United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν ο Χουρσίτ πασσάς, αρχιστράτηγος των Τούρκων, 'σ τα 1822, του παράγγειλε να πάη να τον προσκυνήσητη Λάρσα, ο Καραϊσκάκης τούστειλε αυτή την απόκριση· Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω· κ' εγώ, πασσά μου, ρώτησα τον π.... μου τον ίδιον κι' αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω· κι' αν έλθης κατ' επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω!

Την στιγμήν ταύτην ο Θεόδωρος ουδεμίαν είχε πρόληψιν κατά των τελουμένων, και ησθάνετο παράδοξον επιθυμίαν να προσκυνήση και αυτός τα είδωλα, όπως τα προσεκύνει ο κύριός του. Βεβαίως ουδέν το σατανικόν θα είχον ταύτα, όπως ισχυρίζοντο οι άνθρωποι του λαού, τουναντίον εφαίνοντο λίαν φαιδρά και ωραία. Εφαίνετο ως να ήρχετο μακρόθεν. Προσήλθε παρά τους πόδας του Θεοδώρου σείων την ουράν.

Τι να πω κ' εγώ, παπά-Κονόμε. Εγώ την είδα τρεις φοραίς την Κουκκίτσα. Άλλο τίποτε δεν ξέρω... Είπεν ο βοσκός σαν με εντροπήν, Ο παπά-Κονόμος ετοιμάζετο ήδη να απέλθη και ηγέρθη να προσκυνήση. Αλλ' αίφνης ριπαί ανέμου ηκούσθησαν από τον πευκώνα έξω, όστις εσείσθη ακαριαίως όλος.

Έλαβε δε την πρόθυμον και εμπιστευτικήν απάντησιν, ότι η Βηθλεέμ ήτο η πόλις η υπό της γραφής ενδειχθείσα διά τοιαύτην τιμήν. Και αποκρύπτων τον δόλιον και άσπλαγχνον σκοπόν του, απέστειλε τους Μάγους εις Βηθλεέμ με την διαταγήν να εξετάσουν ακριβώς περί του παιδίου και όταν εύρουν αυτό να τον ειδοποιήσουν, όπως μεταβή και αυτός να το προσκυνήση.

Στην πλατειά ούγια του ποδόγυρου σειρά ζουγραφιές παρασταίνουν την προσκύνηση τω Μάγων. Στα στήθια της άλλο δεν βλέπεις παρά πολύτιμα πετράδια, και τα μαλλιά της αστράφτουνε στο διαμάντι και στο μαργαριτάρι. Έτσι κ' η αψηλή και καταστόλιστη κορώνα της λάμπει μέσα στ' αλώνι που την τριγυρίζει. Κάθε πρόσωπο της εικόνας εκείνης, σύμμετρο και κανονικό, με μάτια μεγάλα, μόνε σα ορθάνοιχτα κάπως.

Μερικά εξ αυτών εσύντριψαν και διέλυσαν, και άλλα τα ανάγκασαν να διαλυθώσιν αφ' εαυτών. Ο Καραϊσκάκης τότε ευρέθη εις έν σώμα το πολυανθρωπότερον και από τους εκλεκτοτέρους συγκείμενον, το οποίον μη βλέπον άλλως την σωτηρίαν του, απεφάσισε να υπάγη κατ' ευθείαν να προσκυνήση εις τον ίδιον Αλή πασάν.

Το Τελώνιον κρατώντας πάντοτε το σπαθί γυμνόν έλαβεν ολίγην υπομονήν έως που ο δυστυχής πραγματευτής να τελειώση τους θρήνους του, και λέγει του· όλα αυτά τα θλιβερά λόγια σου δεν αξίζουν τίποτε, εσύ εσκότωσες τον υιόν μου, πρέπει εγώ να σε σκοτώσω, έτσι απεφάσισα... Τελειώνοντας τούτους τους λόγους η Χαλιμά και ηξεύροντας ότι ο βασιλεύς συνηθίζει να σηκώνεται ενωρίς να προσκυνήση και ύστερα να υπάγη εις το συμβούλιόν του εσιώπησε.

Έφθασα τέλος πάντων εις έναν τόπον που ήτον ένας Ναός, εις την θύραν του οποίου έστεκαν γραμμένα τα ακόλουθα λόγια «Δεν είνε άλλος Θεός, παρά ο Θεός, ο Μωάμεθ είνε ο προφήτης του». Και από μέσα ήτον ένας άνθρωπος γονατιστός που επροσκυνούσε· και αφού εκαρτέρησα έως που ετελείωσε να προσκυνήση, τον εχαιρέτησα λέγοντάς του· Σελάμ αλέκημ και αυτός αποκρινόμενος μου το, Αλέκημ σελάμ, μου είπε, ω νέε Μουσουλμάνε· κάνει χρεία βεβαίως ότι θα είσαι πολλά αγαπημένος του Μωάμεθ που ημπόρεσες να έλθης έως εδώ· ηξεύρεις εσύ εις ποίον τόπον ευρίσκεσαι; ηξεύρεις ότι ετούτο το περιβόλι είναι η διωρισμένη κατοικία των φίλων και εδικών του Μωάμεθ; εδώ μία ευτυχία αιώνιος τους καρτερεί, και διά το παρόν είναι πολύ πλήθος, και θέλω σε κάμει να τους ιδής.

Ο Αντώνιος, εις του οποίου την ψυχή άλλο αίσθημα δεν βασιλεύει ειμή εκείνο της φιλαρχίας, θέλει να ελευθερωθή από την στανικήν προσκύνηση, με την οποίαν είχε αγοράσει την βοήθεια του βασιλέα της Νεάπολης εις την αρπαγή του· και με λεπτότατη τέχνη σέρνει όπου θέλει αυτός την &οκνηρή& ψυχή του Σεβαστιάνου, ο οποίος γίνεται εργαλείο του δίχως να το καταλάβη.

Και σαν έζησε έτσι η Ευδοκία ώσπου έγινε δεκαπέντε η κόρη της, την πάντρεψε με το δυτικό Αυτοκράτορα, τον τρίτο Βαλεντιανό, και ξεκίνησε κατά τον Άγιον Τάφο να προσκυνήση. Το είχε ταμένο αυτό. Στο δρόμο της απάνω στάθηκε στην Αντιόχεια, και κει στο Βουλευτήριο μέσα λεν πως έβγαλε σοφό ελληνικό λόγο καθισμένη σ' ολόχρυσο και πετραδοστόλιστο θρόνο.