Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Επιθυμούσα αυτοί να είναι όσον το δυνατόν ευπειθέστατοι εις την αρετήν, και είναι φανερόν ότι ο νομοθέτης αυτό θα προσπαθήση να πραγματοποιήση εις όλην την νομοθεσίαν. Πώς όχι; Λοιπόν όσα είπαμεν προ ολίγου μου εφάνησαν ότι φέρουν κάποιαν ωφέλειαν εις όσα συμβουλεύουν, εάν δεν αποτείνωνται όλως διόλου εις αγρίαν ψυχήν, και ότι τον κάμνουν ημερώτερον εις το να προσέχη και ευνοϊκώτερον.

Μα ο Ζευς δεν εσυγχώρησε αυτήν μου την αγρίαν εκδίκησιν και μ' έστειλε εδώ να γίνω δούλος ενός θνητού. Τότε κ' εγώ ήλθα σ' αυτόν τον τόπο και του ανθρώπου έβοσκα τα βώδια, και το σπίτι ως σήμερα επροστάτευα από κάθε δυστυχία. Γιατί εγώ ο δίκαιος, άνθρωπο δίκαιον ηύρα τον γιό του Φέρητος. Εγώ τον έσωσα απ' τον Άδη, αφού της Μοίρες γέλασα.

Μακράν αντήχουν κραυγαί, τας οποίας ο Πετρώνιος κατ' αρχάς δεν ενόησεν. Ολίγον κατ' ολίγον αι κραυγαί εκείναι εγίνοντο ισχυρότεραι και εξερράγησαν εις μίαν αγρίαν βοήν: «Εις τους λέοντας, τους χριστιανούςΕκ του βάθους των πυρπολουμένων οδών προσέτρεχον νέαι σπείραι.

Όμως το «Πιστεύω» η γραία επαναλαμβάνουσα, επορεύετο την αγρίαν εκείνην φάραγγα. Αλλ' η φανταστική εναρμόνιος ιαχή εγίνετο επικρατεστέρα πλέον, και ακουσίως, εκ φοβέρας παραισθήσεως προαγομένη η θεια Μυγδαλίτσα, κατ' αρχάς μεν έπαυσε την προσευχήν και σιωπηλώς ερρύθμιζε το βήμα της προς τον τροχαϊκόν γοργόν ρυθμόν του σατανικού άσματος. Τάπα-τάπα-τάπα, μονοτόνως ηχούντος.

Μιαν ημέρα βαριά φορτομένος, Περπατόντας σ' ορθό μονοπάτι, Οχ τον κόπο, και κάμμα του ήλιου 1275 Την ανάσσα να πάρη δε φτάνει. Σ' ένα, όχτο τ' ανάσκελα πέφτει· Και στο μέγα πολύ κούρασμά του Τη ζωή του μισόντας βαριέται, Και το χάρο με πόθο του κράζει. 1280 Να ο χάρος ομπρός του πετιέται, Το δρεπάνι κρατόντας στο χέρι, Μ' άγριαν όψι, και σχήμα τρομάρας, Για είμαι, Γέρο, του λέγει· τι θέλεις;

Μέχρις ου οι άλλοι προλάβωσι να την καταδιώξωσιν, η Αϊμά, πατούσα με πόδας σεισουρίδος, έγεινεν άφαντος. Τότε ο Πρωτόγυφτος ενόησε μόλις την φυγήν αυτής, και έρρηξε την αγρίαν εκείνην κραυγήν·Σηκώσου, Βούγκο! Τρέξετε, παιδιά. Αλλ' ο Μάχτος τον εκράτει σφιγκτώς. Αγών συνήφθη μεταξύ πατρός και υιού. Η πάλη διήρκεσεν επί πολύ. Ο Γύφτος είλκυε τον Μάχτον ολονέν προς την θύραν.

Κ' εφαίνετο εις την Σμάλτω ως μία απάντησις σαρκαστική, εις την ευχήν της εκείνον κ' ενόμιζεν ότι διέκρινε μεταξύ των ήχων, μίαν συρικτικήν φωνήν, η οποία της έλεγεν: «όχι, δεν θα σου κάμω την χάριν. . . θα την παίξω εγώ τη φλογέρα μου. . . θα τονίσω το καθημερινό μου το τραγούδι. . . .». Ενώ ταυτοχρόνως διέκρινε προ αυτής μορφήν μελαψήν, απαράλλακτον την μορφήν του Μήτρου, κακόσχημον, μ' εξωγκωμένας παρειάς, χείλη οιδαλέα και πελιδνά ως στρύχνος, αγρίαν πυράν κόμην και οφθαλμούς μικκύλους, λοιδορούντας.

Ησθάνετο την στιγμήν εκείνην αγρίαν χαράν να πνίξη το μικρόν θυγάτριον . . . Της ήλθεν εις τον νουν ότι ήτο αβάπτιστον, και αν το έπνιγε, θα είχε διπλήν αμαρτίαν . . . Η σκέψις αύτη επί μίαν στιγμήν την ανεχαίτισεν, αλλ' όμως απεφάσισε να υπερπηδήση τον φραγμόν τούτον . . . Παρά ένα δάκτυλον, η χειρ της έψαυε τον λαιμόν του μικρού πλάσματος . . .

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν