Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Και ο λαός συφάμελος ξαρματώνει τους φρουρούς, ανοίγει με τα τσεκούρια τις πόρτες, ανεβαίνει τις ταπητοστρωμένες σκάλες, σχίζει κουρέλια τις μεταξωτές κουρτίνες, συντρίβει τα βάζα, φθάνει αγριόθυμος εμπρός στον βασιλιά. — Να σε ρωτήσω πατέρα μου δικαιοκρίτη· του λέγει. Με τι πληρώνει εκείνος που πατάει την καραντίνα; — Με θάνατο. — Υπόγραψε.

Ξεχάστε το θυμό σας, και δώστε μας πάλι την αγάπη σαςΟλόρθος σηκώθηκε ο Μάρκος στης σκάλες του αλόγου του: «Όξω από τον τόπο μου, προδότες! Ποτέ πεια δε θάχετε την αγάπη μου! Από σας, έδιωξα τον Τριστάνο. Όξω λοιπόν και σεις από τον τόπο μου! — Καλά, ωραίε Βασιλιά. Οι πύργοι μας είναι οχυροί, για ν' ανέβη κανείςΚαι χωρίς να χαιρετήσουν, γύρισαν της πλάτες.

Οι τρεις Ολυνθιακοί: Στους «Τρεις Ολυνθιακούς» του εκθέτει, αποκαλύπτοντας την έτσι στους Αθηναίους, την πολιτική και τους σκοπούς του Φιλίππου, του Βασιλιά της Μακεδονίας, επικρίνοντας τους ταυτόχρονα για την αδράνεια τους. Οι «Τρεις Ολυνθιακοί» κρίνονται σαν οι κατ εξοχήν πολιτικοί λόγοι του μεγάλου αθηναίου ρήτορα.

Ναι, αφτός στα γοργοτάξιδα φιγουρωτά καράβια κάθεται αργός, τι χόλιασε του βασιλιά Αγαμέμνου· 230 μα να σου βγούμε εδώ 'μαστε σαν τέτιους που γυρέβεις πολλοί, όσους θες. Μον άρχιζε τη μάχη και τους χτύπους

Κ' οι Πάμφυλοι κ' οι Κίλικες, τα παλληκάρια εκείνα, κ' οι Κάρες οι πολεμικοί στις προσταγές του είν' όλοι και τα Κυκλαδικά νησιά κι αυτά στις προσταγές του· και τα λαμπρά καράβια του τον πόντον αρμενίζουν, κι όλ' η στεριά κ' η θάλασσα, τα γάργαρα ποτάμια τον Πτολεμαίο το βασιλιά για βασιλιά γνωρίζουν.

«Να κρεμαστή», η αρχοντιά και πάλι κράζει, μα ο βασιλιάς πάντα σκυφτός σιωπά και ο πρώτος ξαναλέει: «Μη σε τρομάζη ό τι εδώ σου ζητούμε, βασιλιά! Ένας αγύρτης θέλησε να ρίξη ό τι οι πατέρες έστησαν τρανό· το θρόνο σου αποκότησε να γγίξη, να βάλη πιο ψηλά σου το λαό. Αν η τόλμη ατιμώρητη του μείνη, στοχάσου τι μπορεί αύριο να γενή· ό τι στεριώθη μ' αίμα δεν το αφίνει από δούλους κανείς να πατηθή.

Σύνωρα τώρα θέλω να ιδώ την κλέφτρα του θησαυρού μας. Κ' ευθύς προστάζω νανοιχθούν οι σιδερόπορτες της φυλακής, να πάω ατός μου μέσα. Έβαλε μια φωνή κ' ήρθανε μέσα οι πιστοί του βασιλιά, αμέσως δίνει προσταγή να τον ακολουθήσουν, της φυλακής τις πόρτες να του ανοίξουνε. Τότε ο πρώτος απ' τους πιστούς στάθηκε κ' είπε: — Άκουσε, αφέντη βασιλιά. Του θησαυρού σου η κλέφτρα μήνες έρρεψε στη φυλακή.

Πώς είν’ και τόλμησες μπροστά μου να ’λθης και να πατήσης του σπιτιού μου το κατώφλι, συ φανερά το βασιλιά που έχεις σκοτώσει, και που ληστής του θρόνου μου να γείνης θέλεις.

Και τότες πρώτος θάρρος 230 πήρε ξανά ν' αντισταθεί του βασιλιά Αγαμέμνου.

Στο γυρισμό μου στην πρωτεύουσα του πατέρα μου, ξαφνιάστηκα όταν είδα ένα μεγάλο απόσπασμα φρουρών να στέκεται μπροστά στην πύλη του παλατιού· μόλις μπήκα με περικύκλωσαν. Ρώτησα τους υπεύθυνους αξιωματικούς τον λόγο της παράξενης συμπεριφοράς και έμαθα με τρόμο ότι ο στρατός είχε στασιάσει και θανατώσει τον βασιλιά πατέρα μου και είχε βάλει στην θέση του τον Βεζίρη.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν