United States or United Kingdom ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο τρανός τεχνίτης εφάνταζε μπροστά τους, μεγάλος και παντοδύναμος, κρατώντας ακόμη στα χέρια του τη δύναμη που ράγιζε τα λιθάρια και ημέρευε τα θηρία. Ο γέρος έβαλε τα δάκτυλα στις τρύπες του φλάουτου, τώφερε ανάλαφρα στο στόμα και κόλλησε τα χείλη του απάνω του σ' ένα φιλί μεθυσμένο, γεμάτο γλύκα και τρεμούλα. Σαράντα χρόνια είχαν να φιληθούν ο γέροΜπούμας με το φλάουτο.

ΤΡΥΦ. Ρώτησε τη μητέρα σου, αν έτυχέ ποτε να τη δη στο λουτρό. Όσω για τα χρόνια της, να ρωτήσης τον πάππο σου, αν ζη ακόμη. ΧΑΡΜ. Λοιπόν αφού είνε τέτοια, ας ρίξωμε κάτω το τείχος που μας χωρίζει, και έλα ν' αγκαλιασθούμε και ν' απολαύσωμεν ο είς τον άλλον. Με το Φιλημάτιον κάθε σχέσις ετελείωσε. Ιόεσσα, Πυθιάς και Λυσίας.

Κύτταξε το σπαθί του: δεν ξέρεις ότι αυτό το σπαθί, μεγεμένο, έκοψε τα κεφάλια των πειο τολμηρών μαχητών; — τόσα χρόνια τώρα που ο Βασιλιάς της Ιρλανδίας στέλνει το γίγαντα στους υποτελείς τόπους για να πηγαίνη τα μηνύματά του; Κοκόμοιρε το θάνατό σου γυρεύεις;». Ο άλλος συλλογιζότανε: «Σας ανάστησα, αγαπημένα παιδιά και αγαπημένα κορίτσια, για να γίνετε σκλάβοι; Αλλά μήπως ο θάνατός μου θα σας έσωζε τάχα;», Κι' όλοι σιωπούσαν.

ΙΩΝ Παύσε να πλέχης πονηριές! εγώ θα σε τσακώσω. ΚΡΕΟΥΣΑ Παιδί μου, τώρα έφθασααυτό που επιθυμούσα. Είν' αδειανό το κάνιστρο, ή πράματα έχει μέσα; ΚΡΕΟΥΣΑ Τα σπάργανα, που σ' άφησα μια μέρα τυλιγμένον. ΚΡΕΟΥΣΑ Αν ίσως και δεν σου τα ειπώ, ε τότε ας πεθάνω. IΩΝ Λέγε, είνε παράξενο το θάρρος όπου δείχνεις. ΚΡΕΟΥΣΑ Κύτταξε αυτό που ύφανα στα χρόνια που ήμουν κόρη.

Βράδυ-βράδυ ο Παπά-Νικόλας, αφού αγίασε μερικά σπίτια τα οποία δεν επρόφθασε την παραμονήν, φορών τα εορταστικά του ράσσα καινουργή και ευωδιάζοντα αγιωσύνην, επήγε να χαιρετίση τον καλόν του φίλον καπετάν-Μαμμήν, ευτυχισμένον πλέον ωσάν εις τα παληά του τα χρόνια, και να πη το καλώς ώρισες εις τον καπετάν-Μοναχάκην.

Κι' ίσως μια μέρα πει κανείς απ' τους στερνούς ανθρώπους, πολύκουπα αρμενίζοντας πας στο γαλάζο κύμα Να! μνήμα εκεί παλικαριού που στα παλιά τα χρόνια του κοσμοξάκουστου Έχτορα τον σκότωσε το χέρι. 90 Έτσι ίσως πουν, κι' η δόξα μου θα ζήσει πάντα εμέναΕίπε, κι' εκείνοι απόμειναν χωρίς να βγάζουν λέξη· όχι να πούνε ντράπηκαν, ναι δείλιασαν να πούνε.

Δίχως εκείνο τάσβεστο το πάθος που έβραζε μέσα μας στον τόπο του πεθαμμένου μας πατριωτισμού, η Ρωμιοσύνη θα είτανε φραγκοφαγωμένη χρόνια πρι να την αρπάξουν οι Τούρκοι.

Παράμερη εξοχή, που το καλοκαίρι μονάχα τη θυμούνται οι χωριανοί και τη διαλέγουνε για τα ξεφαντώματά τους. Τώρα όμως, άνοιξη ακόμα, ο γέρος ο Ανέστης πλανιότανε ολομόναχος στη λησμονημένη εκείνη γωνιά του κόσμου, βγάζοντας ξεφωνήματα κι ακατανόητα λόγια κάθε φοράν που αγνάντευε βράχο ή χωράφι ή κορφοβούνι τριγύρω και του θύμιζε της νιότης τα χρόνια.

Και σα να μην έσωναν τα τόσα βάσανα της πολυτάραχης εκεινής εποχής, αναστατώθηκαν και τα στοιχεία κ' έφεραν κι αυτά μερικό χαλασμό, εξόν αν τάχουν και κείνα μεγαλωμένα. Από τα πρώτα χρόνια του Ιουστίνου έχουμε ένα σεισμό που ξολόθρεψε 24 κάστρα της Δαρδανίας, καθώς και την πρωτεύουσα της, τους Σκούπους.

Εκείνος όμως άβουλος κι ανίδεος παρακολουθούσε τα κινήματά τους, άκουε τα λόγια τους μ' ένα και μοναχά αίστημα στην ψυχή. Το θαυμασμό στους προγόνους του. Τ' ήταν λοιπόν εκείνοι που δεν έπαυε να τους δοξάζη ο κόσμος! Χιλιάδες χρόνια επέρασαν, τόσες χιλιάδες χρόνια που ήταν αρκετά για να θαμπωθή και το μεγαλήτερο αστέρι τ' ουρανού.