Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
Εσύ μούδωκες να βόσκω πενήντα και δυο τραγιά· τούτος σου τάχει κάμει εκατό και δέκα τράγους· βλέπεις πόσο παχιά είναι και μαλλιαρά και με κέρατα γερά· τα έμαθε να καταλαβαίνουν και τη μουσική· ακούγοντας λοιπόν το σουραύλι όλα τα κάνουν.
Θα μείνης λίγες ώρες, απόψε πρέπει να γίνη η δουλειά κι άβριο το πρωί. — Μάλιστα, θα γίνη! — Εκεί που το πιστέβεις με τα σωστά σου, γυρίζεις και τι βλέπεις; Ο νοικοκύρης έφυγε· ο μεγαλήτερός του γιός έπεσε απάνω σε δυο σάκκους πίτερα και ρουχαλίζει· η κόρη του ξαπλώθηκε στο κρεββάτι και κοιμάται, είκοσι χρονώ γυναίκα· μια άλλη, δεκαπέντε χρονώ, καμώνεται πως νυστάζει. Βουβάθηκαν όλοι.
Μόλις εις το μέσον της τροχιάς έφθασεν η σφαίρα κ' έπεσε· δεν ηδυνήθη να εξακολουθήση την πορείαν της!. . — Βλέπεις τα, παππού! είπεν εμπαικτικώς ο ενωμοτάρχης. Και χωρίς να στρέψη προς τον γέροντα, μεθυσθείς εκ της επιτυχίας και θέλων να καταπλήξη τους χωρικούς διά της ευστοχίας του, ήρχισε να πυροβολή κατά των πέριξ ελατών.
Δεν βλέπεις μαύρα που φορώ, δεν βλέπεις τα μαλλιά μου κομμένα; ΗΡΑΚΛΗΣ Ποιός επέθανε; Μήπως παιδί κανένα ή μήπως ο πατέρας του ο γέρος; ΘΕΡΑΠΩΝ Όχι ξένε, επέθανε η γυναίκα του. ΗΡΑΚΛΗΣ Τι λες; Με τέτοιο πένθος στο σπίτι με εδεχθήκατε; ΘΕΡΑΠΩΝ Ντρεπότανε να διώξη τον ξένο από το σπίτι του, ο Άδμητος, σαν ήλθε. ΗΡΑΚΛΗΣ Ω άμοιρε, τι σπάνια γυναίκα εστερήθης!
Κι ο λαός όλος με κλαδιά στεφανωμένος της ικεσίας στην αγοράν εσυμμαζεύθη, σιμά στους ναούς της Αθηνάς και του Ισμηνίου Απόλλωνος τον μαντικόν βωμόν° η πόλις βλέπεις πώς συνταράζεται και να σηκώση κεφάλι από τον κόκκινο των βυθών σάλον δεν ημπορεί° και φθείρονται οι βλαστοί της μάνας γης και ψοφούν ανάριθμα βωδιών κοπάδια και πεθαμένα τα παιδιά γεννοβολούνε οι μανάδες.
Φαίδρος Μη φύγης ακόμη, Σωκράτη, προτού περάση τουλάχιστον το καύμα του ηλίου· ή δεν βλέπεις ότι ήδη πλησιάζει μεσημέρι, ότε η ημέρα σταματά; Αλλ' ας μείνωμεν και αφ' ου συνομιλήσωμεν περί των ανωτέρω θεμάτων, ταχέως αναχωρούμεν μόλις δροσίση.
ΛΟΥΙΖΑ Θα σου πω, αν θέλης να διασκεδάσης, το παραμύθι του γαϊδάρου ή το μύθο του κόρακα και της αλεπούς, που μου τον έμαθαν προχθές. ΑΡΓΓΑΝ Δεν σου γυρεύω αυτά. ΛΟΥΙΖΑ Μα τι λοιπόν; ΑΡΓΓΑΝ Α! παμπόνηρη! ξαίρεις τι θέλω να πω! ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Έτσι με υπακούεις; ΛΟΥΙΖΑ Μα τι; ΑΡΓΓΑΝ Δε σου είπα να έρχεσαι να μου λες αμέσως ό,τι βλέπεις; ΛΟΥΙΖΑ Ναι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Το έκανες;
— Και όμως δεν ακούεις όσον νομίζεις, ούτε βλέπεις όσα θεωρείς. Λάβε πάλιν το άπειρον εις το όμμα και το άπειρον εις το ους και προχώρει. Αλλά κρύψε πρώτον τον θησαυρόν σου, και κατόπιν επίδειξέ τον. Έκρυψα τον θησαυρόν μου, και κατόπιν τον επέδειξα Ποίον τεράστιον ψεύδος Ότε εφαινόμην πτωχός, μ' εχαιρέτων από πολύ μακράν, και έλεγον από πολύ πλησίον: — Α, τον κακομοίρην!
. . . Τώρα δεν τους βλέπεις, και τα δύο τα κόμματα, διά ποίων μέσων προσπαθούν να κερδίσουν την εκλογήν; Δεν βλέπεις τα δύο πρακτορεία των ανοικτά, φανερώς ενεργούντα, δεν ακούεις κρυφομιλήματα όπισθεν πάσης θύρας και πάσης γωνίας της οδού, δεν βλέπεις τα τρεξίματα και τους ιδρώτας των οργάνων των, δεν ακούεις τον κρότον των χαλκίνων κερμάτων όπισθεν του λογιστηρίου; Δεν βλέπεις απλοϊκούς εκλογείς να βαδίζουν και να κοντοστέκονται, να εξάγουν την χείρα από την τσέπην και να μετρούν δεκάραις;
Το παραζάλισαν οι δασκάλισσες κ' οι αρραβωνιαστικοί. Το κορίτσι, φυσικό του είναι να θέλη ναρέση. Ταξιδεύει ο γαμπρός ως την Πόλη, φέρνει μαζί του όσα βιεννέζικα στολιδάκια μπορεί. Το κορίτσι τα βάζει, και μασκαρεύεται για ναρέση. Ό,τι κι αν κοιτάξης μέσα στη Ρωμιοσύνη, μα σε χωριό είσαι, σε χώρα, κορίτσι βλέπεις, αγόρι, ένα πράμα παρατηρείς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν