United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι όλη μέρα τρώγανε ώστε να πέσει ο Ήλιος, και τάχανε όλα όσα ζητάει καλό 'να φαγοπότι, λαγούτο θες πεντάμορφο που το βαρούσε ο Φοίβος, θες Μούσες που τραγούδιζαν με χάρη αράδα αράδα.

Σ' όλη μας την Ιταλία γράφουν ό,τι δεν σκέπτονται· αυτοί που κατοικούνε στην πατρίδα των Καισάρων και των Αντωνίνων, δεν τολμούνε νάχουνε μιαν ιδέα χωρίς την άδεια ενός Ιακωβίνου. Θάμουν ευχαριστημένος από την ελευθερία, που εμπνέει τους Άγγλους διανοουμένους, αν η εμπάθεια κ' η προκατάληψη δεν καταστρέφανε ό,τι άξιο έχει αυτή η πολύτιμη ελευθερία.

Η δε ιδιοκτησία όλη του καθενός έξω από τον κλήρον ας καταγραφή εις τα φανερά εις την επιθεωρητικήν εξουσίαν, την οποίαν θα ορίση ο νόμος, διά να γίνωνται ευκόλως και πολύ καθαρά αι δίκαι, όσαι περιστρέφονται εις χρήματα.

Μου είπε κρυφάτο αυτί: — Πάρε την, κουζούμ· πάρε την, κουζούμ. Κουζούμ, πάρε την. Θα με θυμάσαι! Ήτο από αγνόν χρυσίον όλη. Υπήγαν εις αδαμαντοπώλην επίσημον και την εδοκίμασαν. Χρυσίον εικοσιτεσσάρων καρατιών. — Έχω εγώ το μέσον να την πωλήσω, κουζούμ. Αλλά θέλω να την πάρης εσύ. Ξέρεις τίποτε, κουζούμ; εψιθύρισε κρυφά εις το ους του Λαλεμήτρου ο Εβραίος. Ήτανε μέσα σε δικά σας άγια πράγματα.

Η Αιγυπτία είνε φιλήδονος, επιδεικτική, μεγαλαυχούσα διά τα θέλγητρά της, αλαζών, τυραννική και άστατος. Η αβροδίαιτος αυτής πομπή και η υπερβολική πολυτέλειά της εκτίθενται εν όλη αυτών τη λάμψει και μεγαλοπρέπεια, ως επίσης και το ανώμαλον μεγαλείον της ψυχής του Μάρκου Αντωνίου.

Κρουνός αίματος επήδησεν από του στόματος του Ταχίρ Γιάτση και το γιγάντειον σώμα του εξηπλώθη επί της γης μετά βρόντου, ως αμάξιον φορτηγόν κατά κρημνού. — Σκύλε! μώφαγες όλη τη γενηά! είπεν ο Ζάχος, πηδών επάνω του εν θριάμβω. Η Μαλάμω παρηκολούθει από του γεωτοίχου την πάλην με αγωνίαν.

Κ' έπειτα μου θυμίσατε πράματα, που όλο κι αποφεύγω να τα συλλογίζουμαι, γιαΤι δε θέλω, γιαΤι δεν κάνει να τα συλλογίζουμαι, για το καλό το δικό σας, για το καλό της δουλειάς σας, κ. εργοστασιάρχη. Και συ σαν τους άλλους τους φωνακλάδες. Τον ίδιο χαβά και συ. Σας δυναστεύουμε, σας εκμεταλλευόμαστε, σας καταστρέφουμε. Όλη σας η δυστυχία από μας.. Τώρα μου βγάλατε κι άλλη φάμπρικα στη μέση.

ΘΕΡΑΠΩΝ Πρόβατα σ’ όλη μου τη ζωή βοσκολογούσα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και σε ποιους τόπους σύχναζες συνήθως; Πε μου. ΘΕΡΑΠΩΝ Στου Κιθαιρώνος σύχναζα τα βοσκοτόπια. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ξέρεις αυτόν τον άνθρωπον ή ακουσμένα έχεις γι’ αυτόν; ΘΕΡΑΠΩΝ Τι να ’καμνε; Για ποιόν μου λες, αφέντη; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τούτον εδώ. Τον σύντυχες ποτέ σου τάχα; ΘΕΡΑΠΩΝ Γλίγωρα, λέω, δε μου ’ρχεται καλά στη μνήμη.

Κι αγρύπναγα ξαπλωμένος αποκάτου από το σκέπασμά μου, κυττάζοντας στον ξάστερο ουρανό το φεγγάρι, οπ' αρμένιζε αγάλια αγάλια εκεί απάνου και περίχυνε με το λαμπρό του φως όλη την πλάση κάτου. Οι ίσκιοι των δέντρων της αυλής έπεφταν σα φαντάσματα γύρω μου κι απάνου στες σκεπές των κελλιών. Αεράκι δε φύσαγε ολότελα. Φύλλο δεν εκουνώνταν. Νεκρίλα διάπλατη, σιωπή βαθύτατη βασίλευε.

Μέσα εις τους χορούς είχαν καταλάβει τα στασίδια των όλοι οι προύχοντες ένθεν και ένθεν φορούντες τα καλά των, κρατούντες τας λαμπάδας των, σεμνή εν τη όλη απλότητι αυτής παράταξις. Όπισθεν δε δεξιά και αριστερά οι νησιώται όλοι ναυτικοί και γεωργοί ανάμικτοι. Και προς τούτοις τα παιδία καθένα με το κόκκινον αυγόν εις χείρας, γεμάτα χαράν.