Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


Του εφαίνετο προσέτι ότι, εάν η Λίγεια τον ηγάπα, όλα τα προσκόμματα θα παρεκάμπτοντο, διότι αυτός ήτο πρόθυμος να πιστεύση εις τον Χριστόν. Διά τούτο εζήτει να ίδη τον Παύλον τον Ταρσέα, του οποίου ο λόγος τον συνεκίνει. Αλλ' ο Παύλος είχεν αναχωρήσει δι' Αριαίαν, και επειδή αι επισκέψεις του Γλαύκου έγιναν αραιότεραι, ο Βινίκιος ευρέθη εις εντελή μοναξίαν και εκυριεύθη υπό ανυπομονησίας.

Εκεί ήκουσε τον ποδόκτυπον ενός αλόγου. Ήτο ο γεωργός, ο οποίος επέστρεφεν. Αυτός ήτο αξιόλογος άνθρωπος, αλλά είχε την αδυναμίαν να μη ημπορή να ίδη καλόγηρον. Άμα έβλεπε καλόγηρον εγίνετο άλλος εξ άλλου. Διά τούτο λοιπόν ο καλόγηρος υπήγε να ιδή την γυναίκα του ενώ αυτός έλλειπεν· εκείνη δε του έστρωσε να φάγη ό,τι καλλίτερον είχεν.

Αλβέρτε, εσύ ήσουν εις το δωμάτιον. Ήκουσε κάποιον να περιπατή, και ρώτησε, και εζήτησε να σε ιδή καθώς σε προσέβλεψε και εμέ, με το παρηγορημένον, ήσυχον βλέμμα, ότι μαζί θα είμεθα ευτυχείς, — ο Αλβέρτος έπεσεν εις τον λαιμόν της και την εφίλησε, και ανεφώνησεν: Είμεθα! θα είμεθα! Ο Αλβέρτος ήτον όλως εκτός εαυτού, και εγώ δε δεν ήξευρα τίποτε περί του εαυτού μου.

Εφοβείτο μήπως η προ πέντε ημερών πεσούσα χιών είχε σπάσει τίποτε κλωνάρια από τα ελαιόδενδρα, κ' επήγεν ως εκεί διά να ίδη και βεβαιωθή, ας ήτο και νυξ φθάσασα εκεί, εβεβαιώθη ότι δεν είχε γείνει ζημία τις από την χιόνα, και μείνασα ευχαριστημένη, εγύρισεν εις τον δρόμον της χαμηλότερα διά του ρεύματος, κ' έφθασεν εις τον μύλον, χωρίς να περάση από την Παναγίαν την Κεχρεάν.

Μιαν ημέραν το πουγγί έτυχε ν' ανοίξη, και η δραχμή εγλίστρησεν αμέσως προς το άνοιγμα και έσκυψε να ιδή έξω. Τούτο ήτο κακοήθειά της. Αλλά είχε περιέργειαν και την έπαθε, καθώς συχνά την παθαίνουν οι περίεργοι. Σκύπτουσα έπεσεν από το πουγγί εις την τζέπην.

Ο βασιλεύς όμως με το να έμεινε λαβωμένος, δεν έλειψε να ξαναγυρίση την ακόλουθον ημέραν εις τον Αλή· και με τούτον τον τρόπον έκαμε διά πολλάς ημέρας·, και με το αίτιον διά να ιδή τες ζωγραφιές, έμβαινεν εις όλους τους οντάδες, και με εύμορφον τρόπον έμβαινε και εις εκείνον που εγώ ευρισκόμουν.

Θάχε το νου τουτο παιδί... Κήτανε τετρακόσοι!... Είδες εκεί τον Κόκκαλη; — Εθόλωσε το φως μου, Μ' επήρε το παράπονο κ' εδάκρυσα... δεν είδα... Ακούστηκ' ένα ρυάσιμο από τη Χαλκομμάτα, Και ρίχνονται του Πανουριά... Πρώτη φωτιά κ' εσμίξαν. — Τον είδες τον Παπαντρειά; — Με τον Κομνά τον Τράκα Κρατούν του Μουσταφάμπεη. — Και τον Κιοσέ Μεχμέτη; — Τον είχα ιδή που εμούδιασε.

Με σταματάτον δρόμον μου. — Κρύψετε την φωτιά σας, ω άστρα, φως να μην ιδή τον σκοτεινόν μου πόθον, να μην ιδή το 'μάτι μου το χέρι! — Πλην να γείνη ό,τι το 'μάτι να ιδή θα τρέμη, όταν γείνη! ΔΩΓΚΑΝ Αλήθεια, Βάγκε αγαθέ, γενναίος είν' ο Μάκβεθ! Κατήντησα να τρέφομαι με τα εγκώμια του συμπόσιόν μου είν' αυτά! Πηγαίνωμεν! Εκείνος επήγ' εμπρός με τον σκοπόν να μας προϋπαντήση. Τι συγγενής!

Όντως κρύφιος, αλλά βαθύς πόθος του Εμμανουήλ Ροΐδου υπήρξε πάντοτε να ίδη συνειλεγμένα τα έργα, άτινα μετά τόσης αγάπης και επιμελείας είχε φιλοτεχνήση και ων η δημοσίευσις θα κατεδείκνυε την ποικιλίαν της παραγωγής του, την ενότητα των διεπουσών τας κρίσεις του γενικών ιδεών, προ παντός δε ότι υπήρξε χρονολογικώς ο πρώτος μεριμνήσας εν τω πεζώ λόγω περί ύφους και καλιλογίας , ως και ο πρώτος συστηματικώς εισηγηθείς τας νέας περί ποιήσεως και γλώσσης ιδέας.

Φθάνοντας λοιπόν εις το Μπαγδάτι επήγεν ευθύς εις τον τόπον, όπου εσυνάζουνταν οι πραγματευτάδες μήπως και ιδή εκείνον που εφιλοδώρησεν εις την Μπάσραν, διά να του διηγηθή τες δυστυχίες του· όμως εθλίβη κατά πολλά, που δεν ημπόρεσε να τον ιδή· εγύρισεν όλην την χώραν μα δεν εστάθη τρόπος, που να ημπορέση να τον συναπαντήση.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν