Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Το ξέρω, εσύ είσαι δυνατός, κι' ίσως εγώ όχι τόσο· μά 'ναι στα χέρια των θεών, χειρότερος ή όχι, 435 μπορεί ίσως να σε σφάξω εγώ και να σε στείλω πρώτος στον Άδη, τι σα μυτερό μπροστά κι' εμένα τ' όπλο.»
Κι' όταν πεζός πήγε έπειτα στο γονικό του πύργο, μέρες ξεφάντωνε έντεκα με φίλους π' απ' τη Λήμνο 45 γλύτωσε πίσω· μα ξανά τη μέρα την κατόπι μοίρα κακή τον έρηξε στα χέρια τ' Αχιλέα, π' άναβλα τούτανε γραφτό στον Άδη ναν τον στείλει.
Κι' όλα σε τρία μοιράστηκαν, του κάθε γιου ένα θέμα· εγώ, σα ρήχναμε λαχνό, πήρα να ορίζω πάντα 190 τα κύμα, ο Δίας τα πλατιά ουράνια μες στα γνέφια και στο λιοπύρι, κι' έπεσαν στον Άδη τα σκοτάδια· μα η Γης κοινή κι' ο Έλυμπος μένει ολονώνε ως τώρα.
Ποιος της Λυκίας τους ήρωας, τον Κύκνο από το χρώμα και ποιος τους γυιούς του Πρίαμου θα γνώριζεν ωστόσο αν δεν υμνούσαν ποιηταί τους παλαιούς πολέμους; Ούτ' ο Οδυσσεύς που εγύριζε χαμένος δέκα χρόνια και στα στερνά και ζωντανός κατέβηκε στον Άδη κ' εξέφυγε κι απ' τη σπηληά του άγριου Κυκλομμάτη, μα κι ούτε κι ο χοιροβοσκός ο Εύμαιος, κι ο βουκόλος Φιλοίτιος, ούτε κι αυτός ο ηρωικός Λαέρτης θε νάχαν την πολύχρονη και την τρανή των δόξα αν δεν τους αποθέωναν του Ομήρου τα τραγούδια.
ΘΑΝΑΤΟΣ Όσα κι' αν πης τα λόγια σου πηγαίνουν στα χαμένα και η γυναίκα σήμερα θα κατεβή στον Άδη. Πηγαίνω τώρα με αυτό το κοφτερό σπαθί μου να την αγγίξω. Και, καθώς πολύ καλά γνωρίζεις, ανήκει πια εις τους θεούς του Άδου, όποιος τύχη να του αγγίξη τα μαλλιά αυτή μου η ρομφαία. Η σκηνή μένει επί τινας στιγμάς κενή. Χορός γερόντων.
Μα όπιος να φύγει βάρθηκε καλά και σώνει, ας έβγει να βάλει χέρι στο γοργό καλόδετο καράβι, για να κατέβει αρχύτερα των αλλωνών στον Άδη. Μα, αφέντη, κρίνε ορθά κι' εσύ, μα αγρίκα και τους άλλους, 360 κι' ο λόγος τώρα που θα πω δεν είναι ναν τον ρήξεις. Κατά γενιές τους Αχαιούς και κατά έθνη σάξ' τους, γενιά βοήθια σε γενιά κι' έθνος να φέρνει σ' έθνος.
Κι' έτρεξε ναν τον σώσει αφτός, ισόθεος λες άντρας, που πήγε ομπρός και στάθηκε κοντά κοντά του κι' είπε «Μάστορη δόλου και σφαγής, κοσμάκουστε Δυσσέα, 430 ή και τους διο εδώ σήμερα τους γιους θα θανατώσεις τ' Απάσου, και θα παινεφτείς πατώντας τα κορμιά τους, ή απ' τ' όπλο μου θα κατεβείς στον Άδη σουγλισμένος.»
Ο Λάζος, ο Βρυκόλακας, ο γέρο Κώστα Πάλλας, Ο Καλιακούδας ο Λουκάς, ο Χρόνης, ο Γυφτάκης, Τ' Ανδρούτζου τάσπρο φάντασμα, τρανό σαν το Βελούχι Με τον ψυχοπατέρα του το Βλάχο το Θανάση, Λειοντάρια που δεν άφιναν τον άδη 'ς ησυχία. Ο Λιάκος απ' τον Όλυμπο. Εκεί κι' ο Κοντογιάννης Που γύρευε συχώρεση να πάρη για το Μήτζο.
Και χαρίζετε τη νίκη στο στρατό μας και στην πόλη σωτηρία και σταθήτε καλά έτσι θρονιασμένοι ανάμεσό μας, τις πικρές μας λιτανείες σπλαχνισθήτε. Τόσο μια πανάρχαιη πόλη, ω τι κρίμα! να τη στείλετε στον Άδη, κουρεσεμένη απ’ ενού Αχαιού κοντάρι, και να γένη μαζί μ’ όλους τους ναούς στάχτη θρύμμα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν