Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Η σκοτεινιά διπλήτριπλή εκάθιζε γύρω μας. Πού ήταν οι ξέρες; πού το Μπουγάζι; πού μας έσπρωχνεν ο άνεμος και πού μας έσερναν τα ρέματα; τίποτα! Εχάθηκαν για 'μας τα γαλόμετρα. — Τραβέρσο· λέγει τόρα σκεφτικός ο καπετάν Δρακόσπιλος. Δεν μας έμενε άλλο παρά να ορθοπλωρίση το μπάρκο. Επρόσταξε γοργά τους ναύτες να χύσουν και να κατσάρουν τη μαΐστρα, να κάμουν τη μπούμα, να μολάρουν τους φλόκους.

ΑΜΛΕΤΟΣ Το ζωγράφημα τούτο ιδέ κ' έπειτα εκείνο· δύ' αδελφών έχομ' εδώ πιστήν εικόνα· εις το βλέφαρο αυτό θεώρησε τι χάρις εκάθιζε! του Φοίβου ταις πλεξίδαις έχει, του μεγάλου Διός το μέτωπο, το μάτι του Άρη, φοβερό την ώραν 'πού προστάζει, την στάσιν ως ο Ερμής, όταν το πόδι εγγίζει, εις κορυφήν 'πού τ' ουρανού φιλεί τον θόλον.

Ο Αλκίνοος τούτ' ως άκουσεν από το χέρι επήρε αμέσως τον πολύγνωμον ανδρείον Οδυσσέα, και απ' την γωνίστρατο θρονί τον κάθισεν, απ' όπου σήκωσε τον Λαοδάμαντα, τον ανδρικόν υιόν του, 170 οπού σιμά του εκάθιζε, τον πολυαγαπημένον. και νίψιμο η θεράπαινα φέρει και από προχύτην του χύνει, εύμορφον, χρυσόν, εις αργυρή λεκάνη, για να νιφθή• κ' ένα ξυστό τραπέζι βάζει εμπρός του• η σεβαστή κελλάρισσα τον άρτον παραθέτει, 175 και απ' όσα φαγιά φύλαγεν, άφθονα του προσφέρει. έτρωγεν ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας• και ο Αλκίνοος προς τον κήρυκα• «Ποντόνοε, συγκέρνα εις τον κρατήρα το κρασί, και μοίρασέ το εις όλους ολόγυρα, όπως κάμουμε σπονδαίς του βροντοφόρου 180 Διός, οπού τους σεβαστούς ικέταις συνοδεύει».

Κι η Κλεαρίστη αφού πήρε μαζί της τη Χλόη, την εστόλιζε σαν γυναίκα πια του γιου της. Μα το Δάφνη παίρνοντάς τον κατά μέρος ο Διονυσιοφάνης μονάχο, τον ερωτούσε αν είναι παρθένα. Κι άμα εκείνος ορκιζότανε ότι δεν είχε γίνει τίποτε περισσότερο από το φιλί και τους όρκους, αφού χάρηκε για τον όρκο, τους εκάθιζε στο τραπέζι. Τότε λοιπόν μπορέσανε να ιδούν ποια είναι η ομορφιά, όταν στολιστή.

Αλλά και ουδέποτε έτεινε την δεξιάν της προς χειραψίαν, αλλά πάντοτε υψηλά προς ασπασμόν, ουδ' εκάθιζέ ποτε χωρίς πρώτον ως εκ απροσεξίας να δείξη και έπειτα να σκεπάση μετά προσοχής τον πόδα, και πλειστάκις, ουδενός μελετώντος επίθεσιν, ελάμβανεν ήθος αμυνομένης. Περί δε του κ.

Μα τι τα θέλεις! Με όλη τη χαρούμενη έκφρασι που είχαν ψυχωμένα και άψυχα γύρω, κάτι εκρεμόταν αόρατο ψηλά κ' εκάθιζε μυλόπετρα στην ψυχή μας. Ανεξήγητη ανησυχία εκυρίευε όλων τα νεύρα. Ήταν η πίκρα του χωρισμού; ήταν ο φόβος του κινδύνου; Όχι· δεν το πιστεύω. Αν ήταν η «Παντάνασα» πρωτοτάξειδη εμείς όμως είμαστε παλιοί θαλασσομάχοι. Ο Βάραγγας εδιάλεξε τον αθέρα για να βάλη μέσα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν