Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Οι δερβισάδες και ο Καλίφης αλληλοκοιταχτήκανε και άρχισαν τα ψιθυρίσματα, χωρίς να τους ακούν οι Ζωηδία και η Σεραφεία που περιποιόντουσαν την αδελφή τους που ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει. «Τι σημαίνουν όλα αυτάΡώτησε ο Καλίφης. «ούτε εμείς γνωρίζουμε», απάντησε ο δερβίσης στον οποίο είχε απευθύνει τον λόγο. «Τι! Μα δεν είσαστε του σπιτιού

Εκεί επάνω ευρέθη μόνη η αδελφή του η Αμέρσα, παιδίσκη δεκαεπτά ετών τότε, ήτις ετρόμαξεν άμα τον είδε ν' αναρριχάται εις την κλαβανήν με τοιούτον αλλόκοτον τρόπον. Είχεν ακούσει κάτω τα βήματα και τας βλασφημίας των δύο χωροφυλάκων.

Ναι κατά αλήθεια, απεκρίθη η Κατηγέ, κλαίοντας, ετούτο είναι νόστιμον διά να φανώ εις αυτόν ευχάριστη, εγώ δεν ηξεύρω, αν τούτο δ' εμέ ήθελεν είναι μία ευτυχία επειδή και ηξεύρω καλώτατα πως δεν θέλει μου είναι ποτέ ευτυχία το να έχω πάντα εμπρός εις τα μάτιά μου έναν άνθρωπον ωσάν αυτόν. Δεν πρέπει να μιλής, έτσι, της είπεν η αδελφή της.

Πώς θα μοιρασθήτε τας κλίνας; είπε μειδιών ο γέρων, ενώ η αδελφή του έρριπτε περί εαυτήν το βλέμμα διά να ίδη μη λείπη ή μη ελησμονήθη τι. — Θα ρίψωμεν κλήρον, απεκρίθην γελών. Άλλως δε και αι δύο φαίνονται εξαίρετοι και δεν θα μαλλώσωμεν με τον Νίκον. Άμα επρόφερα το όνομα του εξαδέλφου μου, η Κυρία Σοφία εστράφη διά μιας προς αυτόν.

Και πάλιν, εάν ο αδελφός φονεύση τον αδελφόν ή την αδελφήν, ή η αδελφή τον αδελφόν ή την αδελφήν εν βρασμώ, οι μεν καθαρμοί και οι εκπατρισμοί πρέπει να γίνουν ομοίως, καθώς ωρίσθη διά τους γονείς και τα τέκνα, δηλαδή με όσους αδελφούς εφόνευσαν τους αδελφούς των και με όσους γονείς εφόνευσαν τα παιδιά των, με αυτούς ας μη γίνη ποτέ σύνοικος ούτε συμμέτοχος εις τα ιερά.

ΕΔΜ. Εις την σκηνήν σου έρχομαι αμέσως. ΡΕΓ. Αδελφή μου, έλα και συ. ΓΟΝΕΡ. Δεν ημπορώ. ΡΕΓ. Σε έχομεν ανάγκην. Έλα και συ, παρακαλώ. Σ' ακολουθώ. Ενώ επείγονται πάντες, εισέρχεται Ο ΕΔΓΑΡ μετημφιεσμένος. Αν συγχωρής, αυθέντα ένα πτωχόν να σου ειπή δυο λόγια, άκουσέ με. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Έρχομ' ευθύς. Τι θα μου πης; ΕΔΓΑΡ Προτού αρχίση η μάχη το γράμμα τούτο άνοιξε.

Η κυρά που τον οδήγησε μέχρι εκεί, τον κοίταζε διασκεδάζοντας μ' αυτόν, μέχρι που η άλλη φώναξε, «Γιατί δεν μπαίνεις αδελφή; Ο καημένος ο άνθρωπος είναι τόσο φορτωμένος που θα σωριαστεί. Όταν μπήκαν μέσα και κλειδώθηκε η πόρτα, πήγαν και οι τρεις τους σε μια μεγάλη αυλή, περιτριγυρισμένη από κιγκλιδωτό.

Κι' ας προσπαθήσομε σ' αυτό ποιος διορθωμός να γένη· Έλα αδελφή να κάμωμε, σου τάζω γιά καλό μας, Μια συμφωνία, αν αγαπάς, με διάφορο κοινό μας. Σε τούτο μου το φόρεμα κι' οι δυο να τυλιχτούμε, Σύντροφοι πάντα αχώριγοι μαζί να περπατούμε. Τότες οι φρόνιμοι σα ιδούν πως βρίσκομαι με εσένα, Από χατίρι σου θαρρώ δε με μισάν κι' εμένα.

Σπάσανε το κεφάλι του κυρίου βαρώνου, που θέλησε να την υπερασπισθή· την κυρία βαρωνέσσα την κόψανε κομματάκια κομματάκια· ο αγαπητός μου μαθητής έπαθε τα ίδια με την αδελφή του· όσο για τον πύργο, δεν έμεινε πείρα σε πείρα, ούτε αποθήκη, ούτε πρόβατο, ούτε πάπια, ούτε δένδρο. Όμως εκδικηθήκαμε καλά, γιατί οι Άβαροι κάμανε τα ίδια σε μια γειτονική βαρωνεία, που ανήκε σ' έναν Βούλγαρο ευπατρίδη.

Ήνοιγε από καιρού εις καιρόν τα μάτια, ησθάνετο ότι είνε πλησίον του η αδελφή. — Μπέλλα, εψιθύρισε μίαν φοράν, δε θέλω ν' αγρυπνάς και να κουράζεσαι· άμε . . . Και έδιδε εις την φωνήν του τονον θυμωμένου. Εκείνο όμως που τον επείραζε πολύ ήτο η απουσία του γαμβρού του. Ησθάνετο το τέλος εγγίζον και συχνά εψιθύριζε, ερωτών αν ήλθεν ο Καραγιάννης. — Ήθελα να τον ήβλεπα.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν