United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την αυγήν ο καραβοκύρης όταν εγνώρισε τα νησιά εκείνα μας λέγει· ηξεύρετε ότι εδώ κατοικούν άνθρωποι άγριοι, μαλλιαροί και πυγμαίοι εις το μέγεθος, ήγουν μίαν πήχυν το ύψος, και να μην αποτολμήσετε να βλάψετε ή να κτυπήσετε κανένα, διότι εν τω άμα μας θανατώνουν όλους.

Και όταν επέρασαν δύο ή τρεις μήνες, και άνθρωπον δεν είδα, ούτε πλοίον ταξειδεύον κανένα, απελπίσθην και άρχισα να περιτριγυρίσω το νησί πάντοθεν και έφθασα εις ένα δάσος, όπου ήσαν πλήθος μοσχοκαρυδιές και είχαν τα κλωνάρια και τους καρπούς εις την κορυφήν υψηλότατα, τα δε κάτω του δένδρου ήτον τόσον αγλισθηρόν και υψηλόν, που σχεδόν ήτον αδύνατον να ανέβη ο άνθρωπος· εις εκείνο το δάσος ήτον πολλοί πίθηκοι, ήγουν μαϊμούδες, οι οποίες ως με είδον, ανέβησαν επάνω εις τα κλωνάρια των μοσχοκαρυδιών.

Τότε ο βασιλεύς μου λέγει· Σεβάχ, έχω χρείαν παρά σου· πρέπει να κάμης μίαν πρεσβείαν διά χάριν μου προς τον βασιλέα της Σηριμβίας, ήγουν να του προσφέρης παρ' εμού την πρέπουσαν απάντησιν εις την αυτού προς με επιστολήν, και τα προσήκοντα και αμοιβαία δώρα, ως το ζητεί η ευγένεια και η βασιλική μεγαλοπρέπεια.

Το δώρον συνίστατο εις τα ακόλουθα· του έστελνε δηλαδή ο Καλίφης ένα πολυτελές κρεββάτι, του οποίου τα στρώματα και σκεπάσματα ήσαν χρυσοΰφάντα· εξήντα φορέματα χρυσοΰφαντα μεταξωτά· άλλα εξήντα από τα πλέον εκλεκτά σάλια και σόφια της Περσίας και Κίνας· διάφορα ευωδέστατα αρωματικά της Περσίας, τα οποία εις την ευωδίαν υπερέχουσι κάθε άλλο αρωματικόν της οικουμένης· προς τούτοις του έστελνε δέκα λεοντάρια, και δέκα τίγρεις, ήγουν παρδάλεις, τέσσαρα άλογα, τα πλέον εκλεκτά άτια της Αιγύπτου, τέλος πάντων έναν ανθρωπίσκον, ήτοι Νάνον, τζουντζέ, αστείον, μέτωρον και γελωτοποιόν, που ήτον το τέρας της φύσεως εις την θεωρίαν του, εις τα σχήματα και κινήματά του, έχοντας το Μυτιλήνικόν του άλογον παρομοίως μικρότατον· εις τρόπον ώστε ο μεν τζουντζές εις την θεωρίαν του και μικρότητα του σώματος ήτον παρόμοιος με μιαν μαϊμού, το δε άλογόν του δεν ήτον διαφορετικώτερον εις το μέγεθος από μικρό τραγί.

Αλλά μετά πέντε ημέρας εσυναπαντήσαμεν ένα πλοίον πειρατικόν, ήγουν κουρσάρικον, το οποίον όρμησεν εναντίον μας, και πλησιάζοντας εκυρίευσε το πλοίον μας.

Και μετ' ολίγην ώραν παρετήρησαν μακράν και είδον εις εκείνες τις πεδιάδες ωσάν ένα σκοτεινόν καπνόν, ήγουν ωσάν ένα σύγνεφον από κονιορτόν που το σηκώνει ο άνεμος και όταν επλησίασεν εις αυτούς με μεγάλην βοήν και ταραχήν, άνοιξε το σύγνεφον και βγήκε το Τελώνιον και τρέχοντας αρπάζει τον Πραγματευτήν από το χέρι με το σπαθί ξεγυμνωμένον και του λέγει· σηκώσου· θέλω να σε αποκεφαλίσω καθώς εσύ εσκότωσες τον υιόν μου.

Ο Αμαδεδίν που αληθώς με αγαπούσε, δεν έπαυσε να με παρακινήση να αλλάξω αυτήν την απόφασιν, μα τον έκαμα να καταλάβη ότι άκαιρα χάνει τους λόγους του. Άφησα λοιπόν τον Αμαδεδίν εις τον θρόνον του Μουσούλ, και συντροφιασμένος μοναχά με ολίγους σκλάβους, έφθασα εις το Μπαγδάτ με πολύ χρυσίον και πετράδια, ήγουν διαμάντια.

Απέρασαν σχεδόν τρεις μήνες που η Κατηγέ ευρίσκονταν εις θλίψιν διά την αδελφήν της. Μα το διάστημα του καιρού, και οι ανάπαυσες που είχεν, άρχισαν ολίγον κατ' ολίγον να την κάνουν να εκβάλη από τον νουν την ενθύμησίν της, ήγουν να την αλησμονήση, και να ευρίσκεται πλέον ελαφρωμένη εις τες θλίψες της.

Αν και ονομάζουσι βεβαίως ακολασίαν το να εξουσιάζηται κανείς από τας ηδονάς, αλλ' όμως συμβαίνει εις αυτούς, ενώ κυριεύονται από ηδονάς, να εξουσιάζουν αυτοί άλλας ηδονάς. Τούτο δε είναι όμοιον με εκείνο, το οποίον προ ολίγου ελέγομεν, ήγουν με το ότι αυτοί έγιναν εγκρατείς, τρόπον τινά ένεκα ακολασίας. Φαίνεται, βέβαια, είπεν ο Σιμμίας.

Ευθύς που αυτή ανεχώρησεν ο Κατής έκαμε και εστόλισε το σπήτι του με διάφορα στολίδια, ήγουν με πεύκια, εύμορφα στρωσίδια και άλλα ευγενικά πράγματα, διά να δεχθή την νέαν του γυναίκα, και όλα ήταν έτοιμα και εκαρτερούσε με μεγάλην ανυπομονησίαν να δεχθή την πολλά αγαπημένην του, και δεν έβλεπε την ώραν πότε να έλθη.