Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Ο καθένας να βγάζη το ψωμί του, και το πιώτερο το ψωμί βγαίνει από κει που έπρεπε να πηγαίνη. Στη μέση κοίτεται η εθνική η μελόπηττα, και τριγύρω σωριάζουνται οι πεινασμένες οι σφίγγες και τη βυζάνουν. Καθένας και το κεντρί του, και το κεντρί αυτό είναι το &Εγώ& του Ρωμιού. Ο λαός αυτός, που τονε βλέπεις τώρα και θαρρείς πως παράκμασε, και πως έχασε τον ηρωισμό του, μην το θαρρής.

Αρετή επιδεικνυομένη, είνε εύσχημον προσωπείον της χειρίστης κακίας· όταν συναντηθής μετ' αυτής, προσκύνησέ την ως αρετήν, και φεύγε μίλια. Αληθής αρετή είνε εκείνη, την οποίαν δεν βλέπεις. Υπάρχουν άνθρωποι, οίτινες προσκυνούντες χλευάζουν, και ασπαζόμενοι δάκνουν, και μειδιώντες δηλητηριάζουν· τοιαύτα πρόσωπα οι ποιηταί καλούσι πρόσωπα κυνός, και οι χημικοί καλούσι χάλκινα.

Νέος άνθρωπος, βλέπεις, χεροδύναμος, πολυκάτεχος, άτρομος, για τον κίνδυνο και τον αγώνα γεννημένος, πώς ημπορεί να κάθεται άδουλος, περιφρονημένος σαν το άκαρπο δεντρί. Και όχι μόνον οι συγγενείς αλλά και οι ξένοι έπασχαν για την κατάστασί του. Ο ναυτόκοσμος, βλέπεις, καταντά όλος μια οικογένεια.

Βεβαίως δεν θα ειπώ ότι βλέπω με αυτόν, θα είπω όμως, καθώς μου φαίνεται, ότι βλέπω με τον άλλον. Σωκράτης. Τότε λοιπόν συγχρόνως βλέπεις και δεν βλέπεις το ίδιον πράγμα; Θεαίτητος. Ένα τέτοιο πράγμα κάπως. Σωκράτης. Δεν πρόκειται περί τούτου, θα ειπή εκείνος, ούτε σε ερώτησα εγώ το πώς, αλλά αν το ίδιον πράγμα το γνωρίζεις και δεν το γνωρίζεις.

Να με συμπαθήσης, που πλάκωσε το νου μου ο βαρύς ο καημός, και παρά λίγο να το λησμονήσω πως Ακρόπολη δίχως πολιτεία δε γίνεται, και πως εκείνη είναι η έρμη η πολιτεία της πιο έρμης Ακρόπολής μας. Είναι η αρχαία η χώρα που βλέπεις, κι απομεινάρια της οι ασβεστοκόλλητες πέτρες. Τίποτις άλλο παρ' αυτές δεν της έμεινε!

Μα και το δικό σου είν' άγριο. — Ποιος σου το είπε; Δεν το βλέπεις τι ήμερα που περπατάει; — Ναι, μα 'κεί που ξαφνίστηκε, με την καμπάνα. . . . . στο μοναστήρι κάτου; — Μα εκεί ξαφνίστηκε. — Καϋμένε, τώρα σε συλλογίζομαι τι θα πάθαινες αν σ' έσερνε μαζή του σ' εκείνον τον κατήφορο. — Δε θα χτύπαγα, ήταν χορτάρια. Κ' εγέλασα. Εχαμογέλασε κι αυτή.

Θαρρείς πως την ακούς τη γλυκειά τους φωνή, πως τα βλέπεις τα μαργαριταρένια τα δόντια. Κατέβα τώρα στάλλα τα κάλλη, που σαν ολοφέγγαρο λάμπουν. Άλλο δε βλέπεις παρά λαιμό ολοστρόγγυλο, μαλακόχνουδους ώμους, και στήθια χιονάτα. Ο νους σου χάνεται στο σιγανοσάλευτο εκείνο το λακκουδάκι.

Υπερασπίσθητι λοιπόν το ίδιον σου όνομα. Δεν έχω η δυστυχής βωμόν να καταφύγω άλλον παρά τα γόνατά σου. Ουδένα φίλον έχω εδώ περί εμέ. Όσον διά τον Αγαμέμνονα, ήκουσας την σκληράν απόφασίν του. Είμαι, ως βλέπεις, ασθενής γυνή εν μέσω ναυτικού στρατεύματος εξ ανδρών απειθαρχήτων, θρασέων μεν προς το κακόν, χρησίμων όμως εις το αγαθόν, αρκεί να το θελήσωσιν.

Ως τόσο οι «άνδρες Αθηναίοι» ― ο ομφαλός του ομφαλού της Ρωμιοσύνηςκαι οι κύριοι συμπολιτευόμενοι βουλευτές θα χειροκροτήσουν, και στα πραχτικά της Βουλής και στις συμπολιτευόμενες εφημερίδες θα βλέπεις, ω αναγνώστα, σημειωμένα «παρατεταμένα χειροκροτήματα» και «ουρανομήκεις ζητωκραυγάς». Και έτσι, πάει λέοντας.

Και μίαν ημέραν ηκούσθη να του λέγη: — Λιμοκοντόρος μας γίνηκες και συ και δεν χωνεύεις τους φτωχούς ανθρώπους; Να, για να πάρης γάντια! Να, για ν' αγοράσης λουστρίνια!... Παλιόσκυλο, δεν βλέπεις τα χάλια σου, που δεν έχεις βρακί να φορέσης, μόνο μας κάνεις τον τρανό και συ!

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν