Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Αχ, δύστυχε, εφώναξεν εκείνος, τι παράξενη κατάστασις είνε η εδική σου· μου κάνεις ευσπλαγχνίαν, θέλω να σε συντρέξω. Έμεινα πολλά θαυμασμένος εις το να ακούσω να μιλήση έτζι ένας που μου είχε ζητήσει ελεημοσύνην, και ενόμιζα ότι η σύντρεξις που έταξε να μου κάμη, ήτον να προσευχηθή διά εμένα.
Από την ξενιτειά που μας ήρθε, κάτω στην πατρίδα της, εκεί κάτω στη Δύση, ίσως έταξε τίποτις κανενός, σα γυρίση πάλε πίσω. Κάτι θα με κρύφτη· είναι αδύνατο με την ομορφιά της, να μην την αγάπησε όποιος την είδε. Για τούτο κάμνει πρώτα την αδιάφορη και παίζει και γελά· για τούτο μόλις μια λέξη ξέρει να μου πη, εκεί που η αγάπη με τρελλαίνει. Για τούτο κάθεται ώρες και συλλογιέται.
Ο βασιλεύς της Δαμασκού εξέστη εις το να ακούση τον βασιλέα του Αστραχάν να ομιλήση με αυτόν τον τρόπον· και ανάφτοντάς του την περιέργειαν εις το να μάθη το αίτιον της ανησυχίας του, έκαμε τόσον, που ο Ορμώζ του έταξε διά να του το φανερώση οπόταν εύρη καιρόν αρμόδιον.
Ο βασιλεύς μετά πόνου μεγάλου την επήκουσε, και της έταξε διά να κάμη καθώς παρήγγειλε. Και τελειώνοντας αυτά τα λόγια η Τζελίκα έχασε τες αίσθησές της, και ο πατέρας της νομίζοντάς την αποθαμμένην, ετραβήχθη από εκεί γεμάτος κλάματα και οδυρμούς διά τον θάνατόν της· έπειτα έδωσε θέλημα και την έφεραν εις τον τάφον με πολλήν τιμήν καθώς το είδες με τα μάτια σου.
Τότε το Τελώνιον έκαμεν όρκον εις τον μέγαν Προφήτην να φυλάξη τα όσα έταξε του ψαρά· και αυτός ευθύς άνοιξε το αγγείον, και εβγήκε καπνός ως και πρώτον, και έλαβε το Τελώνιον την μορφήν και το είδος του ως πρότερον και ύστερα εκτύπησε το αγγείον με το ποδάρι του, και το έρριψεν εις την θάλασσαν.
Αυτό άρεσε του Σβεν περσότερο από όλα κι αυτά πήρε η μαμά από την εταζέρα απάνω στη χαρά της καρδιάς της και το έδωσε του Σβεν, αντί να του δώση το ξύλο που του έταξε. Μα ο Σβεν δεν άπλωνε τα χέρι να τα πάρη. — Μπορεί να το σπάσω, είπε. Και θα θυμώση ο μπαμπάς. Όμως δεν ξεχνούσε ποτέ πως το σκυλάκι είτανε δικό του. Και κάποτε, όταν είταν κανείς ξένος στο σπίτι, μιλούσε γι' αυτό.
Ο σκλάβος μου έταξε μεθ' όρκου, ότι θέλει κάμει καθώς του είπα· μου είπεν όμως διά να μου ελαφρώση τον πόνον μου, ότι ήτον βέβαιος πως η Γαντζάδα ήθελε με σπλαγχνισθή, και πως ήθελε κάμει κάθε τρόπον διά να συνομιλήσωμεν απόκρυφα, επειδή εγνώριζε πως διά λόγου μου να είχε πάντα την ενθύμησιν, και πως δεν ήθελε με αφήσει εις την θλίψιν μου· και έπειτα από αυτό ο σκλάβος εμίσευσε τάζοντάς μου ότι θα μου φέρη κάποιαν απόκρισιν.
Εις αυτό το μεταξύ η Κεριστάνη ακολούθησε να λέγη· Βασιλέα, χρεία τώρα είναι να σου φανερώσω διατί σου εχάλασα την ζωοτροφίαν. Ο βασιλεύς του Μογόλ ήθελε να σου σηκώση την ζωήν, διά να φέρη εις την υποταγήν του το βασίλειον της Κίνας· και διά να τελειώση την βουλήν, έταξε πολύ χρυσάφι του βεζύρ Βελή, διά να σε επιβουλευθή.
Ο βασιλεύς της έταξε, και έκαμε και φοβερόν όρκον διά να την υπακούση εις ότι του ήθελεν ειπεί.
Αυτός είχεν έναν αδελφόν ονόματι Ραβά, εις τον οποίον άφησε την επιστασίαν της πραγματείας του και του σπητιού του, και το περισσότερον την γυναίκα του· και τον παρεκάλεσε να την βλέπη προσεχτικώς εις κάθε της χρείαν ωσάν να ήτον ο ίδιος. Ο Ραβά έταξε, πως θέλει έχει όλην την έννοιαν και φροντίδα του εις αυτήν, και εις τας υποθέσεις του· και εις αυτό ας σταθή ήσυχος, και να μη φροντίζη τίποτε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν