Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Άμα εισελθών, εστράφη προς εκατέραν των παραστάδων της θύρας, όπως ίδη μη είνε τις κεκρυμμένος όπισθεν των θυρωμάτων, είτα εχαιρέτισεν έπιπλόν τι εκλαβών αυτό εν τη ταραχή του ως έμψυχον ον. Μετά τούτο εχαιρέτισεν εμέ και τελευταίον έκαμε πολλάς προσκυνήσεις ενώπιον του αρχηγού. Έτρεμε δε τα γόνατα, και μετέφερεν αδιαλείπτως τον σκούφον ον εκράτει από της μιας εις την ετέραν χείρα.
Ο Δημήτρης περιέφερε το βλέμμα πέριξ θολόν χωρίς να διακρίνη τι κ' αίφνης ετράπη φεύγων διά της αγοράς ταχέως, ίνα μη ίδη και ακούση τα σαρκαστικά βλέμματα και τας ύβρεις των χωρικών. . . Η απελπισία του Δημήτρη δεν είχε πλέον όρια.
Την νύκτα ο κύριός της έβαλε τα φορέματά του έξω από το δωμάτιόν του διά να τα καθαρίση ο υπηρέτης, η δε δραχμή έπεσεν εντροπιασμένη εις το πάτωμα, χωρίς κανείς να την ακούση ή να την ιδή. Την αυγήν ο ταξειδώτης έβαλε τα φορέματά του και ανεχώρησε δι' άλλα μέρη, η δε δραχμή έμεινεν εις το πάτωμα.
Δεν εφρόντιζεν αν την ίδουν πλέον, καθόλου δεν εφρόντιζεν· αυτή ήθελε να ίδη. — Δεν ένε· είπεν αίφνης, χαμηλοφώνως. Κ' επανέπεσεν οπίσω επί των ποδών της. Έμεινε δ' εκεί, ελαφρώς πελιδνή την όψιν και πεισμωμένη, το βλέμμα κρατούσα προσηλωμένον επί ενός στάχυος, του οποίου η κεφαλή εταλαντεύετο εις το φύσημα του ανέμου.
Μα δεν εννοούσε να στρώση ποτέ τον πισινό του. Άφινε στη μέση πετσιά και σύνεργα, ανασήκωνε την ποδιά και δος του στον καφενέ. Να βάλη παντού το λόγο του· να διορθώνη την κοινωνία. Σα δεν πήγαινε στο καφενείο, κάθε λίγο και στο σπίτι του. Να ιδή τι γίνεται Φαίνεται πως ζήλευε λιγάκι και τη γυναίκα του. Πάντα η ίδια η ιστορία.
Και αν εγνώριζε, και αν ηγνόει το κοίλωμα του γιγαντιαίου κορμού, εκείνην την στιγμήν δεν επέρασεν από τον νουν του. Εκύτταζε να ιδή μη ανακαλύψη που το χάσμα της γης, το οποίον θα την είχε καταπίη εξάπαντος — διότι καμμία πτυχή γης ορατή δεν υπήρχε όπου να κρυβή τις.
Ο Έρως, μη δυνάμενος να αντιστή εις την γοητείαν των δακρυσμένων οφθαλμών της μητρός του, και πρόσφατον έτι έχων την γεύσιν των φιλημάτων της, υπεσχέθη πρόθυμος ό,τι του εζητήθη, και ανεχώρησε συλλογιζόμενος, ότι η άγνωστος εκείνη της μητρός του εχθρά θα ήτο βεβαίως πολύ, παραπολύ ωραία, ίνα κινήση τόσον την ζηλοτυπίαν της αγαθής του μητρός, και ότι αφεύκτως έπρεπε να την ίδη.
Εσκέπτετο άραγε; Όχι, δεν εσκέπτετο, αλλ' εφαντάζετο ότι βλέπει ενώπιόν του την ελεεινήν καλύβην επί των βράχων, υπεράνω της θαλάσσης, όπου προ ετών πολλών, ωθούμενος υπό παιδικής περιεργείας, επλησίασε διά να ίδη τι έστι λεπρός.
Ητον ο γιδάρης του μοναστηριού, που τραγουδώντας κατέβαινε να ιδή τι να γίνωνται τα βακούφικα, πούχαν μείνει την ημέρα κείνη για χάρι του πανηγυριού με το μικρό κοπέλλι του και με δυο σκυλιά.
Και οι μάρτυρες ύψωνον προς αυτόν τους οφθαλμούς. Τότε τα πρόσωπά των ηκτινοβόλουν, προσεμειδίων βλέποντα υπεράνω των κεφαλών των, εκεί υψηλά, το σημείον του Σταυρού. Αίφνης ο Καίσαρ, εκ λύσσης ή και εκ της επιθυμίας να υπερβάλη παν ό,τι η Ρώμη είχεν ιδή έως τότε, εψιθύρισε λέξεις τινάς εις τον πραίφεκτον. Ούτος κατήλθε της εξέδρας και μετέβη εν σπουδή εις τα υπόγεια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν