντηχή εις την ακοήν μου ως συριγμός εχίδνης.
Ποτέ ο Λιάκος δεν την είδε τόσον εύθυμον. — Δεν το βλέπω τόσον αστείον το πράγμα, είπε μετά πολλής σοβαρότητος. — Με συγχωρείς, απεκρίθη εκείνη, προσπαθούσα να συγκρατήση τον γέλωτα. Με συγχωρείς αν σε προσβάλλω εις το πρόσωπον του φίλου σου, αλλά δεν ημπορώ να τον φαντασθώ ως γαμβρόν και να μη γελάσω. Και ήρχισε πάλιν φαιδρυνομένη.
Είνε να μη γελάσω; Κάλλια που γελάω εγώ, πάρα να γελάνε οι ξένοι. Καληνύχτα. Έχω και λειτουργία το πρωί και παρακαθήσαμε με τις κουβέντες. Καληνύχτα, ξαδέρφισσα, κι' ο Θεός να σε φωτίση ναρθής στα λογικά σου. Σηκώθηκε βιαστικά ο παπάς, ξεδιάλυνε τα γένεια με τα δάχτυλά του και τράβηξε κατά την αντικρινή πόρτα. Η Ταρσίτσα έμεινε στον τόπο σαν νεκρωμένη. Ποτέ δεν της είχε μιλήσει έτσι ο παπάς.
Το παν, το παν πνίγεται εις αυτήν την απαντοχή. 20 Ιουλίου. Την ιδέαν σας να πάω με τον πρέσβυ . . . . . . . δεν δύναμαι ακόμη να συμμερισθώ. Δεν αγαπώ πολύ την υποταγήν, και ξεύρομεν όλοι ότι εκείνος ο κύριος είναι προς τούτοις ανυπόφορος. Η μήτηρ μου, λέγεις, θα επεθύμει να με ίδη σε καριέρα· αυτό μ' έκαμε να γελάσω.
Δεν ημπόρεσα να κάμω αλλέως παρά να γελάσω, βλέποντας τον τρόμον του Χασάν που τον επλάκωσε.
Είχε γίνει χλωμή σαν τη ζαφορά. — Θα σε γελάσω, παιδί μου; Δεν έχει σου λέω. — Βαριέσαι να ψάξης, Μαθιό. Τόσα γράμματα έχεις στα χέρια σον. Θα είνε μέσα και το δικό μας. Δε γίνεται... Ο Μαθιός έκανε πως ψάχνει τάχα. — Δεν ξέρω εγώ, παιδί μου, τι έχω; Να! ορίστε, όλα τα γράμματα. Δεν έχει, σου λέω. Σαν είχα σας έφερνα. Με το άλλο.
Η Μαρία Μύρτου είναι μία γυναίκα ανάμεσα στα γυναικάρια που την τοποθετάτε· εκεί που η γυναίκα είναι κούκλα, εκεί που είναι σκλάβα, εκεί που η κουκλοσύνη και η σκλαβιά γεννάνε κάθε είδους αθλιότητες και αχρειότητες με το τριπλό το σύνθημα της αχειράφετης γυναίκας: πώς να αρέσω, πώς να ψαρέψω, πώς να γελάσω!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν