United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο παπάς έβαλε το δάχτυλο στο στόμα: — Τσιμουδιά, είπε στο ανηψίδι του. Μπόρα είνε και θα περάση. Με την ώρα άνοιξε κ' η πόρτα και μπήκε ο Θανάσης ο Μελαχροινός, ο δεξιός ψάλτης του Ευαγγελισμού, ένας ψηλός, ξερακιανός, μισοκαιρίτης, του Θεού άνθρωπος, καλόφωνος όσο γίνεται και τεχνίτης, που ερχότανε και συντρόφευε κάποτε τα βράδυα τον παπά, κουτσοπίνοντας μαζί του ως τα μεσάνυχτα.

Ο Πρωτόγυφτος επέβαινεν εφ' ημιόνου, και εκάθητο επί του σάγματος αυτού μετά τόσης συστολής και δισταγμού, ως να μη είχε βεβαιότητα περί του πράγματος. Ο δε συνοδοιπόρος αυτού εκάθητο επί ίππου όλως αγερώχως και εφαίνετο δεξιός ιππεύς. Ότε επέζευσαν, ο Πρωτόγυφτος εβάδισε παρά τον συνοδοιπόρον του σχεδόν κεκυφώς, ούτος δε είχεν όρθιον το ανάστημα.

Και όμως από σε εξαρτάται, είπεν ο Εμπεδοκλής, να γίνη αμέσως ο είς εκ των οφθαλμών σου βασιλικός• διότι αν θέλησης να πετάξης ολίγον μόνον με την μίαν πτέρυγα και να κρατής ακίνητον την πτέρυγα του γυπός, ο αντίστοιχος προς την κινουμένην πτέρυγα οφθαλμός σου, ο δεξιός, θα γίνη οξυδερκής• ο άλλος όμως δεν υπάρχει τρόπος να μη μείνη ασθενέστερος, αφού ανήκει εις πτηνόν το οποίον έχει την όρασιν αμβλυτέραν.

Τούτο προέρχεται διότι ο καθείς, υπό φόβου, προσπαθεί να προφυλάττη τα άοπλα μέρη του σώματος του όπισθεν της ασπίδος του προς τα δεξιά γείτονός του, και διότι νομίζουν ότι όσον μάλλον πυκνωμένοι είναι, τόσον μάλλον ασφαλείς· και είναι μεν η πρώτη αιτία της κλίσεως ταύτης ο δεξιός οδηγός, ο οποίος σπεύδει πάντοτε να προφυλάττη το δεξιόν μέρος του σώματός του από τας προσβολάς του εχθρού, τον μιμούνται δε και οι άλλοι στρατιώται διά τον αυτόν φόβον.

Τούτο άριστα κατενόησεν ο τότε νεώτατος εν Λονδίνω επιτετραμμένος κ. Γεννάδιος, όστις, διπλωμάτης δεξιός, κάτοχος της αγγλικής άριστος, δεινός του καλάμου χειριστής, κατέπεισε δι' εκθέσεων και δι' άρθρων την τε ελληνικήν κυβέρνησιν και τον αγγλικόν κόσμον, ότι κοινόν είχον συμφέρον να έλθωσιν εις συμβιβασμόν.

— Ε, ακρογιλά! ακρογιαλά και κακό! Επανέλαβεν ο κυρ-Δημάκης έκπληκτος, ούτως αποκαλών κατά το ιδίωμα της πατρίδος του τα κοινώς λεγόμενα μεζέδια. Η μαργαρώδης, η χρυσοπράσινος, η δροσερά του πυθμένος αίγλη απεδίωξε πάραυτα την μαύρην από του προσώπου του σκέπην. Γλυκύς ίμερος τον συνεκίνησε προς την θέαν των θαλασσινών. Ήτο δε ομολογουμένως και δεξιός ερευνητής και αλιεύς τούτων ο κυρ- Δημάκης.

Αρκετόν είνε, είπα εγώ, και αν μόνον ο δεξιός μου οφθαλμός γίνη αέτειος, και μόνον με αυτόν θα βλέπω καλά, αφού πολλάκις, μου φαίνεται, έχω ιδή τους μαραγκούς να παρατηρούν μόνον με τον ένα οφθαλμόν και ούτω να κάνουν ευθύτερα τα ξύλα που κατεργάζονται. Μετά ταύτα εξετέλεσα τας παραγγελίας του Εμπεδοκλέους• αυτός δε απομακρυνόμενος ολίγον κατ' ολίγον διελύθη ανεπαισθήτως εις καπνόν.

Ήθελε να μας κάμη στρατιώτες, για να υπηρετήσωμεν, ως έλεγε, μια μέρα την πατρίδα, ως τακτικοί πλέον κιόχι άτακτοι κιασύντακτοι. Αλλ' ο ταλαίπωρος άνθρωπος είχε μόνο την καλή προαίρεση. Τα εφόδιά του ήσαν πολύ λίγα. Ό,τι ήξερε ήτο να βαδίζωμε με το έν δυο και να κάνωμε μεταβολή τρίχρονη με τρία παραγγέλματα: — Πους δεξιός προς αριστερόν! Πους αριστερός προς δεξιόν! Πους δεξιός παρ' αριστερόν!

Και ενώ κατόπιν ο δεξιός μοναχός έψαλλε την Καταβασίαν «Μυστήριον ξένον», προχωρεί σιγά-σιγά ο κυρ-Δημάκης προς αυτόν κ' ερωτά: — Το πρωί θα έλθη η βάρκα, ή το βράδυ; Ο μοναχός, προσηλωμένος εις το θείον μέλος, δεν ήκουσε. Τότε ο κυρ- Δημάκης, με την χλαίναν του και τα βαρέα καλογηρικά υποδήματα, μεταβαίνει προς τον αριστερόν ψάλτην, κ' επαναλαμβάνει την αυτήν κλαυθμηράν ερώτησιν.