United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εχρειάσθη να παρέλθωσι καιροί και χρόνοι, ν' αποθάνη ο κρυφός αίτιος της συμφοράς, και η αδελφή του ενόχου να διηγηθη είς τινας εξαδέλφας της το γεγονός, διά να ξεκολάση, ως είπε, τον μακαρίτην τον αδελφόν της. Το επάγγελμα τούτο δεν τον εμπόδιζε να είνε καλλωπιστής, όλας τας Κυριακάς και τας εορτάς, θεωρούμενος ως «ασίκης», ωραίος νέος.

Ήτο ευτυχισμένος να εργάζεται εις το περιβόλι και να βλέπη την αδελφήν του· χωρίς όμως να το δείχνη, εζωογονείτο οσάκις ήρχετο από ταξείδι ο γαμβρός του και διότι τον αγαπούσε πολύ, αλλά προπάντων διότι η αδελφή του ήτο πλέον ευχαριστημένη τότε, του έκαμνε όμως πάντα τον θυμωμένον, τον δυσαρεστημένον και με πείσμα παιδιού του εζητούσε τα εκατόν τόσα τάλληρα, την παλαιάν των διαφοράν.

Όλα καλά, μπάρμπ’-Αλέξανδρε· μα έλα που ξέχασα να στείλω χαμπάρι στο σπίτι μας. — Αλήθεια; Επόμενον ήτο. Δεν πειράζει, Κωσταντή. Την επαύριον έμαθα ότι η αδελφή μου η νεωτέρα επήγε μεσάνυκτα, μαζί με τον ανεψιόν μου μ' ένα φανάρι, κ' εξύπνησε την νεαράν γυναίκα τον Κωσταντή, όπου ήτο έγγυος εις τον μήνα της, διά να πληροφορηθή. Τέλος έμαθαν ότι είχα υπάγει στο πανηγύρι, και ησύχασαν.

Αδελφή μου Αϊμά, ή Αϊμά αδελφή μου; ποίον είνε καλλίτερον από τα δύο; Κ' εγώ δεν ειξεύρω. Δεν είνε το ίδιον; Βέβαια το ίδιον θα είνε. Αλλά διατί μου φαίνεται πως είνε άλλο πράγμα; Ας ιδούμεν καλά, τι διαφοράν έχουν. Κάποια διαφορά πρέπει να είνε, διότι άλλο φαίνεται το ένα, και άλλο το δεύτερον. Αδελφή μου Αϊμά, τι θα πη; Θα πη ότι συ η αδελφή μου λέγεσαι Αϊμά. Αυτό δεν θα πη τάχα; Βέβαια αυτό.

Τον κοίταξε τρομαγμένη, έπειτα κοίταξε την αδελφή της και έτρεξε κοντά της. «Ρουθ, Ρουθ;», την φώναξε χαμηλόφωνα, σκυμμένη επάνω της και σφίγγοντάς της τα μπράτσα. Το κεφάλι της ντόνας Ρούθ έγειρε πρώτα από τη μια μεριά, ύστερα από την άλλη, έπειτα όλο το σώμα της φάνηκε να προβάλλει προς τα εμπρός και να σκύβει για ν’ ακούσει τη φωνή της γης, που την καλούσε κοντά της.

Δυνατόν η στοργή της να ήτο βαθυτέρα ή ώστε να επιτρέψη όπως φανή τόσον εύελπις όσον η αδελφή της· δυνατόν μετά ταπεινοτέρου σεβασμού και ευλαβείας να άφηνε τα πάντα εις τον Κύριόν της.

ΡΕΓ. Είμεθ' απ' ένα μέταλλον κ' εγώ και η αδελφή μου όσον εκείνην εκτιμάς, τόσον κ' εγώ αξίζω. Τα λόγια της το αίσθημα εκφράζουν της καρδιάς μου, αλλά δεν είπε αρκετά πόσον εγώ εντός μου αισθάνομαι ότι μισώ κάθ' ευτυχίαν άλλην και μόνον την αγάπην σου έχω απόλαυσίν μου! Ω Κορδηλία, τι πτωχή που είσαι συ! Αλλ' όχι! 'Στα λόγια είν' η πτώχεια μου, δεν είναιτην αγάπην!

Αμ πώς, αδελφή; Δεν ξέρεις πως ακρίβαιναν οι γαμπροί; — Ακρίβαιναν ε! Τας έβλεπε λοιπόν τας ωραίας θυγατέρας χωρίς ελπίδα αποκαταστάσεως κ' έφθινεν η γραία κ' εφθείρετο. Και αποδίδουσα και αυτήν την ατυχίαν εις τα μοναστηριακά, εφοβείτο ότι θ' απέθνησκε και θα τας άφινεν εις τους πέντε δρόμους. Και ανεστέναζε κρυφίως η γραία. — Τι έχεις, μάννα μ'; Είπε μίαν ημέραν η Δεσποινιώ.

Ήτο η αδελφή Σιξτίνα, ήτις εξετέλει χρέη νοσοκόμου εν τη μονή. Η Βεάτη διενοήθη ότι αύτη βεβαίως θα ανέλαβε να υπηρετή την έγκλειστον εις τα προς τροφήν και πάσαν άλλην διακονίαν του σώματος, και διά τούτο ήρχετο ενταύθα. Η Βεάτη εκόλλησεν όπως ηδυνήθη εις την κόγχην της θύρας. Άλλως θα ήτο ήδη σκότος, διότι είχε σβέσει την δάδα.

Ο Σατάσπης ούτος είχε βιάσει την θυγατέρα του Ζωπύρου υιού του Μεγαβύζου, και καθ' ην στιγμήν προς τιμωρίαν του εγκλήματος τούτου έμελλε να ανασκολοπισθή κατά διαταγήν του βασιλέως Ξέρξου, η μήτηρ του, αδελφή ούσα του Δαρείου, εμεσίτευσε και τω εχαρίσθη η ζωή υποσχεθείσα ότι αυτή θα τω επιβάλη τιμωρίαν αυστηροτέραν, να περιπλεύση την Λιβύαν, μέχρις ου φθάση, εις τον Αράβιον κόλπον.