Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Ιουλίου 2025
Μου έκαμνε μεγάλην εντύπωσιν η ενεργητικότης του· ήτο αιωνίως εις κίνησιν, άπαξ μόνον της ημέρας εκάθητο ν' ανασάνη, εις το κατώφλιον της εξώθυρας, έως ένα τέταρτον της ώρας.
Ανάμεσα εις την πυράν και εις τον τοίχον, ο μπάρμπα-Δημήτρης ο Καμπογιάννης, με την κίτρινην ζωνάραν, το ξυραφισμένον γένειον και τον αγκιστροειδή μύστακα, είχεν αφήσει το μαχαίρι του μετά του θηκαρίου, και ο Γιάννης Μπουκώσης από πολλής ώρας δεν είχε παύσει να ρίπτη το βλέμμα εναλλάξ, εις το ροδοκοκκινίζον σφαχτόν και εις το μαχαίριον.
Ναι, ήσο υπόλειμμα του Γναΐου Πομπηίου, χωρίς να λάβω υπ' όψει όσας άλλας ώρας διήλθες ακολάστως, και τας οποίας δεν ανέγραψεν η φήμη· διότι είμαι πεπεισμένος ότι αγνοείς τι εστίν εγκράτεια μολονότι δύνασαι ίσως να το μαντεύσης. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Και προς τι ταύτα;
Όθεν ο Ζάχος μόλις εγνώρισεν ότι θα μετείχε της νυκτερινής εξόδου, πιστός εις την κλεφτικήν συνήθειαν, έσπευσεν ευθύς, αν όχι να λουσθή — διότι το νερό δεν ήτο άφθονον εις την πολιορκουμένην πόλιν — να καθαρίση τουλάχιστον τάρματά του και τα παρέδωσεν εις την μητέρα του μέχρι της ωρισμένης ώρας.
Ώρας ολοκλήρους έμεινα θεωμένη την χαριεστάτην εκείνην και πλήρη εμπνεύσεως ανάπλασιν των αμιμήτων αριστουργημάτων, άτινα εκάλλυνον προ αιώνων τον ιερόν βράχον της Αθήνας· και τοσούτον επί στιγμήν ελησμόνησα και τα κύκλω μου γύψινα εκμαγεία ελληνικών αγαλμάτων και την μακράν μου — επί της πατρίας γης — λυπηράν των ερειπίων πραγματικότητα, τοσούτον εν παραδόξω εκστάσει ανυψώθην ανεπαισθήτως εις των ονείρων τον κόσμον, ώστε υπέλαβον την εικόνα πιστήν μάλλον της αληθείας αντιγραφήν ή ανάπλασιν του μη υπαρχοντος, και ήλπισα, ότι επανερχομένη εις τας Αθήνας ήθελα επανεύρει την Ακρόπολίν μου λαμπράν και απαστράπτουσαν εκ κάλλους και νεότητος, οποίαν είχε φαντασθή και γράψει αυτήν ο γερμανός ζωγράφος επί του τοίχου του βερολινείου Μουσείου.
Εσημείωσε το μέρος με τον πόδα, έλαβε το σίδηρον από την σπειρίδα του, το προσήρμοσεν εις το στηλιάρι, έκαμε τον σταυρόν του, κι' άρχισε να σκάπτη. Έσκαψε μισήν ώραν, έκαμε ρηχόν πλατύν λάκκον. Είτα εστάθη. — Έλα, μπάρμπα Γιαννιέ, τώρα, αράδα σου είναι. Ο Γιαννιός έλαβε την σκαπάνην και τον διεδέχθη. Έσκαψεν άλλην τόσην ώραν, επλάτυνε τον λάκκον και τον εβάθυνεν. Επί δύο τρεις ώρας ενηλλάσσοντο.
Αλλ' αφ' ης ώρας εβγήκεν από το χωρίον μία ραγδαιοτάτη βροχή δεν έκαμε διόλου διακοπήν έως το εσπέρας και, το χειρότερον, δεν υπήρχε κανέν χωρίον, όπου να μείνωσι την νύκτα οι στρατιώται και να λάβωσι τινά περιποίησιν διά το κρύος και τον κόπον.
Επί τινος υψηλού λόφου υπερκειμένου της πόλεως Σπάρτης, ήτο ιδρυμένη μεγαλοπρεπής οικοδομή. Το μέγαρον τούτο έμενεν ακατοίκητον κατά τας τρεις ώρας του έτους, κατωκείτο δε συνήθως κατά τους χειμερινούς μήνας. Το μέγαρον τούτο ήτο του Δεσπότου της Πελοποννήσου. Καθ' ον χρόνον υπόκεινται τα της παρούσης ιστορίας, ήτοι κατά Μάιον του έτους αωνγ', ο οίκος ούτος έμενεν ακατοίκητος.
Εκείνοι ήκουσαν εν αφώνω συγκινήσει, αλλ' απ' εκείνης της ώρας, οδηγήσας αυτήν μακράν θεάματος το οποίον κατεβασάνιζε την ψυχήν της με τρομεράν αγωνίαν, «έλαβεν αυτήν εις τα ίδια», ήτοι την προσέλαβεν εις την ιδίαν οικίαν Του. Ήτο ήδη μεσημβρία, και σκότος ασύνηθες, σκότος το οποίον μαρτυρούσι και αρχαίοι εθνικοί συγγραφείς, επέπεσεν επί την γην.
Όλα ταύτα ήρχοντο συχνά εις την μνήμην της Αμέρσας, κ' επανήλθον ακόμη και κατά τας μακράς ώρας, της νυκτός, τας εσπερινάς και ορθρίας, οπότε αύτη έχανε τον ύπνον της εις τον οικίσκον, πλησίον της κοιμωμένης Κρινιώς, της μικράς αδελφής, ενώ η μήτηρ των απούσα κατά τας αυτός ώρας ηγρύπνει επί νύκτας τώρα, εις τον θάλαμον της λεχούς, εις την οικίαν της άλλης, της μεγάλης κόρης της, και όταν επέστρεψεν εις τον οικίσκον μετά την νυκτερινήν έξοδον, την οποίαν είχεν επιχειρήσει, ως «αλαφροΐσκιωτη» που ήτον, κατ' ακολουθίαν του ονείρου εκείνου, είδεν εις το αμυδρόν φως της κανδήλας, της καιούσης εμπρός εις την μικράν παλαιάν και μαυρισμένην εικόνα της Παναγίας, είδεν ότι η μικρά αδελφή της, το Κρινιώ, εκοιμάτο ακόμη, και δεν εφαίνετο να είχε σεισθή από την θέσιν της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν